Έξι νεκροί, μια οικογένεια αφανισμένη και ένα έγκλημα που έναν αιώνα μετά παραμένει άλυτο. Ποιος σκότωσε την οικογένεια Γκρούμπερ κι έμεινε στο αγρόκτημα της σαν να μην έχει συμβεί τίποτα;
Στα τέλη
Μαρτίου του 1922, σε μια απομονωμένη αγροικία στην ύπαιθρο της Βαυαρίας,
σημειώθηκε ένα από τα πιο φρικιαστικά και μυστηριώδη εγκλήματα του 20ού αιώνα.
Έξι άνθρωποι, ανάμεσά τους παιδιά και μια οικιακή βοηθός που είχε αναλάβει
δουλειά μόλις λίγες ώρες πριν, βρέθηκαν δολοφονημένοι με πρωτοφανή αγριότητα.
Η αγροικία,
γνωστή ως Hinterkaifeck, έγινε έκτοτε συνώνυμη του ανεξήγητου τρόμου. Ποιος
μπορούσε να στήσει μια τέτοια ενέδρα σε μια οικογένεια, να μείνει πιθανότατα
για μέρες μέσα στο σπίτι μαζί με τα πτώματα, και στο τέλος να εξαφανιστεί δίχως
να αφήσει ίχνη;
Η υπόθεση
απασχόλησε για δεκαετίες τις αρχές, τους δημοσιογράφους και τους ιστορικούς του
εγκλήματος. Καταθέσεις, φήμες, σκιές και αντιφάσεις συνθέτουν ένα παζλ που
ακόμη και σήμερα, σχεδόν έναν αιώνα μετά, παραμένει άλυτο.
Ι. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΜΥΣΤΙΚΑ
Η αγροικία
Hinterkaifeck βρισκόταν σε μια ερημική περιοχή, περίπου 70 χιλιόμετρα βόρεια
του Μονάχου. Απομονωμένη, με λίγα γειτονικά σπίτια σε αρκετή απόσταση,
βρισκόταν κυριολεκτικά στην άκρη του πουθενά. Η απομόνωση αυτή έδινε στη ζωή
των κατοίκων της μια ιδιαίτερη χροιά: Σιωπή,
σκληρή αγροτική εργασία, λίγες κοινωνικές επαφές.
Εκεί ζούσε η
οικογένεια Γκρούμπερ. Ο Αντρέας Γκρούμπερ, 63 ετών, ήταν ένας σκληροτράχηλος
αγρότης, γνωστός για τον αυταρχικό του χαρακτήρα και την ψυχρή του συμπεριφορά.
Η γυναίκα του, Καζίλια Γκρούμπερ, 72 ετών, είχε τον ρόλο της ήσυχης, σχεδόν
σκιώδους φιγούρας στο νοικοκυριό.
Μαζί τους
έμενε η κόρη τους, Βικτώρια Γκαμπριέλ, μια 35χρονη χήρα. Ο άνδρας της είχε
πεθάνει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφήνοντάς την με δύο παιδιά, τη μικρή
Καζίλια, μόλις 7 ετών, και τον Γιόζεφ, που δεν είχε ακόμη κλείσει τα δύο
χρόνια.
Η Βικτώρια
ήταν μια γυναίκα που, σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, συχνά τραγουδούσε στη
χορωδία της εκκλησίας του χωριού. Παρά τη θλίψη που κουβαλούσε, διατηρούσε κάτι
φωτεινό. Όμως γύρω της υπήρχαν φήμες που σκίαζαν τη ζωή της: οι ψίθυροι ότι ο
μικρός Γιόζεφ δεν ήταν παιδί του νεκρού άνδρα της, αλλά αποτέλεσμα αιμομικτικής
σχέσης με τον πατέρα της, Αντρέας. Μάλιστα, ο ίδιος είχε καταδικαστεί για
αιμομιξία λίγα χρόνια νωρίτερα, κάτι που έκανε την οικογένεια αντικείμενο
σχολίων και περιθωριοποίησης.
Το νοικοκυριό
συμπλήρωνε η οικιακή βοηθός, μια θέση που άλλαζε συχνά. Η προηγούμενη υπηρέτρια
είχε εγκαταλείψει το σπίτι, λέγοντας ότι ήταν στοιχειωμένο. Άκουγε θορύβους,
βήματα στη σοφίτα, και είχε τρομοκρατηθεί. Στη θέση της, την 31η Μαρτίου 1922,
έφτασε η Μαρία Μπάουμγκαρτνερ, μια 44χρονη γυναίκα που ξεκίνησε την εργασία της
στην αγροικία χωρίς να γνωρίζει πως θα ήταν η πρώτη και η τελευταία μέρα της
εκεί.
Η
καθημερινότητα στο Hinterkaifeck ήταν σκληρή, λιτή, αλλά και περίκλειστη από
μυστικά. Οι Γκρούμπερ είχαν ελάχιστες επαφές με τους γείτονες, παρά μόνο για
αγροτικές δουλειές και την εκκλησία. Ήταν μια οικογένεια που ζούσε στην άκρη
του χωριού, αλλά και στην άκρη της κοινωνίας.
Κανείς δεν
μπορούσε να φανταστεί πως σε λίγες μόνο ώρες, οι ζωές όλων τους θα έσβηναν
βίαια, με έναν τρόπο που θα συγκλόνιζε ολόκληρη τη Γερμανία.
ΙΙ. ΤΑ
ΣΗΜΑΔΙΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ
Τις
τελευταίες εβδομάδες πριν από την τραγωδία, στο Hinterkaifeck συνέβαιναν
πράγματα που έμοιαζαν μικρά και ασήμαντα· ωστόσο, αργότερα, θα θεωρηθούν
προειδοποιήσεις.
Παράξενοι
ήχοι στη σοφίτα
Η Βικτώρια
και η μικρή Καζίλια είχαν αναφέρει σε γείτονες ότι άκουγαν βήματα και χτυπήματα
από τη σοφίτα. Ο Αντρέας, άνθρωπος που δεν πίστευε σε δεισιδαιμονίες, πήρε ένα
φανάρι και έψαξε μόνος του κάθε γωνιά του σπιτιού και του στάβλου. Δεν βρήκε
τίποτα. Όμως, λίγες μέρες αργότερα, ο ίδιος παραδέχτηκε ότι άκουσε κι εκείνος
τους ήχους.
Ίχνη στο
χιόνι
Μία από τις
πιο ανησυχητικές ενδείξεις ήταν τα παράξενα ίχνη στο χιόνι. Ένας γείτονας,
πηγαίνοντας στο κτήμα, παρατήρησε ότι υπήρχαν πατημασιές που ξεκινούσαν από το
δάσος και έφταναν μέχρι την αγροικία. Ωστόσο, δεν υπήρχαν αντίστοιχες
πατημασιές που να δείχνουν την επιστροφή του επισκέπτη. Σαν κάποιος να μπήκε
στο κτήμα και να μην ξαναβγήκε.
Η εφημερίδα
και τα κλειδιά
Ο Αντρέας
είχε πει σε γείτονα πως βρήκε μια εφημερίδα του Μονάχου μέσα στο σπίτι. Κανείς
τους όμως δεν την είχε αγοράσει. Επίσης, είχε χαθεί ένα κλειδί του σπιτιού
χωρίς εξήγηση. Αυτά τα περιστατικά τον έκαναν πιο ανήσυχο, αν και δεν τα
έδειχνε ανοιχτά.
Η καινούρια
υπηρέτρια
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα φόβου και αβεβαιότητας, έφτασε η Μαρία Μπάουμγκαρτνερ την 31η Μαρτίου 1922. Η προηγούμενη υπηρέτρια είχε ήδη φύγει δηλώνοντας ότι «το σπίτι είναι στοιχειωμένο». Η Μαρία, κουρασμένη από τη φτώχεια και τις δυσκολίες, πήρε τη δουλειά χωρίς να ξέρει ότι θα βρεθεί στο κέντρο ενός εφιάλτη.Οι γείτονες θα θυμηθούν αργότερα ότι η οικογένεια έδειχνε περίεργα σιωπηλή τις τελευταίες μέρες. Σαν να γνώριζαν ότι κάτι βαρύ πλησίαζε. Κι έτσι, την 31η Μαρτίου, το βράδυ, λίγο μετά την άφιξη της νέας υπηρέτριας, το αγρόκτημα Hinterkaifeck βυθίστηκε στη σιωπή. Μια σιωπή που θα κρατούσε μέρες, μέχρι να αποκαλυφθεί η φρίκη.
ΙΙΙ. ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ
Το βράδυ της
31ης Μαρτίου 1922 έμελλε να σφραγίσει την ιστορία του Hinterkaifeck. Την
επόμενη ημέρα κανείς δεν είδε μέλος της οικογένειας στο χωριό· τα παιδιά δεν
πήγαν στο σχολείο, ούτε η Βικτώρια στην εκκλησία. Χρειάστηκαν μέρες μέχρι να
σπάσει η ανησυχητική σιωπή και να αποκαλυφθεί η τραγωδία.
Η ανακάλυψη
Στις 4
Απριλίου, ανήσυχοι γείτονες πήγαν στο Hinterkaifeck. Ο Μίχαελ Σίγκλ και ο
Λορέντς Σλάιτενμπαουερ ήταν από τους πρώτους που πλησίασαν. Στο στάβλο, κάτω
από στρώματα άχυρου, βρήκαν τα σώματα του Αντρέας και της Καζίλια Γκρούμπερ,
της κόρης τους Βικτώρια και της μικρής Καζίλιας. Είχαν χτυπηθεί με βαρύ
εργαλείο, πιθανότατα έναν κασμά.
Η εικόνα ήταν
φρικιαστική:
Ο Αντρέας
βρέθηκε με το κεφάλι σχεδόν πολτοποιημένο.
Η σύζυγός
του, Καζίλια, είχε δεχτεί πολλαπλά χτυπήματα στο πρόσωπο.
Η Βικτώρια
ήταν βαρύτατα τραυματισμένη στο κρανίο, με εμφανή σημάδια στραγγαλισμού.
Η μικρή
Καζίλια, μόλις επτά ετών, βρέθηκε με σκισμένα τα νυχάκια της –προσπαθώντας να
τραβήξει τα μαλλιά της σε κρίση αγωνίας. Είχε επιζήσει μερικές ώρες μετά την
επίθεση.
Στο σπίτι
Μπαίνοντας
στο σπίτι, οι γείτονες ανακάλυψαν άλλα δύο θύματα. Η νέα υπηρέτρια, Μαρία
Μπάουμγκαρτνερ, βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιό της, δολοφονημένη την πρώτη κιόλας
νύχτα της άφιξής της. Δίπλα της, το άψυχο σώμα του μικρού Γιόζεφ, μόλις δύο
ετών.
Ο τρόπος της
σφαγής
Οι
ιατροδικαστικές εκθέσεις αποκάλυψαν ότι τα χτυπήματα είχαν δοθεί με δύναμη και
ακρίβεια. Το όργανο που χρησιμοποιήθηκε, ο κασμάς, βρέθηκε χρόνια
αργότερα κρυμμένο στη στέγη του στάβλου.
Αυτό που
συγκλόνισε περισσότερο ήταν η μεθοδικότητα: Τα τέσσερα μέλη της οικογένειας
προσελκύστηκαν το ένα μετά το άλλο στη στάνη και εκεί δολοφονήθηκαν. Ο δράστης
ή οι δράστες φαίνεται να ήξεραν πώς να τους απομονώσουν χωρίς να προκαλέσουν
άμεσο συναγερμό.
Μετά το
έγκλημα
Ακόμα πιο
τρομακτικό ήταν το γεγονός ότι ο δολοφόνος έμεινε στο σπίτι για μέρες. Έτρωγε στην
κουζίνα, είχε χρησιμοποιήσει το τζάκι και τάιζε τα ζώα. Οι γείτονες είδαν καπνό
να βγαίνει από την καμινάδα και πίστευαν ότι όλα κυλούσαν κανονικά. Στην
πραγματικότητα, ολόκληρη η οικογένεια ήταν ήδη νεκρή.
Το
Hinterkaifeck έγινε τόπος εφιάλτη. Οι ερευνητές που μπήκαν στο σπίτι μιλούσαν
για μια ατμόσφαιρα που πάγωνε το αίμα· το άχυρο, το αίμα, τα διαλυμένα πρόσωπα.
Ένας από τους αστυνομικούς έγραψε αργότερα: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνη τη
σιωπή, ούτε τα μάτια της μικρής Καζίλιας».
IV. H ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΟΠΤΟΙ
Η μαζική
δολοφονία στο Hinterkaifeck συγκλόνισε τη Βαυαρία και κινητοποίησε τις αρχές.
Όμως από την πρώτη στιγμή, η έρευνα στιγματίστηκε από αντιφάσεις, λάθη και
ελλιπή τεκμηρίωση.
Η αστυνομία
του Μονάχου έφτασε στον τόπο του εγκλήματος με καθυστέρηση. Η σκηνή είχε ήδη
αλλοιωθεί. Γείτονες και περίεργοι είχαν μπει στο σπίτι και μάλιστα κάποιοι
είχαν ψάξει για πολύτιμα αντικείμενα, χρήματα και τρόφιμα. Η τοπική αστυνομία
δεν φρόντισε να σφραγίσει τον χώρο.Τα σώματα μεταφέρθηκαν σε σχολείο του χωριού
για νεκροψία, υπό συνθήκες που σήμερα θα θεωρούνταν απαράδεκτες.
Οι υποψίες
έπεσαν στον Λορέντς Σλάιτενμπαουερ Ήταν γείτονας και πρώην εραστής της
Βικτώριας ενώ υπήρχαν φήμες ότι ο μικρός Γιόζεφ ήταν δικό του παιδί. Είχε
πρόσβαση στο σπίτι και ήταν από τους πρώτους που μπήκαν στο αγρόκτημα μετά το
έγκλημα. Μαρτυρίες γειτόνων τον εμφάνιζαν ψυχρό και αδιάφορο μπροστά στα
πτώματα.
Αναφέρουν πως,
όταν μπήκε στο αγρόκτημα με άλλους χωρικούς και αντίκρισε τα πτώματα, είπε: «Μην
ψάχνετε άλλο, ξέρω πού είναι ο μικρός.»
Κατευθύνθηκε άμεσα
προς το δωμάτιο όπου βρέθηκε νεκρός ο μικρός Γιόζεφ. Χωρικοί κατέθεσαν ότι
έδειξε «ψυχρή και παράξενη» στάση μπροστά στο θέαμα.
Κατά την
ανάκριση, ο ίδιος αρνήθηκε κάθε εμπλοκή: «Δεν έχω καμία σχέση με το έγκλημα. Αν
είχα, δεν θα ήμουν ο πρώτος που θα ειδοποιούσε την αστυνομία»
Η Μάγδα
Ράιγκερ, είχε εργαστεί για την οικογένεια Γκρούμπερ, από τον Νοέμβρη του 1920
έως τον Σεπτέμβρη του 1921. Κατέθεσε ότι υποψιάζεται του Άντον και Καρλ Μπίχλερ
διότι ήξεραν το αγρόκτημα και είχαν βοηθήσει στη συγκομιδή. Είπε στην αστυνομία
ότι ο σκύλος της φάρμας, που γαβγίζει σε όλους, δεν γάβγισε ποτέ όταν πέρασε ο
Άντον Μπίχλερ.
«Νομίζω ότι ο
Αντον και ο Καρλ Μπίχλερ θα μπορούσαν να έχουν κάνει τα εγκλήματα μαζί με τον Γκεόργκ
Σιγκλ, που δούλευε στη φάρμα και γνώριζε την οικογένεια».
Ένα άλλοι
σενάριο θέλει δράστες να είναι στρατιώτες που είχε συμμετάσχει στον Α’
Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην περιοχή κυκλοφορούσαν φήμες ότι δραπέτες ή βετεράνοι με
ψυχολογικά τραύματα έβρισκαν καταφύγιο σε εγκαταλελειμμένα αγροκτήματα. Η
παράξενη παρουσία αγνώστων στα χωράφια γύρω από το Hinterkaifeck είχε
καταγγελθεί πριν το έγκλημα.
Ορισμένοι
ερευνητές υποστήριξαν ότι το μακελειό ίσως συνδεόταν με τις εντάσεις ανάμεσα
στον Αντρέας και τη Βικτώρια.Υπήρχαν υποψίες αιμομιξίας και οικονομικών
διαφορών.
Οι καταθέσεις
Μια
γειτόνισσα κατέθεσε ότι λίγο πριν το έγκλημα, είδε ίχνη πατημάτων στο χιόνι που
οδηγούσαν στο σπίτι αλλά κανένα που να βγαίνει.
Ένας δάσκαλος
ανέφερε ότι η μικρή Καζίλια φαινόταν τρομοκρατημένη τις τελευταίες μέρες και
είχε μιλήσει για «ήχους στη σοφίτα».
Ο ταχυδρόμος
θυμόταν πως όταν πήγε να αφήσει αλληλογραφία, δεν είδε κανέναν, μόνο τον σκύλο
δεμένο στην αυλή να γαβγίζει.
Το μυστήριο
βαθαίνει
Παρά τις
ενδείξεις, κανείς δεν συνελήφθη. Οι ερευνητές μιλούσαν για έναν δολοφόνο που
έμεινε μέρες στο αγρόκτημα – υπόθεση που προκαλούσε τρόμο στους χωρικούς. Η
εικόνα ενός άγνωστου που έτρωγε, κοιμόταν και ζούσε μέσα στο σπίτι δίπλα στα
πτώματα ήταν εφιαλτική.
V. ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΕΞΟΔΑ
Η υπόθεση
Hinterkaifeck παραμένει ανοιχτή μέχρι σήμερα, κυρίως επειδή οι καταθέσεις και
τα στοιχεία ήταν γεμάτα αντιφάσεις. Η έρευνα δεν κατέληξε ποτέ σε μια σαφή
γραμμή, αφήνοντας πίσω περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.
Οι αντιφάσεις
των μαρτυριών
Τα πατήματα
στο χιόνι: Μια γειτόνισσα μίλησε για ίχνη που έμπαιναν στο αγρόκτημα αλλά
κανένα που να βγαίνει. Όμως, άλλοι μάρτυρες είπαν ότι το χιόνι είχε ήδη λιώσει
σε κάποια σημεία και δεν μπορούσε να είναι σίγουρη.
Οι ήχοι στη
σοφίτα: Η μικρή Καζίλια είπε στη δασκάλα της ότι άκουγε βήματα, όμως η
αστυνομία δεν βρήκε στοιχεία παραβίασης. Κάποιοι υποστήριξαν ότι οι θόρυβοι
μπορεί να προέρχονταν από ζώα.
Ο
Σλάιτενμπαουερ: Άλλοι μάρτυρες τον περιέγραψαν συγκλονισμένο από το θέαμα, ενώ
άλλοι τον εμφάνισαν ψυχρό και απόμακρο. Η ίδια του η μαρτυρία άλλαζε με τον
καιρό.
Τα αδιέξοδα
της αστυνομίας
Μερικοί
ερευνητές πίστευαν ότι το έγκλημα ήταν αποτέλεσμα οικογενειακών εντάσεων, άλλοι
ότι επρόκειτο για ληστεία που ξέφυγε από τον έλεγχο. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν
έλειπαν χρήματα από το σπίτι, άρα γιατί να ληστέψει κάποιος και να μείνει μέρες
μέσα;
Τα πιάτα ήταν
πλυμένα, το ψωμί κομμένο, η φωτιά αναμμένη. Όλα έδειχναν ότι κάποιος συνέχισε
τη ρουτίνα της οικογένειας μετά τις δολοφονίες. Όμως ποτέ δεν βρέθηκαν
δακτυλικά αποτυπώματα ή ίχνη που να συνδέουν συγκεκριμένο άτομο.
Στη διάρκεια
των ετών εξετάστηκαν περισσότεροι από 100 ύποπτοι. χωρικοί, στρατιώτες, ακόμα
και περαστικοί εργάτες. Κανείς δεν κατηγορήθηκε ποτέ επίσημα.
Η σκιά της
αιμομιξίας
Η υπόθεση έγινε
πιο σκοτεινή με τις φήμες για τη σχέση πατέρα και κόρης. Ορισμένοι αστυνομικοί
πίστευαν ότι αυτή η δυναμική μπορεί να οδήγησε σε βία εκ των έσω, όμως καμία
απόδειξη δεν βρέθηκε ότι ο δολοφόνος ήταν μέλος της οικογένειας.
Το απόλυτο
μυστήριο
Το γεγονός
ότι κανένα στοιχείο δεν ταίριαζε απόλυτα σε μία θεωρία δημιούργησε ένα αδιέξοδο
που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Αν ήταν
ληστεία, γιατί δεν πήραν τα χρήματα;
Αν ήταν
έγκλημα πάθους, γιατί σκότωσαν όλους, ακόμη και τα παιδιά;
Αν ήταν ο Σλάιτενμπαουερ,
γιατί δεν βρέθηκαν αποδείξεις;
Το
Hinterkaifeck έγινε έτσι μια από τις πιο σκοτεινές και ανεξήγητες σελίδες στην
ιστορία της ευρωπαϊκής εγκληματολογίας.
VI. ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ
Παρά το
πέρασμα σχεδόν ενός αιώνα, το μυστήριο του Hinterkaifeck εξακολουθεί να
προκαλεί έρευνες, ντοκιμαντέρ και αναλύσεις. Κανείς δεν κατάφερε να δώσει
οριστική απάντηση, αλλά έχουν διαμορφωθεί ορισμένες βασικές θεωρίες.
1. Ο Λορέντς
Σλάιτενμπαουερ
Η πιο
διαδεδομένη θεωρία θέλει τον Σλάιτενμπαουερ, γείτονα και εραστή της Βικτώριας,
να είναι ο δολοφόνος.
Κίνητρο: Η
οικονομική διαμάχη με την οικογένεια και η φημολογούμενη αιμομικτική σχέση της
Βικτώριας με τον πατέρα της. Αν το παιδί της Βικτώριας δεν ήταν δικό του, αλλά
του Γκρίμπερ, υπήρχε ισχυρό κίνητρο ζήλιας.
Στοιχεία
ενοχής: Είχε άμεση πρόσβαση στο αγρόκτημα, γνώριζε τη ρουτίνα τους και η
ψυχραιμία του την ημέρα της ανακάλυψης των πτωμάτων έμοιαζε ύποπτη. Δεν βρέθηκε
όμως ποτέ κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να τον συνδέει με το έγκλημα.
2. Ένας
περαστικός στρατιώτης ή ληστής
Άλλη θεωρία
υποστηρίζει ότι ένας άγνωστος, πιθανότατα πρώην στρατιώτης μετά τον Α΄
Παγκόσμιο Πόλεμο, εισέβαλε στο αγρόκτημα.
Στοιχεία: Οι
δεξιότητες χρήσης τσεκουριού, η άγρια φύση των φόνων και η πιθανότητα να έμεινε
στο σπίτι μετά, ταιριάζουν σε κάποιον με εμπειρία στις κακουχίες του πολέμου.
Από την άλλη δεν υπάρχουν ίχνη εισβολής, ούτε απόδειξη ότι κάποιο αντικείμενο
κλάπηκε.
3.
Εγκληματική πράξη εκ των έσω
Μερικοί
ερευνητές πιστεύουν ότι το έγκλημα έγινε από κάποιον της ίδιας της οικογένειας
ή από στενό συγγενή.
Στοιχεία: Η
γνώση του χώρου, η έλλειψη παραβίασης, η προσοχή στη φροντίδα του σπιτιού μετά
τις δολοφονίες.
Αντεπιχείρημα:
Όλοι οι ενοικούντες βρέθηκαν νεκροί, οπότε αυτό θα σήμαινε συμμετοχή συνεργού
που δεν ταυτοποιήθηκε ποτέ.
4. Μια
"συλλογική σιωπή" στο χωριό
Υπάρχει και η
θεωρία ότι το χωριό γνώριζε περισσότερα απ’ όσα παραδέχτηκε. Η οικογένεια δεν
ήταν αγαπητή, οι φήμες για αιμομιξία κυκλοφορούσαν παντού και ο Σλάιτενμπαουερ
είχε ισχυρή θέση στην κοινότητα.
Στοιχεία: Οι
ασαφείς καταθέσεις, οι αντιφάσεις και η έλλειψη προόδου στις έρευνες ενισχύουν
την υποψία συγκάλυψης. Δεν υπάρχειόμως τεκμήριο που να αποδεικνύει συνωμοσία.
5. Οι
μεταγενέστερες ερμηνείες
Στη δεκαετία
του 2000, η αστυνομία της Βαυαρίας επανεξέτασε τον φάκελο με σύγχρονες μεθόδους
εγκληματολογίας. Παρά την πρόοδο της τεχνολογίας, η υπόθεση παρέμεινε άλυτη. Η
τελική έκθεση έκλεισε χωρίς επίσημη απόδοση ευθυνών, με τη διατύπωση: «Υπάρχουν
ισχυρές ενδείξεις, αλλά καμία αδιάσειστη απόδειξη. Το έγκλημα του Hinterkaifeck
δεν μπορεί να λυθεί».
VII: ΤΟ HINTERKAIFECK ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ
Το έγκλημα
του Hinterkaifeck δεν έμεινε μόνο στις σελίδες των αστυνομικών αναφορών. Με τα
χρόνια απέκτησε μια σχεδόν μυθολογική διάσταση, που επηρέασε τόσο την τοπική
μνήμη όσο και την παγκόσμια κουλτούρα του «ανεξήγητου εγκλήματος».
Στα γύρω
χωριά, το αγρόκτημα έγινε τόπος φήμης και φόβου. Παιδιά μεγάλωναν ακούγοντας
ιστορίες ότι το σπίτι ήταν στοιχειωμένο, ότι τα φαντάσματα της οικογένειας
περπατούσαν στα χωράφια. Η γκρίζα μάζα των ερειπίων, που παρέμεινε για χρόνια
εγκαταλελειμμένη, λειτουργούσε σαν υλικό σύμβολο της σιωπής γύρω από την
υπόθεση.
Το
Hinterkaifeck έχει εμπνεύσει δεκάδες βιβλία – από καθαρά ιστορικές μελέτες
μέχρι λογοτεχνικά έργα που αντλούν από την ατμόσφαιρα του εγκλήματος.
Δημοσιογράφοι και συγγραφείς το έχουν συνδέσει με ευρύτερες συζητήσεις για την
κοινωνία της μεσοπολεμικής Γερμανίας, για την απομόνωση των αγροτικών
κοινοτήτων, ακόμη και για την κρυφή βία που κρυβόταν πίσω από τις «παραδοσιακές
αξίες».
Η υπόθεση
αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ντοκιμαντέρ και ταινίες. Το 2009 κυκλοφόρησε η
γερμανική ταινία “Hinter Kaifeck”, που αναπαρέστησε το κλίμα καχυποψίας και
τρόμου στο χωριό, χωρίς να δίνει οριστική λύση στο μυστήριο. Η υπόθεση έχει
παρουσιαστεί και σε τηλεοπτικά αφιερώματα true crime, ενώ δεν λείπουν και
αναφορές σε podcasts ή εκπομπές που εξερευνούν ανεξήγητα εγκλήματα.
Το
Hinterkaifeck συγκαταλέγεται σήμερα στις πιο διάσημες άλυτες υποθέσεις του 20ού
αιώνα, μαζί με την Τζακ τον Αντεροβγάλτη ή τη «Μαύρη Ντάλια». Η σκληρότητα του
εγκλήματος, το μυστήριο του δράστη και η αίσθηση ότι «όλοι ξέρουν αλλά κανείς
δεν μιλά» έχουν κάνει την ιστορία να ξεχωρίζει.
VIII – ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Περισσότερο
από έναν αιώνα μετά, το Hinterkaifeck παραμένει ένα μυστήριο. Οι έξι νεκροί δεν
βρήκαν ποτέ δικαίωση μέσα από την αποκάλυψη του ενόχου. Το αγρόκτημα
κατεδαφίστηκε τη δεκαετία του ’20, σαν να ήθελε η κοινότητα να σβήσει το
τραύμα. Στη θέση του σήμερα υπάρχει μόνο ένα μικρό μνημείο, μια πέτρα με τα
ονόματα των θυμάτων.
Κι όμως, η
υπόθεση δεν ξεθωριάζει. Παραμένει σημείο αναφοράς για ιστορικούς του
εγκλήματος, αντικείμενο φανατικής έρευνας για ερασιτέχνες ντετέκτιβ, πηγή
συζητήσεων σε φόρουμ και podcasts. Η αίσθηση ότι ο δράστης ίσως να ήταν γνωστός
στους κατοίκους του χωριού, και ότι το μυστικό θάφτηκε μαζί τους, τροφοδοτεί τη
γοητεία της υπόθεσης.