Η ιστορία της Αικατερίνης Δημητρέα που σκότωσε τέσσερα μέλη της οικογένειας της με παραθείο. Οι ισχυρισμοί της, η δίκη και η εκτέλεση
Στην ιστορία του ελληνικού ποινικού δικαίου λίγες είναι οι περιπτώσεις εκείνες που έχουν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά του κατά συρροή δολοφόνου. Να είναι δηλαδή υπεύθυνος για τρεις ή περισσότερες ανθρωποκτονίες με πρόθεση σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Όταν μάλιστα μιλάμε για γυναίκες οι περιπτώσεις είναι πραγματικά ελάχιστες.
Αυτό ίσως
κάνει και τόσο ξεχωριστή την περίπτωση της Αικατερίνης Δημητρέα η οποία δολοφόνησε
τέσσερα μέλη της οικογένειας της και έμελλε να είναι η τελευταία γυναίκα που
εκτελέστηκε στην Ελλάδα, πριν η θανατική ποινή καταργηθεί.
Τα πρώτα χρόνια
Η Αικατερίνη
Λουκαρέα γεννήθηκε το 1920. Η οικογένεια της ήταν πολυμελής και αγροτική.
Παντρεύτηκε σε μικρή ηλικία και απέκτησε μια κόρη. Η ίδια υποστηρίζει ότι ο
άντρας της την εγκατέλειψε. Κράτησε όμως το Δημητρέα, που ήταν το επίθετο του.
Εγκαταστάθηκε
στη Στούπα Μεσσηνία, μαζί με την κόρη της Στέλλα, όπου έμεναν και τα περισσότερα μέλη της οικογένεια της. Η Αικατερίνη
έπασχε από μερική ημιπάρεση, με αποτέλεσμα το αριστερό της πόδι και χέρι να
είναι πιο αδύναμα από ότι το υπόλοιπο σώμα της. Όσοι τη γνώριζαν θα μιλήσουν
για μια γυναίκα ήσυχη που επιβίωνε δύσκολα με το επίδομα της πρόνοιας. Κάποιοι
θα καταθέσουν ότι οι σχέσεις της με την υπόλοιπη οικογένεια, και ειδικά με τη
μητέρα της δεν ήταν καλές. Υπήρχαν εντάσεις και η Αικατερίνη θεωρούσαν από τους
συγγενείς της «βάρος».
Τα
εγκλήματα
Στις 27
Μαΐου 1962 η Αικατερίνη δίνει στη μητέρα της Στεφούλα Λουκαρέα (80 ετών) ένα
πιάτο μακαρόνια. Η ηλικιωμένη τα τρώει και παραπονιέται ότι έχει έντονους πόνους
στη κοιλία. Στη συνέχεια παθαίνει κρίση και τελικά πέφτει νεκρή. Η Αικατερίνη
έχει βάλει στα μακαρόνια παραθείο. Ο γιατρός που εξέτασε το πτώμα της Στεφούλας
Λουκαρέα κατέληξε συμπέρασμα ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή. Με δεδομένο ότι
η γυναίκα αντιμετώπιζε χρόνια
καρδιολογικά προβλήματα κανείς δεν υποπτεύθηκε κάτι.
Έχοντας
πετύχει στην πρώτη της δολοφονίας η Αικατερίνη θεωρεί ότι μπορεί να προχωρήσει
και να μείνει ατιμώρητη. Στις 19 Ιουλίου βάζει παραθείο στον καφέ της ξαδέλφης της,
Ποτούλας Τσιλιγονέα. Η 40χρονη υπέστη σπασμούς και χτυπά το κεφάλι της στο
πάτωμα, με αποτέλεσμα να προκληθεί σοβαρό κάταγμα στο κρανίο. Η αυτοψία απέδωσε
εσφαλμένα την αιτία θανάτου στην πτώση και κάταγμα. Ο θάνατος της γυναίκας
θεωρήθηκε ατύχημα, χωρίς να διερευνηθούν τα αίτια που οδήγησαν σε αυτόν.
Λίγες μέρες μετά
επιχειρεί να δολοφονήσει με δηλητήριο στον καφέ και τον 45χρονο αδελφό της,
Κωνσταντίνο Λουκαρέα. Ο άντρας όμως μεταφέρθηκε έγκαιρα στο νοσοκομείο, υποβλήθηκε
σε πλύση στομάχου, και ανάρρωσε. Στις 6 Αυγούστου όμως η Αικατερίνη του ρίχνει
παραθείο στα αυγά που του είχε φτιάξει. Στην επακόλουθη αυτοψία, η αιτία
θανάτου κρίθηκε ως «καρδιακή προσβολή έπειτα από κρίση χολής». Το πρόβλημα στη
χολή είχε εντοπιστεί κατά την προηγούμενη επίσκεψη του Λουκαρέα στο νοσοκομείο
και θεωρήθηκε ότι από αυτό πέθανε. Στο χωριό άρχισαν να μιλούν για κατάρα που
βαραίνει την οικογένεια.
Έναν μήνα
μετά 6/9/62) η Αικατερίνη δολοφονεί ακόμα κι ένα παιδί. Είναι ο 5χρονος ανιψιός
της, Ηλίας Πίτσουλας στον οποίο δίνει λουκούμι με παραθείο. Ο μικρός πεθαίνει
καθ' οδόν προς το νοσοκομείο της Καλαμάτας και αυτή τη φορά δεν υπάρχει αμφιβολία
πως κάτι συμβαίνει. Η μητέρα του παιδιού ενημερώνει τις αρχές και δίνεται
εντολή να αναβληθεί η ταφή. Γίνεται νεκροψία στην Καλαμάτα και εξετάσεις από το
Τοξικολογικό Εργαστήριο Αθηνών όπου εντοπίζεται το παραθείο.
Σύλληψη και ομολογία
Η Αικατερίνη
συλλαμβάνεται και στις 10 Σεπτεμβρίου, παρουσία του προέδρου της τοπικής
κοινότητας και ενός αγροφύλακα που εμφανίστηκαν σαν υποστηρικτές της, ομολογεί
ενώπιον των αξιωματικών της χωροφυλακής, Υποστηρίζει ότι δολοφόνησε τέσσερα μέλη
της οικογένειας της γιατί σχεδίαζαν να την διώξουν από το σπίτι.
«Η μάνα μου
ήθελε να με διώξει από το σπίτι, το ίδιο και ο αδελφός μου! Και η νύφη μου
έβαζε λόγια για με να αφήσουν να πεθάνω της πείνας και εγώ και η κόρη μου» θα
πει και θα υποστηρίζει: «Με βασάνιζε συνεχώς η μάνα μου και ο αδελφός μου με
έδερνε. Ήμουν μια φτωχή γυναίκα που την εγκατέλειψε ο άνδρας της και έπρεπε να
ζήσω το μικρό μου κοριτσάκι, αλλά μου φερόντουσαν όλοι εχθρικά. Με πίεζαν να
κάνω όλες τις δουλειές αν και ήξεραν πως είμαι άρρωστη κι έπασχα από την καρδιά
μου. Κάθε ώρα μου έλεγαν να φύγω από το σπίτι. Γι αυτό κι εγώ τους εκδικήθηκα.
Με μισούσαν όλοι. Θέλαν το κακό μου»
Ακολουθεί στις
12 Σεπτεμβρίου 1962 η εκταφή των υπολοίπων τριών θυμάτων κι επιβεβαιώνεται η παρουσία
παραθείου στα σώματα τους.
«Ήθελα να εξαφανιστεί όλο το χωριό»
Η Αικατερίνη
πηγαίνει τις αρχές στο απόθεμα παραθείου και υδράργυρου (τον οποίο σκόπευε
αρχικά να χρησιμοποιήσει) που έκρυβε σε εκκλησία του χωριού. Σε δημοσιογράφους
που περιμένουν έξω από την υποδιεύθυνση χωροφυλακής Καρδαμύλης φέρεται να
δηλώνει: «Έριξα παραθείο στα μακαρόνια της μάνας μου για να γίνουν πιο…
νόστιμα. Στα αυγά του αδελφού μου έβαλα δηλητήριο για να δει πόσο… καλή
μαγείρισσα είμαι».
Στις ανακρίσεις
που ακολουθούν προχωρά σε αποκαλύψεις που συγκλονίζουν. «Στο μνημόσυνο του αδερφού μου είχα αποφασίσει
να βάλω παραθείο στα κόλλυβα, να εξαφανιστεί όλο το χωριό από προσώπου γης»
λέει και ισχυρίζεται ότι είχε επίσης προσπαθήσει να δηλητηριάσει τη σύζυγο του
αδελφού της και την 4χρονη ανιψιά της Ανθούλα Θωμέα, αλλά δεν τα κατάφερε,
καθώς δεν δέχτηκαν το κοτόπουλο και τα ρόδια που τους είχε προσφέρει.
Βασιζόμενος
σε αυτούς τους ισχυρισμούς ο δικηγόρος της Αικατερίνης, Ηλίας Μπέζας
υποστηρίζει ότι η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και
δεν πρέπει να δικαστεί. Ως αποτέλεσμα,
της επιβλήθηκε ψυχιατρική αξιολόγηση στο Δημόσιο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο στο
Δαφνί. Τα αποτελέσματα της εξέτασης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είχε νοημοσύνη
κάτω του μέσου όρου και πιθανώς έπασχε από κάποιο νευρολογικό πρόβλημα, αλλά
παρόλα αυτά ήταν σε θέση να κρίνει κατά τη διάπραξη των εγκλημάτων.
Χαρακτηριστικά
η γνωμάτευση ανέφερε:
«Η νοημοσύνη
της Αικ. Δημητρέα ελεγχθείσα κλινικώς και εργαστηριακώς δια ψυχολογικών
δοκιμασιών ευρέθη ότι κείται στο μεταίχμιον του κατωτάτου ορίου του μέσου όρου
της ανθρωπίνης ανθρωπίνης διανοήσεως και της διανοητικής καθυστερήσεως , η ως
άνω δεν εμφανίζει ενεργά στοιχεία ψυχώσεως, αι σωματικαί παθήσεις της και εν
γένει αι άθλιαι συνθήκαι υφ’ ας έζη κατά τα τελευταία έτη, ασφαλώς επέδρασαν εν
συνδυασμώ και προς την συναισθηματική της ανωριμότητα εις την διαμόρφωσιν του
ανωμάλου χαρακτήρος και πιθανώς ερμηνεύουν, εις τινά βαθμόν, τας αντικειμενικάς
αντιδράσεις της».
Ένοχη
Το
δικαστήριο κρίνει ότι το κίνητρο πίσω από τις τέσσερις δολοφονίες ήταν να
κληρονομήσει το σπίτι της οικογένειας. Θεώρησαν ότι οι ισχυρισμοί της ήταν
απλώς ένα τέχνασμα προκειμένου να γλιτώσει την ποινή. Στο δικαστήριο του Ναυπλίου
ο εισαγγελέας Ζ. Φατούρος αναφέρει: «Ότανανέλαβα την υπόθεση, αισθάνθηκα δέος,
σκεπτόμενος ότι θα ήμουνα υποχρεωμένος να αντικρύσω αυτή την “ύαινα της
κόλασης”, που χωρίς δισταγμό έστειλε στον τάφο τέσσερις ανθρώπους και θα
έστελνε όλο το χωριό αν δεν απεκαλύπτετο. Από την ακροαματική διαδικασία
απεδείχθη ότι η κατηγορουμένη έχει απολύτως σώας τας φρένας της». Η ίδια η
Αικατερίνη ισχυρίζεται ότι πλέον δεν μπορούσε να θυμηθεί όσα είχε κάνει.
Στις 8 Μαΐου
1963, η Αικατερίνη Δημητρέα κρίθηκε ένοχη για τέσσερις φόνους και δύο απόπειρες
ανθρωποκτονίας. Της επιβάλλεται τετράκις η ποινή του θανάτου και 15ετή κάθειρξη
για απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
Η εκτέλεση
Για περίπου
δύο χρόνια έγιναν προσπάθειες να ανατραπεί η απόφαση, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τις
πρώτες πρωινές ώρες της 10ης Απριλίου 1965 μεταφέρθηκε στο πεδίο βολής στο
Γουδί όπου κι εκτελέστηκε διά τυφεκισμού σε ηλικία 42 ετώ. Έγινε έτσι η
τελευταία γυναίκα που εκτελείται στη χώρα μας πριν από την κατάργηση της
θανατικής ποινής.
Συνολικά
τέσσερις γυναίκες έχουν οδηγηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα. Συνοπτικά:
Σταυρούλα
Γκουβούση, «η δολοφόνος για λόγους τιμής».
Εκτελέστηκε
στον Άγιο Ιωάννη Θεολόγο Υμηττού στις 27 Αυγούστου 1960.
Αθανασία,
Αγγελινού, «η συζυγοκτόνος της Πεύκης».
Εκτελέστηκε
στο Γουδί στις 4 Οκτωβρίου του 1962.
Αλεξάνδρα
Μέρδη, «η δολοφόνος με το παραθείο».
Εκτελέστηκε
στον Άγιο Ιωάννη Θεολόγο Υμηττού στις 4 Σεπτεμβρίου 1962.
Αικατερίνη
Δημητρέα, «η δηλητηριάστρια της Μάνης».
Εκτελέστηκε
στο Γουδί στις 10 Απριλίου 1965.