Εντ Γκιν: Ο απόλυτος American Psycho


Ο άνθρωπος πίσω τον χαρακτήρα του Νόρμαν Μπέιτς, του Leatherface και του Buffalo Bill. Έφτιαχνε στολή από ανθρώπινο δέρμα για να γίνει η μητέρα του και ζούσε μέσα σε ένα… μουσείου τρόμου

Την υπόθεση φρίκης του Εντ Γκιν (συχνά στον ελληνικό Τύπο αναφέρεται Γκέιν) επαναφέρει στο προσκήνιο η σειρά του Netflix «Monster», η οποία παρουσιάζει μια δραματοποιημένη εκδοχή της ζωής και των εγκλημάτων του. Λόγω της ακραίας ψυχοπάθειας η περίπτωση του Γκιν επηρέασε όσο καμία άλλη τη λαϊκή κουλτούρα και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για κορυφαίες κινηματογραφικές δημιουργίες (και όχι μόνο).

Απομόνωση και φόβος

O Έντουαρντ Θίοντορ Γκιν γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1906 στο Λα Κρος του Ουινσκόνσιν. Ήταν ο δεύτερος γιος του Τζορτζ Γκιν και της γερμανικής καταγωγής Ογκάστα Λέρκε.

Η Ογκάστα, βαθιά θρησκευόμενη Λουθηρανή, θεωρούσε τον κόσμο γεμάτο αμαρτία και διαφθορά. Στα μάτια της, κάθε γυναίκα (πλην της ίδιας) ήταν πηγή αμαρτίας, πειρασμού και καταστροφής. Ο άντρας της, Τζορτζ Γκιν, ήταν αλκοολικός άντρας που άλλαζε συχνά δουλειές και χτυπούσε τα δύο αγόρια.

Η ανατροφή των δύο παιδιών, του Εντ και του μεγαλύτερου αδελφού του Χένρι, ήταν αποκλειστικά έργο της μητέρας τους. Η Ογκάστα τους μεγάλωσε με έναν αυστηρό, θρησκευτικό φανατισμό, γεμάτο με απειλές για θεϊκή τιμωρία και αιώνια κόλαση. Κάθε απόγευμα διάβαζε από τη Βίβλο χωρία για την πορνεία, τη δαιμονική φύση της γυναίκας, την τιμωρία των αμαρτωλών. Ο Έντ λάτρευε τη μητέρα του και σταδιακά ανέπτυξε εμμονή μαζί της.

Ο Έντ ήταν ακόμα παιδί όταν ο Τζορτζ Γκιν αποφάσισε να πουλήσει το οπωροπωλείο που είχε στο Λα Κρος και να αγοράσει μια φάρμα στο μικρό χωριό Πλέινφιλντ.

Η φάρμα, η οποία βρισκόταν στο κέντρο μιας τεράστιας έκτασης 630 στρεμμάτων, έγινε η μόνιμη κατοικία και τόπος απομόνωσης των Γκιν. Το ιδανικό σκηνικό για την Ογκάστα που ήταν πεπεισμένη ότι τα αγόρια της θα έσωζαν την ψυχή τους αν έκοβαν την επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Τιμωρούσε τα παιδιά όταν έκαναν φίλους και τους επαναλάμβανε πως όλοι θέλουν να τους οδηγήσουν στην αμαρτία.

Ο Έντ έφευγε από την φάρμα μόνο για να πάει σχολείο και στη συνέχεια έκανε δουλειές στο σπίτι και στα χωράφια. Οι δάσκαλοι τον έχουν περιγράψει ως ένα ήσυχο-ντροπαλό παιδί με «αποσπασμένο βλέμμα», που χαμογελούσε χωρίς λόγο και απέφευγε κάθε κοινωνική επαφή.

Τρεις θάνατοι

Την Πρωταπριλιά του 1940 ο Τζορτ Γκιν πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 66 ετών. Τα αγόρια αναγκάστηκαν να βγουν εκτός φάρμας για να κάνουν διάφορες δουλειές. Μάλιστα ο Εντ συχνά πρόσεχε τα παιδιά των γειτόνων του.

Στις 16 Μαΐου 1944 τα αδέλφια έκαιγαν χόρτα όταν η φωτιά ξέφυγε από τον έλεγχο τους. Κλήθηκε η πυροσβεστική και όταν πλέον έσβησε η πυρκαγιά ο Χένρι είχε εξαφανιστεί. Άμεσα ξεκίνησε η αναζήτηση του και τελικά τον εντόπισαν νεκρό. Ήταν μπρούμυτα στο χώμα και δεν έφερε εγκαύματα ή τραύματα. Ο γιατρός που εξέτασε το πτώμα έκρινε ότι η αιτία θανάτου ήταν ασφυξία από τον καπνό. Αργότερα θα κυκλοφορήσουν θεωρίες ότι ο Εντ είχε σκοτώσει τον αδελφό του χωρίς όμως να υπάρχει κάποιο στοιχείο γι’ αυτό. Είναι πιθανότατα μια εικασία η οποία αναπτύχθηκε μετά την αποκάλυψη των εγκλημάτων.

Μετά και τον θάνατο του αδελφού του, ο Εντ έμεινε μόνος με τη μητέρα του. Όπως έχει αφηγηθεί ο ίδιος, κάποια στιγμή μέσα στο 1945, επισκέφθηκε, μαζί με τη μητέρα του, έναν γείτονα, ο οποίος ονομαζόταν Σμιθ, για να αγοράσουν άχυρο.

Όταν έφτασαν στη φάρμα του Σμίθ, τον είδαν να χτυπά άγρια έναν σκύλο. Μια γυναίκα βγήκε από το σπίτι και φώναξε στον Σμιθ να σταματήσει αλλά εκείνος τελικά σκότωσε τον σκύλο.

«Η μητέρα αναστατώθηκε πάρα πολύ. Όχι από το γεγονός ότι ο Σμιθ σκότωσε το σκυλί αλλά από την παρουσία της γυναίκας. Άρχισε να φωνάζει λέγοντας ότι δεν έχει καμία δουλειά εκεί αφού δεν είναι παντρεμένη με τον Σμιθ και την αποκαλούσε πόρνη. Από την ένταση υπέστη εγκεφαλικό και λίγο αργότερα ακολούθησε ένα ακόμα. Τελικά πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου 1945 σε ηλικία 67 ετών. Ο Εντ είχε πλέον μείνει απολύτως μόνος σε έναν κόσμο με τον οποίο δεν είχε μάθει να επικοινωνεί.

Μετά τον θάνατο και της μητέρας του ο Εντ βυθίστηκε στο πένθος και την παράνοια. Έκλεισε με σανίδες τα παράθυρα των περισσότερων δωματίων και δεν τα χρησιμοποιούσε. Ζούσε σε έναν μικρό χώρο δίπλα στην κουζίνα και απέκτησε μια εμμονή με τα περιοδικά και τις ιστορίες μυστηρίου, κυρίως εκείνες που μιλούσαν για κανιβαλισμό και τα εγκλήματα των Ναζί. Τον εξίταραν ιδιαίτερα η ιστορίες με την Ίλζε Κοχ, τη σύζυγο ενός Ναζί αξιωματικού, την οποία κατηγορούσαν ότι έφτιαχνε αντικείμενα από το δέρμα κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.  

Η αποκάλυψη της φρίκης

Το πρωινό της 16ης Νοεμβρίου 1957 η ιδιοκτήτρια ενός καταστήματος με εργαλεία στο Πλέινφιλντ εξαφανίστηκε. Ήταν η 58χρονη Μπερνίς Γουόρντεν και ο γιός της Φρανκ ήταν βοηθός σερίφη στο χωριό. Στο κατάστημα βρήκαν αίμα στο πάτωμα και διαπίστωσαν ότι έλειπαν τα χρήματα από το ταμείο.

Το προηγούμενο βράδυ ο Φρανκ Γουόρντεν είχε δει τον Εντ Γκιν στο μαγαζί της μητέρας του. Είχε πληρώσει για ένα γαλόνι αντιψυκτικό και θα περνούσε το επόμενο πρωί να το πάρει. Ο Γκιν συνελήφθη ενώ αγόραζε φρούτα και ακολούθησε η έρευνα στην φάρμα του.

Ο Φρανκ Γουόρντεν μπήκε πρώτα σε μια καλύβα. Εκεί βρήκε το γυμνό,  αποκεφαλισμένο πτώμα μιας γυναίκας. Ήταν κρεμασμένο ανάποδα με ανοιχτά τα πόδια και ανοιγμένο από τα γεννητικά όργανα ως τον λαιμό, τα εσωτερικά όργανα έλειπαν. Όπως θα αποδειχθεί αργότερα το πτώμα ανήκει στην μητέρα του. Ο Γκιν την είχε σκοτώσει με ένα 22άρι τουφέκι.

Μπαίνοντας στο σπίτι οι αστυνομικοί ήρθαν αντιμέτωποι με μια αδιανόητη εικόνα. Ο Γκιν το είχε μετατρέψει σε ένα μουσείο φρίκης. Συγκεκριμένα βρήκαν:

-Ανθρώπινα κόκκαλα

-Ένα καλάθι φτιαγμένο από ανθρώπινο δέρμα

-Καρέκλες ενδεδυμένες με ανθρώπινο δέρμα.

-Ανθρώπινα κρανία.

-Μπολ φτιαγμένα από το πάνω μέρος ανθρώπινων κρανίων.

-Έναν κορσέ φτιαγμένο από γυναικείο δέρμα.

-Καλσόν φτιαγμένο από γυναικείο δέρμα

-Μάσκες από το δέρμα του προσώπου γυναικών.

-Το δέρμα από το πρόσωπο μια γυναίκας (θα αποδειχθεί ότι ήταν η Μαίρη Χόγκαν) σε μια χάρτινη σακούλα.

-Το κρανίο της Μαίρη Χόγκαν.

-Το κεφάλι της Μπερνίς Γουόρντεν μέσα σε έναν σάκο και η καρδιά σε πλαστική σακούλα.

-Εννέα αιδοία σε ένα κουτί παπουτσιών.

-Το φόρεμα ενός νεαρού κοριτσιού και μαζί δύο αιδοία κοριτσιών περίπου 15 ετών.

-Μια ζώνη φτιαγμένη από ανθρώπινες θηλές

-Τέσσερις μύτες

-Δύο κομμένα χείλη.

-Ένα λαμπατέρ ενδεδυμένο με δέρμα από ανθρώπινο πρόσωπο.

-Νύχια γυναικών.

Οι αρχές πίστεψαν ότι είχαν να κάνουν με έναν κατά συρροή δολοφόνο με δεκάδες θύματα.

«Ήταν σαν να μπήκαμε σε μια κόλαση που είχε χτιστεί από τα χέρια ενός ανθρώπου» θα πει ο σερίφης Αρτ Σλέι.

Ο Γκιν ομολόγησε τον φόνο της Γουόρντεν αλλά και αυτόν της 51χρονης Μαίρη Χόγκαν η οποία ήταν ιδιοκτήτρια ταβέρνας στην περιοχή. Αποκάλυψε πως από το 1947 έως τη σύλληψη του επισκεπτόταν συχνά νεκροταφεία και έπαιρνε φρεσκοθαμμένα πτώματα. «Ήμουν σε αυτή τη ζάλη όταν το έκανα. Πήγα περίπου 30 φορές σε νεκροταφεία αλλά τις περισσότερες φορές η ζάλη έφευγε και δεν έκανα τίποτα. Τελικά άνοιξα εννέα τάφους» θα πει.

          Τα δύο θύματα του Εντ Γκιν. Η Μπεατρίς Γουόρντεν (αρ.) και η Μαίρη Χόγκαν

Ο Γκιν αναζητούσε πτώματα γυναικών που έμοιαζαν στην μητέρα του. Στόχος του ήταν να δημιουργήσει μια «στολή γυναίκας» όπως θα πει. «Ήθελα να γίνω η μητέρα μου, κυριολεκτικά να μπω στο δέρμα της» ομολόγησε και αρνήθηκε ότι κακοποιούσε σεξουαλικά τα πτώματα που πήγαινε στη φάρμα του. Του έδινε όμως μεγάλη ικανοποίηση να φτιάχνει αντικείμενα από το δέρμα και τα οστά, όπως διάβαζε στις ιστορίες για την Ίλζε Κοχ. «Εκείνα τα έφτιαξα από τα σώματα που ξέθαψα. Δεν ήξερα ότι ήταν λάθος να κρατάω πράγματα από ανθρώπους που είχαν πεθάνει» θα πει. Ο σερίφης Σλέι θυμάται: «Μιλούσε σαν να περιέγραφε μια επισκευή στη φάρμα του. Είχε πλήρη επίγνωση των πράξεων του, αλλά όχι της φρίκης τους».

Η αρχική ομολογία του Γκιν δεν έγινε αποδεκτή καθώς όπως αποδείχθηκε ο σερίφης τον είχε χτυπήσει. Ο Αρτ Σλει πέθανε το 1968 από καρδιακή προσβολή και όσοι τον γνώριζαν υποστηρίζουν ότι ποτέ δεν ξεπέρασε όσα είδε κι όσα βίωσε στην υπόθεση του Γκιν.

«Δεν υπάρχει αίσθημα ενοχής, μόνο μια ανάγκη ολοκλήρωσης»

Η αποκάλυψη της φρίκης συγκλόνισε την Αμερική και έγινε πρώτο θέμα στον Τύπο της εποχής. Το θέμα βέβαια που προέκυψε είναι αν αυτός ο άνθρωπος μπορεί να οδηγηθεί σε δίκη. Οι ψυχίατροι του Κρατικού Νοσοκομείου της Ουισκόνσιν κατέληξαν ότι ο Γκιν έπασχε από σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου. Είχε πλήρη αποσύνδεση από την πραγματικότητα και ζούσε σε έναν φανταστικό κόσμο όπου η μητέρα του παρέμενε «παρούσα».

Ο ψυχίατρος Δρ. Τζορτζ Άρντερσον, που τον εξέτασε πρώτος,  ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο Έντ δεν έχει συνείδηση της εγκληματικής του φύσης. Αντιλαμβάνεται τις πράξεις του ως ιεροτελεστία. Δεν υπάρχει αίσθημα ενοχής, μόνο μια ανάγκη ολοκλήρωσης.»

Η ιατροδικαστική επιτροπή αποφάσισε ότι ο Γκιν δεν ήταν ικανός να δικαστεί, και το 1958 τον έστειλε στο Central State Hospital for the Criminally Insane.

Το 1968, μετά από συνεχείς ψυχολογικές παρακολουθήσεις, οι γιατροί αποφάνθηκαν ότι είχε ανακτήσει την ικανότητα να δικαστεί.

Η δίκη ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου 1968 και διήρκεσε μόλις μία εβδομάδα. Ο Γκιν δήλωσε ένοχος για ανθρωποκτονία πρώτου βαθμού, αλλά χωρίς επίγνωση των πράξεων του.Ο δικαστής Ρόμπερτ Γκόλμαρ αποφάσισε ότι ο κατηγορούμενος ήταν ένοχος αλλά ψυχικά ασθενής, και έτσι επέστρεψε στο νοσοκομείο.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, ο Γκιν παρέμενε ήρεμος, σχεδόν απαθής. Όταν τον ρώτησαν αν μετάνιωσε, απάντησε: «Δεν νομίζω ότι έκανα κακό. Απλώς… δεν ήθελα να είμαι μόνος». Ο δημοσιογράφος Χάρολντ Στάιν, που κάλυψε τη δίκη για τη Milwaukee Sentinel, έγραψε τότε: «Ο Γκιν δεν είναι το τέρας που περιμένεις να δεις. Είναι ένας άνθρωπος που μοιάζει να έχει παγιδευτεί ανάμεσα σε δύο κόσμους. Τον πραγματικό και έναν δικό του, πιο σκοτεινό, όπου ο θάνατος δεν είναι τέλος αλλά παρηγοριά».

Η μυθολογία για τη μητέρα του

«Μου μιλούσε τη νύχτα. Μου έλεγε ότι υπήρχαν γυναίκες εκεί έξω που της έμοιαζαν. Έπρεπε να τις βρω. Έπρεπε να τη φέρω πίσω. Ήθελα να γίνω εκείνη για λίγο. Ήθελα να νιώσω πώς ήταν να είσαι γυναίκα σαν τη μαμά» έχει πει ο Εντ Γκιν.

Η μητέρα του (φωτό πάνω) έπαιξε τεράστιο ρόλο στην ψυχοσύνθεση του και ήταν ο καταλυτικός παράγοντας για τα εγκλήματα του. Γύρω της αναπτύχθηκε μια ολόκληρη μυθολογία που τελικά επικράτησε των γεγονότων.

Πλέον στη συλλογική μνήμη έχει επικρατήσει πως ο Εντ Γκιν είχε ξεθάψει το πτώμα της μητέρας του και το κρατούσε μαζί του στο σπίτι ως τη σύλληψη του. Αυτό δεν είναι αλήθεια.

Ο Γκιν έχει ομολογήσει πως επισκεπτόταν πολύ συχνά τον τάφο της μητέρας του και «μιλούσε» μαζί της αλλά ποτέ δεν επιχείρησε να την ξεθάψει.  

Το «χαμένο» ντοκιμαντέρ

Το 1975 οι κορυφαίοι δημιουργοί ντοκιμαντέρ Βέρνερ Χέρτζογκ και Έρολ Μόρις ξεκίνησαν ένα πρότζεκτ για να παρουσιάσουν την υπόθεση του Γκιν. Ο Μόρις επισκέφθηκε τον Εντ Γκιν πολλές φορές στο ψυχιατρείο και μίλησε μαζί του επί ώρες.  Έκαναν συνεντεύξεις με κατοίκους του Πλέινφιλντ, οι οποίοι γνώριζαν τον Γκιν, και σχεδίαζαν να κάνουν εκταφή στα λείψανα της μητέρας του για να αποδείξουν όσα υποστήριξε και να βάλουν τέλος στη μυθολογία. Το πρότζεκτ δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και οι συζητήσεις του Έρολ Μόρις με τον Γκιν δεν έχουν δημοσιευθεί.

Από τη φρίκη στη λαϊκή κουλτούρα

Η φρίκη που αποκαλύφθηκε στο σπίτι του Γκιν τροφοδότησε σχεδόν αμέσως τη φαντασία των συγγραφέων και των κινηματογραφιστών. Το 1959, ο συγγραφέας Ρόμπερτ Μπλοχ, που ζούσε μόλις 50 μίλια μακριά από το Πλαινφιλντ, εμπνεύστηκε από την υπόθεση για να γράψει το «Psycho».

Ένας μοναχικός άνδρας, προσκολλημένος στη μητέρα του, ζει σε ένα απομονωμένο σπίτι και μεταμφιέζεται σε εκείνη για να σκοτώνει. Έτσι γεννήθηκε ο Νόρμαν Μπέιτς του οποίου την ιστορία μετέφερε αριστουργηματικά στο «πανί» ο Άλφρεντ Χίτσκοκ.

Αργότερα, το ίδιο μοτίβο, η σιωπηλή επαρχιακή φρίκη, τα τρόπαια από ανθρώπινο δέρμα, ο τρόμος που ξεπηδά από την καθημερινότητα,  έγινε ο πυρήνας για δύο ακόμα θρύλους: Τον Leatherface του The Texas Chainsaw Massacre (1974) και τον Buffalo Bill της Σιωπής των Αμνών (1991). Η επιρροή του Έντ Κιν πλανάται σαν σκιά πάνω από ολόκληρο το είδος του αμερικανικού horror.

Η μοίρα του σπιτιού των Γκιν

Το αγρόκτημα του Πλαινφιλντ προσέλκυσε άμεσα πλήθος ανθρώπων. Δημοσιογράφοι, συγγραφείς, σκηνοθέτες, άτομα που έλκονται από τον τρόμο και απλά περίεργοι. Η φάρμα θα έβγαινε σε δημοπρασία στις 30 Μαρτίου 1958. Δέκα μέρες πριν το σπίτι καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά. Υπάρχουν βάσιμες υποψίες για εμπρησμό αν και ποτέ δεν αποδείχθηκε. Όταν ο Γκιν ενημερώθηκε πως το σπίτι του κάηκε είπε: «Ευτυχώς».

Το αυτοκίνητο του, ένα Ford σεντάν με το οποίο μετέφερε τα πτώματα στο σπίτι του, αγοράστηκε από τον ιδιοκτήτη τσίρκου Μπάνι Γκίμπονς ο οποίος στη συνέχεια χρέωνε 25 σεντς για να το δεις. Όταν το ενδιαφέρον για την υπόθεση του Γκιν καταλάγιασε ο Γκίμπονς πιθανότατα πούλησε το αυτοκίνητο σε κάποιον συλλέκτη. Κανείς δεν γνωρίζει που βρίσκεται σήμερα.

Η ζωή στο ψυχιατρείο και ο θάνατος

Στο Central State Hospital και αργότερα στο Mendota Mental Health Institute, ο Γκιν θεωρήθηκε υπόδειγμα κρατουμένου.

Φρόντιζε τον κήπο, βοηθούσε στην κουζίνα, και περνούσε ώρες διαβάζοντας την Αγία Γραφή ή περιοδικά εγκληματολογίας.

Όταν ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε το 1978 πώς περνάει, εκείνος απάντησε χαμογελώντας: «Όλα είναι εντάξει εδώ. Ο αέρας είναι καθαρός και το φαγητό καλό. Δεν υπάρχουν γυναίκες, αλλά… ίσως είναι καλύτερα έτσι». Ποτέ δεν μίλησε ξανά δημόσια για τα εγκλήματά του. Πέθανε στις 26 Ιουλίου 1984, από αναπνευστική ανεπάρκεια στο νοσοκομείο όπου έζησε σχεδόν 30 χρόνια. Ήταν 77 ετών.

Τάφηκε στο Πλέινφιλντ , ανάμεσα στους γονείς και τον αδελφό του. Η πέτρα που τοποθετήθηκε πάνω από τον τάφο του βανδαλίστηκε και το 2000 κλάθηκε. Βρέθηκε έναν χρόνο μετά κι έχει αποθηκευτεί. Ο τάφος του δεν έχει πλέον επιγραφή.  

Η φωνή του Εντ Γκιν

To 2022 η μίνι σειρά ντοκιμαντέρ «Psycho: The Lost Tapes of Ed Gein» παρουσίασε εκπληκτικά ηχητικά ντοκουμέντα. Για πρώτη φορά το κοινό άκουσε τη φωνή του Γκιν. Πρόκειται για ηχογραφήσεις από την ανάκριση του με τον Γκιν να μιλάει για τα όσα έκανε. Με τυπική προφορά της περιοχής ο Γκιν ακούγεται ήρεμος επιχειρεί να δώσει εξήγηση στη φρίκη. Τα ντοκουμέντα αποτέλεσαν και σημείο κριτικής για τη σειρά του Netflix καθώς ο πρωταγωνιστής Τσάρλι Ούναμ επιλέγει έναν πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ομιλίας, τον οποίο ο Γκιν δεν είχε. Ακολουθεί ηχητικό ντοκουμέντο με την πραγματική φωνή του Εντ Γκιν.

Επίλογος

Οι αρχές επιχείρησαν να συνδέσουν τον Γκιν και με άλλους φόνους αλλά δεν υπήρχαν στοιχεία. Οι ψυχίατροι συμφωνούν ότι θα είχε ομολογήσει, αν ήταν υπεύθυνος για περισσότερες δολοφονίες. Η ψυχίατρος Δρ. Έλενα Νέλσον, που μελέτησε την περίπτωση του, αναφέρει: «Ο Γκιν δεν είχε επιθυμία για φόνο. Είχε επιθυμία για αποκατάσταση. Ο θάνατος, για εκείνον, ήταν απλώς ένα μέσο επανασύνδεσης με τη μητέρα του».

Η ακραία φύση της παράνοιας του και οι κινηματογραφικές περσόνες που ενέπνευσε θα κρατούν για πάντα ζωντανό τον μύθο του.