Υπάρχουν πολλές θεωρίες, οι οποίες αναφέρουν ότι η άνοδος της θερμοκρασίας την ανοιξη θα σταματήσει την επέκταση του κοροναϊού. Τι ισχύει όμως στ' αλήθεια και τι υποστηρίζουν οι επιστήμονες;
Η μια χώρα μετά την άλλη ανακοινώνουν τον πρώτο (ή το
επόμενο) κρούσμα κοροναϊού. Χθες, 26 Φεβρουαρίου, το πρώτο κρούσμα καταγράφηκε
και στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη, ενώ μέχρι σήμερα τα κρούσματα έχουν φτάσει τα τρία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, μέχρι σήμερα 27 Φεβρουαρίου, 82.393 άνθρωποι
έχουν νοσήσει και 2.807 άτομα έχουν πεθάνει. Κρούσματα έχουν εμφανιστεί σε 50
χώρες εκτός της Κίνας με την λίστα συνεχώς να αυξάνεται. Μάλιστα χθες για πρώτη
φορά αναφέρθηκαν περισσότερα νέα κρούσματα εκτός της Κίνας παρά στην χώρα από
όπου ξεκίνησε η επιδημία.
Με το εμβόλιο να φαντάζει ακόμα πολύ μακριά (κάποιοι
επιστήμονες αναφέρουν ότι θα χρειαστεί ακόμα ενάμιση χρόνο για να δοθεί σε κυκλοφορία),
η επιδημία του νέου κοροναϊού, Covid-19,
μοιάζει να μετατρέπεται σιγά σιγά σε πανδημία. Πολλοί ωστόσο αποθέτουν τις ελπίδες
τους για την καταπολέμηση της ασθένειας στον…. καλό καιρό, αλλά πόσο έχουν
δίκιο;
Ο ιός SARS-CoV-2 που προκαλεί στην ασθένεια Covid-19 ανήκει στην
οικογένεια των κοροναϊών. Οι κοροναϊοί είναι δεκάδες αλλά μόνο επτά από αυτούς μπορούν
να μολύνουν τους ανθρώπους. Οι τέσσερις από αυτούς προκαλούν ήπια κρυολογήματα,
ενώ άλλοι είναι πιο σοβαροί και μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στον θάνατο. Οι τελευταίοι
πιστεύεται ότι μεταφέρονται στον άνθρωπο από τα ζώα, όπως είναι οι νυχτερίδες
και οι καμήλες. Στους τελευταίους ανήκει και ο νέος κοροναϊός.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στις αρχές του μήνα σε
ένα σχόλιο του στο Twitter
είχε σχολιάσει σχετικά με τις προσπάθειες της Κίνας για την καταπολέμηση του
ιού ότι θα είναι επιτυχημένες ειδικά «όσο ο καιρός γίνεται πιο θερμός και ο ιός
θα γίνει πιο αδύναμος και έτσι θα εξαφανιστεί».
Πράγματι, οι ιοί που προκαλούν την γρίπη ή οι κοροναϊοί που
προκαλούν πιο ελαφρύ κρύωμα τείνουν να υποχωρούν με την άνοδο της θερμοκρασίας
μετά την άνοιξη καθώς οι ιοί αυτοί διακρίνονται για την «εποχικότητά» τους,
σύμφωνα με τους επιστήμονες. Η αλήθεια όμως είναι ότι κανείς δεν ξέρει πώς θα
λειτουργήσει ο νέος SARS-CoV-2.
Η ελπίδα στα…
θερμόμετρα
Οι επιστήμονες που μελετούν τον ιό αναφέρουν ότι είναι πολύ
νωρίς για να ξέρουμε αν ο νέος κοροναϊός χαρακτηρίζεται από εποχικότητα. Στην πράξη
θα πρέπει απλώς να περιμένουμε να αυξηθεί η θερμοκρασία, ώστε να δούμε τα
αποτελέσματά της στην επιδημία.
«Το μόνο που έχουμε ως τώρα είναι οι αναλογίες με άλλες ασθένειες
που εξαπλώνονται με τον ίδιο τρόπο», αναφέρει ο ανοσιολόγος Πολ Χάντερ του
Πανεπιστημίου της Ανατολικής Αγγλίας.
«Ελπίζουμε ότι θα έχει εποχικότητα, αλλά είναι δύσκολο να
ξέρεις προς το παρόν», αναφέρει από την πλευρά του ο καθηγητής Στιούαρτ
Γουέστον του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ, όπου ο κοροναϊός μελετάται συνεχώς.
Γιατί ο χειμώνας
βοηθά αυτές τις ιώσεις
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι ιοί της γρίπης και οι κοροναϊοί
τείνουν να εξαπλώνονται περισσότερο τον χειμώνα εξαιτίας του κρύου και των
ειδικών συνθηκών που επικρατούν αυτήν την εποχή του χρόνου, αλλά και εξαιτίας του
τρόπου που συμπεριφέρονται οι άνθρωποι.
«Ο λόγος που τον χειμώνα καταγράφονται περισσότερα κρούσματα
γρίπης, κρυώματος και βήχα είναι γιατί ο κρύος αέρας ερεθίζει τις ρινικές και αναπνευστικές
οδούς και μας κάνει πιο ευάλωτους σε μολύνσεις από ιούς», αναφέρει ο ειδικός
στην ιική μικροβιολογία, Σάιμον Κλαρκ, από το βρετανικό πανεπιστήμιο του
Ρίντινγκ.
Την ίδια στιγμή, τον χειμώνα οι άνθρωποι μένουν περισσότερο
σε κλειστούς χώρους και έρχονται πιο εύκολα σε επαφή με άλλους ανθρώπους κάτι
που εκτοξεύει την πιθανότητα μετάδοσης από τον ένα στον άλλο.
Οι περισσότεροι ιοί αυτού του είδους μεταφέρονται μέσα από
τα σταγονίδια που βγαίνουν από το στόμα κάποιου όταν βήχει ή φτερνίζεται. Σύμφωνα
με τους ειδικούς, όταν ο αέρας είναι κρύος και ξηρός, αυτά τα σταγονίδια μένουν
για περισσότερο χρόνο στον αέρα και μπορεί να ταξιδέψουν πιο μακριά μολύνοντας
όλο και περισσότερους ανθρώπους.
Μια σχετική μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2007 είχε εξετάσει
πώς εξαπλώνονται τέτοιοι ιοί σε πειραματόζωα. Σύμφωνα με αυτή, οι υψηλές θερμοκρασίες
και κυρίως τα μεγάλα ποσοστά υγρασίας επιβράδυναν την μετάδοση του ιού μεταξύ
των γουρουνιών που ελέγχονταν. Μάλιστα σε πολύ υψηλά επίπεδα υγρασίας, η
εξάπλωση του ιού σταμάτησε εντελώς. Αυτό συμβαίνει καθώς τα σταγονίδια που
εκτοξεύονται όταν κάποιος βήξει ή φτερνιστεί μπλέκονται με τα σταγονίδια της υγρασίας
που υπάρχει στην ατμόσφαιρα, «βαραίνουν»
πολύ γρήγορα και έτσι σύντομα «πέφτουν» στο έδαφος. Έτσι, δεν έχουν χρόνο να
μολύνουν κάποιον άλλο.
Παράλληλα, η φυσική βλέννα που υπάρχει στην μύτη μας και η
οποία εγκλωβίζει κάθε μικρόβιο ή ιό που προσπαθεί να εισέλθει στο σώμα μας το
χειμώνα μπορεί να γίνει πιο ξηρή. Έτσι, χάνοντας ένα μέρος από την υγρασία της δεν
είναι τόσο αποτελεσματική και οι ιοί «γλιστρούν» πιο εύκολα μέσα μας.
Τελικά, η άνοιξη θα μας
σώσει;
«Είναι πολύ πιθανό να υπάρξει μια ανοιξιάτικη ανάπαυλα. Είναι
απίθανο η άνοδος της θερμοκρασίας να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Αλλά και πάλι
κανείς δεν ξέρει με σιγουριά. Απλώς κάνουμε υποθέσεις», τονίζει ο Κλαρκ.
Το ίδιο υποστηρίζει και ο Χάντερ, αλλά συμπληρώνει: «Είναι
άγνωστο ωστόσο, αν ο ιός θα επιστρέψει. Δεν θα με εξέπληττε αν εξαφανιζόταν τον
καλοκαίρι μόνο για να επιστρέψει τον επόμενο χειμώνα», τονίζει.
Από την πλευρά του, ο Ίαν Λίπκιν, διευθυντής του Κέντρου
Μολύνσεων και Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου της Κολούμπια, στηρίζει τις ελπίδες
του στις ακτίνες του ήλιου, ο οποίος σπανίζει τον χειμώνα.
«Οι ακτίνες UV
διασπούν τα νουκλεϊκά οξέα, που υπάρχουν στα κύτταρα των ιών. Σχεδόν απολυμαίνει
τις επιφάνειες. Αν είστε έξω, είναι συνήθως πιο καθαρά απ’ ό,τι μέσα στο σπίτι
και αυτό οφείλεται στις ακτίνες UV»,
τονίζει.
Οι ακτίνες UV είναι πολύ αποτελεσματικές για να σκοτώνουν τα βακτήρια και τους
ιούς και γι’ αυτό χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στα νοσοκομεία για την απολύμανση
του εξοπλισμού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις χώρες του νότιου
ημισφαιρίου, όπου τώρα επικρατεί καλοκαίρι, στις μόνες που έχουν παρουσιαστεί
κρούσματα είναι η Αυστραλία (22), η οποία έχει πολύ συχνά επισκέπτες από την
Κίνα, και η Βραζιλία (1). Και στις δύο χώρες δεν έχει υπάρξει κάποιος θάνατος
από τον κοροναϊό.
Τι έχει δείξει το
παρελθόν
Δύο ακόμα πρωτοεμφανιζόμενοι κοροναϊοί έχουν προκαλέσει στο
παρελθόν επιδημία και εκατοντάδες νεκρούς, αν και κανείς δεν είχε προκαλέσει
τόσα θύματα όσο ο SARS-CoV-2.
Ο πρώτος ήταν ο κοροναϊός SARS εμφανίστηκε πάλι στην Κίνα τον Νοέμβριο του 2002 και η
επιδημία του διήρκησε μέχρι τον Ιούλιο του 2003, όταν πια ο καιρός ήταν ήδη ζεστός
για αρκετούς μήνες. Έτσι, είναι δύσκολο να μιλήσουμε για εποχικότητα του ιού. Σύμφωνα
μάλιστα με τον Γουέστον είναι πιο πιθανό η επιδημία να σταμάτησε εξαιτίας της πολύ
γρήγορης αντίδρασης και των στοχευμένων θεραπειών παρά εξαιτίας της ζέστης.
Από την άλλη, ο δεύτερος θανατηφόρος κοροναϊός ήταν ο MERS ο οποίος εμφανίστηκε τον
Σεπτέμβριο του 2012 στην Σαουδική Αραβία, μια εποχή που οι θερμοκρασίες είναι
ακόμα πολύ υψηλές με τους ειδικούς να απορρίπτουν ότι μπορεί να έχει
εποχικότητα. Σε αντίθεση μάλιστα με τον SARS, ο ιός δεν σταμάτησε ποτέ πλήρως και ενίοτε εμφανίζονται νέα
κρούσματα.
Τι θα έρθει μετά;
Ο επιδημιολόγος του Χάρβαρντ, Μαρκ Λίπσιτς, δεν πιστεύει ότι
η αλλαγή του καιρού θα βάλει φρένο στην εξάπλωση του ιού από την στιγμή μάλιστα
που τα κρούσματά του έχουν καταγραφεί σε όλον τον κόσμο. Ίσως, όπως υποστηρίζει,
απλώς αλλάξει… ημισφαίριο και αρχίσει να χτυπά τις νότιες χώρες του κόσμου όταν
ο χειμώνας φτάσει σε αυτές.
«Ο κίνδυνος είναι μεγάλος αν κάνουμε προβλέψεις για την
εποχικότητα του ιού χωρίς να έχουμε στοιχεία. Αν ληφθούν σοβαρά υπόψιν και
αποδειχθούν λάθος θα έχουν δώσει μια εσφαλμένη εικόνα ασφάλειας. Σε αυτό που
πρέπει να εστιάσουμε σήμερα είναι να συνεχίσουμε να τον περιορίζουμε όσο το
δυνατόν περισσότερο», αναφέρει ο Ντέιβιντ Χέιμαν από την Σχολή Υγιεινής και
Τροπικών Ασθενειών του Λονδίνου.