«Μας μίλησε με λεπτομέρειες για κάθε φόνο του. Μας είπε για τις χειροπέδες και μας έδειξε το κόλπο με το σχοινί«


Ο δικηγόρος που υπερασπίστηκε τον Τζον Γουέιν Γκέισι αποκαλύπτει. Ο κλόουν-δολοφόνος ομολόγησε τα πάντα στον Σαμ Αμιράντε. Πώς σκότωσε 34 νεαρά αγόρια και γιατί πέρασε απαρατήρητος για έξι χρόνια

«Ως δικηγόρος ήταν το καθήκον μου. Δεχόμουν μηνύματα μίσους από παντού. Απειλούσαν εμένα και την οικογένεια μου. Υπήρχε κόσμος που ήθελε να με σκοτώσει. Όμως πίστευα και πιστεύω ότι ακόμα κι ένας κατά συρροή δολοφόνος έχει το δικαίωμα υπεράσπισης» λέει ο Σαμ Αμιράντε, ο οποίος ανέλαβε την υπεράσπιση του Τζον Γουέιν Γκέισι

Ο «Killer Clown», όπως έμεινε γνωστός ο Γκέισι καθώς στον ελεύθερο του χρόνο εργαζόταν ως κλόουν με το όνομα Πόγκο, δολοφόνησε 34 αγόρια 14 έως 21 ετών. Από το 1972 έως το 1978 ο Γκέισι παρέσυρε στο σπίτι του τα θύματα του. Εκεί τα νάρκωνε, τα έδενε, τα βίαζε και τελικά τους έδειχνε το… κόλπο με το σχοινί. Ήταν ο τρόπος που είχε εφεύρει ο Γκέισι για να δολοφονεί τα θύματα του. Στη συνέχεια έθαβε τα άψυχα σώμα τους στον χώρο που υπήρχε κάτω από το πάτωμα του σπιτιού του. Τα πτώματα ήταν τόσο πολλά που αναγκάστηκε τα τελευταία πέντε θύματα του να τα αφήσει στον ποταμό Ντες Πλέινς.   

Όταν η δράση του Γκέισι αποκαλύφθηκε εκείνος επικοινώνησε με τον Αμιράντε ζητώντας να τον προστατέψει.

«Πρώτα απ’ όλα να σας πω ότι γνώριζα τον Γκέισι πριν ξεσπάσει όλο αυτό. Όταν ήμουν νέος ήμουν πολιτικοποιημένος με τους Δημοκρατικούς και ήμουν υπεύθυνος σε μια περιοχή. Ο Γκέισι ήταν επίσης υπεύθυνος.

Για να καταλάβετε ο Γκέισι ήταν κάποιος που θα έπρεπε να γνωρίζεις. Βοηθούσε τους πάντες. Ήταν ο καλύτερος υπεύθυνος. Όταν ήθελες κάτι στο τμήμα του απευθυνόσουν σε αυτόν.

Ήταν ένας συμπαθητικός τύπος. Έκανε μεγάλα πάρτι και βοηθούσε τους πάντες. Ποτέ δεν θα υποπτευόσουν ότι κάνει κάτι κακό. Δεν ήταν τρομακτικός τύπος και το λέω πλέον πάντα στις διαλέξεις μου ότι το τρομακτικότερο για τον Τζον Γουέιν Γκέισι είναι ότι δεν ήταν τρομακτικός. Δεν έμοιαζε για δολοφόνος, δεν ήταν κάποιος που θα σε φόβισε. Ήταν σαν τον Άγιο Βασίλη» λέει ο Αμιράντε και συνεχίζει:

Τον γνώριζα λοιπόν και όταν άρχισε να τον παρακολουθεί η αστυνομία ήξερε ότι δουλεύω στο γραφείο της δημόσιας υπεράσπισης. Το εκπληκτικό είναι ότι είχα ήδη ενημερώσει ότι θα φύγω για να εργαστώ ιδιωτικά.

Ο Γκέισι πήρε τηλέφωνο στο γραφείο της δημόσιας υπεράσπισης και με ζήτησε. Όχι γιατί πίστευε ότι είμαι εξαιρετικός δικηγόρος αλλά γιατί γνώριζε πως ξέρω τους πάντες στην αστυνομία και στον δήμο.

Μίλησε τελικά με τη γραμματέα μου η οποία με ενημέρωσε. Από τη στιγμή που τον γνώριζα της είπα να του δώσει το τηλέφωνο μου.

Με πήρε και μου είπε: Σαμ μπορείς να μου κάνεις μια χάρη. Να βρεις έναν τρόπο να σταματήσουν να με παρακολουθούν.   

Του απάντησε πως θα τον βοηθήσω και να μην ανησυχεί. Έτσι βρέθηκα μέσα σε όλο αυτό.

Επικοινώνησα με τον αρχηγό της αστυνομίας, τον κατήγορο. Όταν τους εξήγησα μου είπαν ότι δεν μπορούν να με βοηθήσουν. Πίστευαν ότι έχει απαγάγει ένα παιδί από ένα φαρμακείο. Δεν το πίστεψα και επέμενα ότι είναι καλός άνθρωπος και κάνουν λάθος».

Η παλιά καταδίκη

Ο Αμιράντε (φωτό) άρχισε να καταλαβαίνει ότι ο Γκέισι δεν ήταν αυτό που έδειχνε όταν έμαθε για την καταδίκη του το 1968 για βιασμό ενός 15χρονου.  

«Η παρακολούθηση συνέχισε και η επικοινωνία μου με τον Γκέισι συνεχίστηκε. Μια εβδομάδα μετά με ενημέρωσαν ότι θα του ασκηθούν κατηγορίες και για να με πείσουν ότι ο Γκέισι δεν είναι αυτός που νομίζω που είπαν ότι ήδη έχει καταδικαστεί στο Γουότερλου για τον σοδομισμό ενός εφήβου. Ο Γκέισι μου είπε ότι ήταν αθώος και ότι ο πατέρας του παιδιού ήταν ισχυρός πολιτικός και γι’ αυτό τον καταδίκασαν. Ο Γκέισι είναι πάντα αθώος για όλα» θυμάται.  

Το παιχνίδι με τις Αρχές

Ο Γκέισι «έπαιζε» με τις αρχές και θεωρούσε ότι είναι πολύ πιο έξυπνος.

«Τον παρακολουθούσαν κι αυτός έπαιζε τη γάτα με το ποντίκι μαζί τους. Ξέφευγε και τους έπαιρνε τηλέφωνο από θαλάμους και γελούσε. Τους καλούσε φαγητό στο σπίτι του, τους έλεγε να ψάξουν το πορτμπαγκάζ του για πτώματα και τους ειρωνευόταν πως οι κλόουν μπορούν να σκοτώσουν κάποιον και να γλιτώσουν.

Όταν τους κάλεσε στο σπίτι του ανέβασε τη θερμοκρασία και η μυρωδιά από τα πτώματα στο υπόγειο έγινε πιο έντονη. Ένας αστυνομικός υποπτεύθηκε ότι μυρίζει αποσυντεθημένη σάρκα. Έπαιζε παιχνίδια μαζί τους, είναι σύνηθες στους κατά συρροή δολοφόνους να θέλουν να νιώσουν πιο έξυπνοι» τονίζει ο δικηγόρος.  

Η ομολογία

Όταν πλέον ο κλοιός έσφιξε γύρω από τον Γκέισι ο Αμιράντε απαίτησε να μάθει την αλήθεια. Δεν ήταν όμως έτοιμος για αυτή.

«Ήμουν ήδη εκνευρισμένος με την υπόθεση του σοδομισμού για την οποία δεν με είχε ενημερώσει. Παράλληλα τα στοιχεία κατά του για την υπόθεση του τελευταίου του φόνου γίνονταν όλο και πιο ισχυρά. Με πήρε τηλέφωνο και ήμουν εξοργισμένος γιατί έτρωγα όλη την ημέρα μου με την υπόθεση του.

Αρχικά μου είπε ότι κατάσχεσαν τα αυτοκίνητα του και μετά ότι θέλει να μου μιλήσει για κάτι. Του απάντησα ότι δεν θέλω να ακούσω τις ίδιες μαλακίες. Μας έλεγε συνέχεια αυτή την ιστορία για το παιδί στο φαρμακείο. Μια ιστορία που δεν έβγαζε νόημα. Μου είπε όμως ότι θέλει αν μου μιλήσει για κάτι άλλο.

Πήγαμε στο γραφείο μου. Εγώ, ο δικηγόρος ο Λιρόι Στίβενς ο οποίος δούλευε για την εταιρία του Γκέισι και ο ίδιος ο Γκέισι. Οι αστυνομικοί τον ακολούθησαν και περίμεναν στην υποδοχή. Στην αρχή έλεγε τις ίδιες βλακείες. Είχα μπροστά μου μια εφημερίδα με τη φωτογραφία του Ρόμπι Πιστ κι άρχισα να χτυπάω με τη γροθιά μου το τραπέζι.

Του είπα: Τζον βαρέθηκα με τις μαλακίες. Το παιδί έχει χαθεί. Θέλω να μου πεις τι έχει συμβεί.

Ήξερα ότι μου λέει ψέματα τον υποπτευόμουν.

Με ρώτησε αν έχω τίποτα να πιεί και θυμήθηκα ότι στο αυτοκίνητο είχα ένα μπουκάλι ουίσκι «VO» το οποίο μου το είχαν κάνει δώρο. Βγήκα έξω, το πήρα, κι επέστρεψα στο γραφείο. Οι αστυνομικοί που περίμεναν δεν καταλάβαιναν τι συμβαίνει. Θα είναι μεγάλη νύχτα, τους είπα.  

Δεν ήξερα όμως τι θα ακολουθήσει. Σκεφτείτε ότι μέχρι τότε ξέραμε μόνο για την υπόθεση του Ρόμπερτ Πιστ.

Έβαλα σε κάτι πλαστικά ποτήρια που είχε στο γραφείο και τα ήπιαμε σαν σφηνάκια. Ο Γκέισι μου ζήτησε και δεύτερο. Με κοίταξε, κοίταξε τη φωτογραφία στην εφημερίδα και είπε: Αυτό δεν είναι το παιδί που ήταν στο φαρμακείο αλλά αυτό το παιδί στη φωτογραφία είναι νεκρό, βρίσκεται στον ποταμό Ντες Πλέινς.

Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά. Του είπα: Τζον τι είναι αυτά που λες;

Με κοίταξε στα μάτια και απάντησε: Ήμουν ο δικαστής, ο ένορκος και ο εκτελεστής πολλών ανθρώπων. Τώρα θέλω να γίνω ο δικός μου δικαστής, ένορκος και εκτελεστής. Θα σου πω όλη την ιστορία από την αρχή. Δεν θέλω να παρέμβεις. Ξεκίνησε το 1972. Πήρα ένα νεαρό αγόρι σε έναν σταθμό λεωφορείων. Ήταν από τη Μινεσότα…

Από εκείνη τη στιγμή δεν σταμάτησε να μιλάει για περίπου δύο ώρες. Μας μίλησε με λεπτομέρειες για κάθε φόνο του. Που, πότε και γιατί συνέβη. Έλεγε ότι όλοι ήταν χαζοί. Ουσιαστικά μας είπε ότι όλοι άξιζαν να πεθάνουν και μας έδειξε το κόλπο με το σχοινί. Μας είπε για τις χειροπέδες και πώς έβαζε το σχοινί στον λαιμό.  

Δεν έδειχνε κανένα συναίσθημα. Εξιστορούσε μονότονα τι είχε κάνει και πώς το είχε κάνει. Έλεγε συνέχεια ότι ήταν χαζοί και ηλίθιοι. Μας είπε ότι μια φορά σκότωσε τρεις μαζί με το κόλπο με τις χειροπέδες. Είχα το κλειδί και μετά τους έδειξα και το κόλπο με το σχοινί, μας είπε. Εξαπατούσε τα θύματα του. Έδειχνε στα παιδιά πορνό και τους έδινε μπίρες και χόρτο. Τους έκανε να νιώσουν άνετα.

Ήθελα να μας πάει στον χώρο κάτω από το σπίτι του όπου είχε θάψει τα περισσότερα πτώματα. Μας αποκάλυψε ότι δεν χωρούσαν άλλα εκεί γι’ αυτό άφησε μερικά στον ποταμό Ντες Πλέινς. Σκόπευε να φτιάξει και δεύτερο όροφο στο σπίτι του για να έχει χώρο για αποθηκεύει πτώματα. Στον ποταμό είχε ρίξει πέντε πτώματα αλλά τελικά βρήκαν μόνο τέσσερα. Σκόπευε να συνεχίσει να σκοτώνει».

«Ήταν σαν τον τέρας του Φρανκεστάιν»

Ο Αμιράντε διηγείται κι ένα ανατριχιαστικό σκηνικό που έζησε με τον Γκέισι να υπνοβατεί:

Εγώ με τον Λιρόι είχαμε πάθει σοκ και τον Γκέισι τον είχε πάρει ο ύπνος. Ο Λιρόι έφυγε κι εγώ έμεινα με τον Γκέισι.  Ήταν 5-6 το πρωί όταν άρχισε να ξυπνά και γρύλιζε. Τα βλέφαρα του έπαιζαν αλλά δεν είχαν άνοιξαν. Σηκώθηκε, άπλωσε τα χέρια και με πλησίαζε. Ήταν σαν να βλέπω το τέρας του Φρανκενστάιν. Του φώναξα και έπιασα ένα ρόπαλο του μπέιζμπολ που είχε στο γραφείο. Βγήκαμε στο λόμπι όπου βρίσκονταν οι αστυνομικοί. Τον άγγιξα στο στήθος με το ρόπαλο και σταμάτησε. Κάθισε στον καναπέ και κοιμήθηκε και πάλι. Όταν ξημέρωσε πετάχτηκε και είπε: Τι κάνω εδώ, πρέπει να φύγω. Έχω να κάνω κάποιες επισκέψεις.

Έφυγε γρήγορα από το γραφείο και είπα στους αστυνομικούς να μην τον χάσουν.

Δεν τον φοβόμουν. Δεν ήταν ο τύπος που θα σε τρομάξει. Δεν έμοιαζε με τέρας. Αυτό που φοβόμουν, όταν έφυγε από το γραφείο, είναι ότι θα αυτοκτονήσει. Σκέφτηκαν ότι θα βάλει τέλος στη ζωή μου. Αυτό που επίσης σκεφτόμουν είναι πώς θα το χειριστώ ως δικηγόρος.

Ο Γκέισι σταμάτησε σε ένα βενζινάδικό. Κοίταξε τους αστυνομικούς, χαμογέλασε κι έδωσε στο παιδί που του έβαλε βενζίνη ένα σακουλάκι με μαριχουάνα. Μετά πήγε σε έναν φίλο του κι άλλαξε αυτοκίνητο. Οι αστυνομικοί τον έχασαν κι αυτός σταμάτησε σε έναν θάλαμο για να πάρει στο τμήμα και να τους ειρωνευτεί και να τους πει που βρίσκεται. Είχε πάει σε αυτά τα δύο αγόρια που αποκαλούσε σκλάβους του σεξ. Εκεί τον συνέλαβαν.

Γύρισα στο σπίτι κι έκανα ένα ντους. Ένιωθα βρώμικος, σαν να με είχαν βιάσει. Σαν να είχα όλες τις αμαρτίες του κόσμου πάνω μου και να προσπαθούσα να τις τρίψω για να φύγουν. Σκεφτόμουν παράλληλα ότι θα έρθει κάποιος όπως στο Ψυχώ και θα με πμαχαιρώσει.

Με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι συνέλαβαν τον Γκέισι για ναρκωτικά. Στην αρχή νόμιζα ότι ονειρευόμουν. Πήγα στο σπίτι του και υπήρχε παντού αστυνομία. Πήγα να μπω κι με έδιωξαν. Στη συνέχεια πήγα και βρήκα τον Γκέισι στο τμήμα».

«Η αστυνομία δεν ενδιαφερόταν»

Μέσα σε έξι περίπου χρόνια ο Γκέισι σκότωσε 34 νεαρά αγόρια. Για μεγάλα διάστημα όμως πέρασε απαρατήρητος και πολλά από τα θύματα δεν τα αναζήτησε κανείς. Αρκετά μέχρι σήμερα δεν έχουν αναγνωριστεί. Ο Αμιράντε λέει: «Ο κόσμος τότε ήταν πολύ διαφορετικός. Εκείνη την εποχή χάνονταν πολλοί νεαροί άνθρωποι. Ειδικά αν ήταν γκέι η αστυνομία δεν ενδιαφερόταν. Σκεφτείτε ότι πολλά από τα θύματα ήταν παιδιά που το είχαν σκάσει από το σπίτι τους και κανείς δεν ενδιαφερόταν γι’ αυτά. Φανταστείτε ότι μόλις πρόσφατα αναγνωρίστηκε ένα από τα θύματα (τον Ιούλιο του 2017 ο 16χρονος Τζέιμς Χάακινσον).

Ο Γκέισι από την άλλη ήταν αυτό που λέμε ομοφυλόφιλός στην ντουλάπα. Ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι είναι γκέι. Εκμεταλλευόταν αυτά τα ευάλωτα  άτομα. Πολλές φορές παρίστανε τον αστυνομικό για να πετύχει αυτά που ήθελε. Σήμερα πιθανότατα δεν θα είχαν συμβεί αυτά τα εγκλήματα».

Αυτοί που επέζησαν

Αρκετοί ήταν αυτοί που πήγαν στο σπίτι του Γκέισι και βγήκαν ζωντανοί. Κάποιοι βιάστηκαν αλλά επέζησαν, άλλοι κατάφεραν να τον πείσουν να τους αφήσει να φύγουν. Ο Αμιράντε λέει για τους λόγους που δεν σκότωνες όλους όσους πήγαινε στο σπίτι του: «Κάποιοι απλά του ξέφυγαν. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις έβγαινε από αυτή τη δολοφονική κατάσταση και απλά του έλεγε να φύγουν. Έχω δει αυτή την αλλαγή στην προσωπικότητα του».

«Θα σκότωνε ακόμα»

Για το αν πίστευε ότι μπορεί να πετύχει αθωωτική απόφαση ο Αμιράντε λέει:  «Πάντα πιστεύω ότι έχω πιθανότητες. Δεν μπορείς να δικάσεις μια υπόθεση και να μην πιστεύεις ότι έχεις πιθανότητες. Αν βάζαμε τα στοιχεία σε έναν υπολογιστή θεωρώ ότι αυτή θα ήταν η απόφαση αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους.

Θεωρούσα ότι ήταν παρανοϊκός και θα μπορούσαμε να πετύχουμε μια ετυμηγορία αθώος για ψυχιατρικούς λόγους. Θα τον έκλειναν σε ένα ψυχιατρείο και σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον δεν θα ήταν επικίνδυνος.

Από την άλλη είμαι σίγουρος πως αν δεν είχε μπει φυλακή θα σκότωνε ακόμα. Αυτός ήταν κι αυτό θα έκανε. Στο δικαστήριο εμείς είπαμε ότι είναι παρανοϊκός αλλά αυτό έκρινε ότι είναι μοχθηρός».

Για τον Γκέισι μετά την καταδίκη ο δικηγόρος τονίζει:

«Μετά το τέλος της δίκης πήγαμε να τον δούμε στη φυλακή. Ήταν ο κλασικός Γκέισι. Παραπονιόταν για τον κλιματισμό στο κελί του. Τηλεφώνησε μάλιστα σε κάποια υπεύθυνη και ζήτησε air condition γιατί όπως είπε, έλιωναν οι ζωγραφιές του. Έχει πολλή ζέστη της είπε και του απάντησε: Τζον αν πιστεύεις ότι τώρα έχει πολλή ζέστη περίμενε να δεις τι θα ακολουθήσει. Ο Γκέισι ήταν αντιμέτωπος με τον θάνατο και παραπονιόταν για το παραμικρό. Δεν πίστευε ότι θα πεθάνει. Ακόμα και τις τελευταίες ώρες δεν έχω αμφιβολία ότι κάτι θα γίνει και δεν θα εκτελεστεί. Αυτός ήταν.

Δεν μπορώ να επιβεβαιώσω ότι τα τελευταία του λόγια ήταν «φίλα μου τον κώλο» αλλά το πιστεύω. Μου το έχουν πει άτομα που τα εμπιστεύομαι»

Ο αριθμός των θυμάτων και οι συνεργοί

Σε ερώτηση αν θεωρεί ότι υπάρχουν θύματα που δεν έχουν αποκαλυφθεί ο Αμιράντε αναφέρει: «Όχι δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άλλα θύματα. Μου είπε τα πάντα και δεν είχε λόγο να πει ψέματα. Σκότωσε όλα τα θύματα του στο σπίτι του. Κάτι συνέβαινε στον Γκέισι όταν ήταν στο σπίτι του. Μας είπε για με λεπτομέρειες για τα 34 θύματα του, αν υπήρχαν κι άλλοι θα μας το είχε πει εκείνο το βράδυ. Ο Γκέισι σκότωσε 34 άτομα κι έχουν βρει 33. Ένα χάθηκε στο ποτάμι.

Δεν υπάρχει μυστήριο για τον Γκέισι. Δεν μου έχουν απομείνει ερωτηματικά. Για το μόνο που αναρωτιέμαι είναι τι πορεία θα είχε πάρει η ζωή μου αν δεν είχα αναλάβει την υπόθεση»

Όσο για το θέμα των συνεργών και την πεποίθηση που έχουν αρκετοί ότι ο Γκέισι δεν έδρασε μόνος του ο δικηγόρος τονίζει:

«Υπήρχαν αυτοί οι δύο νεαροί. Η έρευνα που έκανα ο ίδιος αποκάλυψε ότι υποψιάζονταν τι έκανε. Ίσως να τον βοήθησαν να θάψει κάποια από τα θύματα στον χώρο κάτω από το σπίτι. Είχαν πει άλλωστε ότι τον βοήθησαν να ανοίξει λάκκους εκεί. Φερόταν και στους δύο σαν σκλάβους του σεξ. Έκανε σεξ μαζί τους. Ήταν ουσιαστικά παιδιά που τα είχε υπό τον έλεγχο του. Δεν πιστεύω πάντως ότι είχαν εμπλοκή με τα εγκλήματα.

Σε ερώτηση γιατί ο Γκέισι δεν αποκάλυψε τα ονόματα όλων των θυμάτων του τόνισε: «Σε κάποιες περιπτώσεις απλά δεν ήξερα τα ονόματα. Απλά τους έβρισκε κάπου και τους πήγαινε στο σπίτι τους. Κάποιους τους περιέγραφε με το σημείο που τους συνάντησε ή «εκείνο το χαζό παιδί» που δούλευε για εμένα».

Ο κλόουν στο τζάμι

Ο Αμιράντε διηγείται κι ένα περιστατικό για τη μοναδική φορά που πέρασε από το σημείο που βρισκόταν το σπίτι του Γκέισι: «Μια φορά περάσαμε με την γυναίκα μου. Έβγαλε μια φωτογραφία από το σπίτι που είναι τώρα εκεί. Ξέρετε το σπίτι του Γκέισι κατεδαφίστηκε κι έχτισαν άλλο εκεί. Μάλιστα άλλαξαν και τη διεύθυνση.

Η γυναίκα μου έβγαλε φωτογραφία το καινούργιο σπίτι και στο παράθυρο υπάρχει μια μορφή μου μοιάζει με τον κλόουν Πόγκο, τον κλόουν του Γκέισι. Ήταν πολύ περίεργο».

«Η υπόθεση με επηρέασε σε πολλά επίπεδα»

Ο Αμιράντε παραδέχεται πως η υπόθεση του Γκέισι καθόρισε τη ζωή του:

«Με επηρέασε σε πολλά επίπεδα. Έμαθα τόσο πολλά μέσα από την υπόθεση του Γκέισι. Εξελίχθηκα ως δικηγόρος αλλά κι έμαθα πολλά για τη ζωή και τους ανθρώπους. Έγινε υπερπροστατευτικός με τα παιδιά μου. Κατάφερα να περάσω τελικά κι έναν νόμο για τα παιδιά που χάνονται. Σταμάτησε τις 72 ώρες αναμονής πριν ξεκινήσει η έρευνα και ουσιαστικά έθεσε τις βάσεις για το Amber Alert. Μέχρι το τέλος της ζωης μου πάντως θα είμαι ο δικηγόρος του Γκέισι.

 Η δίκη ήταν πολύ σκληρή. Σαν πόλεμος. Δεν επιτρέψαμε όμως να γίνει τσίρκο. Ούτε εμείς, ούτε ο δικαστής.

Μέσα απ’ όλη τη διαδικασία ήρθα πιο κοντά στα θύματα γιατί βίωσα την τραγωδία μέσα από τη δική. Ο πατέρας του Ρόμπι Πιστ ήρθε μια μέρα και μου είπε: Θέλω να σου πω ότι δεν νιώθω μίσος για εσένα. Καταλαβαίνω ότι είσαι δικηγόρος, ότι πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου και το σέβομαι. Ήταν το καλύτερο που έχει συμβεί ως δικηγόρος και το κουβαλάω ως σήμερα».

«Ήταν ιδιοφυΐα και ψυχοπαθής»

Κλείνοντας ο Αμιράντε σκιαγραφεί την προσωπικότητα του Τζον Γουέιν Γκέισι:

«Οι γιατροί τον χαρακτήρισαν ψυχωτικό, νευρωτικό κοινωνιοπαθή. Πολύ άσχημος συνδυασμός. Επίσης είχε πολύ υψηλό IQ, 165 νομίζω. Ήταν ιδιοφυΐα και ψυχοπαθής. Όταν έλεγε ότι μπορεί να σκοτώνει και να γλιτώσει το πίστευε. Είχε όλα τα στοιχεία του ψυχοπαθή χωρίς τις παραισθήσεις. Ψυχρός δολοφόνος και ο απόλυτος απατεώνας. Την ίδια ώρα ήταν γοητευτικός και συμπαθητικός.

Ήταν ένας τύπος που μπορούσε να πείσει τον εαυτό του, όπως έπειθε και τους άλλους, για το τι είναι αληθινό και τι όχι. Μέχρι να του επιβληθεί η θανατική ποινή είχε πείσει τον εαυτό του ότι τα θύματα του αυτοκτόνησαν, ότι δεν ήταν υπεύθυνος για τους θανάτους. Μέχρι να πεθάνει ήταν πλέον πεπεισμένος ότι δεν έκανε απολύτως τίποτα. Έλεγε ότι κάποιος άλλος πρέπει να το έχει κάνει παρά τα 29 πτώματα κάτω από το σπίτι του. Ήταν μεγαλύτερος απατεώνας που έζησε ποτέ»

*Για την εμπλοκή του στην υπόθεση του Τζον Γουέιν Γκέισι ο Σαμ Αμιράντε έχει γράψει το βιβλίο: Defending a Monster.