Ενώ ο κόσμος κοιμόταν...



Στις 7 Απριλίου 1994 άνοιξαν οι ασκοί της φρίκης στη Ρουάντα. Το αμείλικτο ερώτημα "γιατί ο κόσμος δεν κινητοποιήθηκε για να σταματήσει τη σφαγή" παραμένει.


O Φίλιπ Γκούρεβιτς στο βιβλίο του "Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι αύριο θα μας σκοτώσουν μαζί με τις οικογένειες μας" σχολιάζει για τη γενοκτονία στη Ρουάντα: "Ο όρκος της Δύσης, μετά το Ολοκαύτωμα, ότι δεν θα ανεχτεί άλλη γενοκτονία αποδείχθηκε κενός. Το πρόβλημα είναι ότι το να καταγγέλλεις το κακό απέχει πάρα πολύ από το να κάνεις το καλό". Είκοσι δύο χρόνια από την ημέρα που στη μικρή αφρικανική χώρα η βιομηχανία του θανάτου άρχισε να "αλέθει" αθώες ψυχές το ερώτημα "γιατί κανείς δεν αντέδρασε" παραμένει.

Ενώ η διεθνής κοινότητα παρακολουθούσε αμήχανη μέσα σε λίγους μήνες δολοφονήθηκαν περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι, αριθμός που αντιστοιχεί στο 20% του συνολικού πληθυσμού και στο 70% της φυλής των Τούτσι που κατοικούσαν στη χώρα. Ο εκ των βασικών υπευθύνων της παγκόσμιας απραξίας, Κόφι Ανάν πλέον παραδέχεται πως "την ώρα της μεγαλύτερης ανάγκης ο πλανήτης πρόδωσε τη Ρουάντα". Αδυνατεί όμως να δώσει μια πειστική απάντηση στο "γιατί".

Ο κόσμος γνώριζε

Επισήμως η 7η Απριλίου 1994 θεωρείται η ημέρα που η μηχανή θανάτου των Χούτου ξεκίνησε την επιχείρηση εκκαθάρισης. Τα στοιχεία δείχνουν όμως πως για την "τελική λύση" υπήρχε προετοιμασία από το 1992 (κάποιοι τοποθετούν τη γέννηση της ιδέας για εξολόθρευση των Τούτσι στο 1990). Τα στοιχεία αποδεικνύουν πως ο κόσμος γνώριζε τι ετοιμαζόταν. Η ελίτ της κυβέρνησης των Χούτου -γνωστή ως "ακαζού"- δεν έδειχνε άλλωστε καμία διακριτικότητα. Αγόραζε τεράστιες ποσότητες όπλων και πυρομαχικών αλλά και εξωπραγματικά, για τον πληθυσμό της χώρας, νούμερα ματσετών και αγροτικών εργαλείων που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως όπλα. "Ήταν τόσες πολλές οι ματσέτες που είχαν αγοράσει ώστε κάθε Χούτου θα μπορούσε να έχει από μια" δηλώνει παρατηρητής του ΟΗΕ. Αυτό που δεν λέει είναι πως πολλά από τα όπλα είχαν αγοραστεί από την Αίγυπτο σε συνεργασία με τον τότε υπουργό εξωτερικών της χώρας, Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι, μετέπειτα γενικό γραμματέα του Οργανισμού.

Παράλληλα με τον εξοπλισμό έτρεχε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης παραστρατιωτικών ομάδων. Οι "ιντεραχαμούε" αποτελούνταν από φτωχούς νεαρούς που προετοιμάζονταν σωματικά και ψυχολογικά για την εκκαθάριση. Απείθαρχοι και ποτισμένοι με ναρκωτικά και αλκοόλ ήταν ιδανικοί για το ρόλο για τον οποίο προορίζονταν. Τον Μάρτιο του 1993 το κίνημα "Hutu Power" κυκλοφόρησε λίστες με τους "προδότες" που έπρεπε να εξαφανιστούν ενώ το Radio Télévision Libre des Mille Collines (RTLMC) είχε ξεκινήσει τη ρητορική μίσους κατά των Τούτσι. Όλα αυτά ενώ στη χώρα βρισκόταν ήδη ειρηνευτική δύναμη και παρατηρητές.



Το καμπανάκι χτυπούσε με μανία και για όσους επέλεγαν να μην το ακούν ήρθε στις 11 Ιανουαρίου 1994 το γνωστό ως "φαξ της γενοκτονίας" του διοικητή της ειρηνευτικής δύναμης, στρατηγού Ρομέο Νταλέρ, που θα έπρεπε να βάλει τέλος σε κάθε δικαιολογία. Ο Καναδός στρατιωτικός ενημέρωνε τη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών για το τι ακριβώς θα ακολουθήσει. Πολιτικός του είχε αποκαλύψει πως υπάρχουν λίστες με όλους τους Τούτσι που διέμεναν στο Κιγκάλι (πρωτεύουσα της Ρουάντα) με στόχο να εκτελεστούν πάνω από 1000 άτομα στα πρώτα 20 λεπτά της γενοκτονίας. "Υπάρχει σχέδιο εξολόθρευσης όλων των Τούτσι" έγραφε ο Νταλέρ αλλά ο υπεύθυνος για την ειρηνευτική συμφωνία στη χώρα, Κόφι Ανάν απαγόρευσε οποιαδήποτε επιχείρηση μέχρι να δώσει εντολή. Τελικά δεν την έδωσε ποτέ.

O βελγικός παράγοντας

Ιστορικά οι Βέλγοι έχουν μεγάλη ευθύνη για τα όσα συνέβησαν στη Ρουάντα και οδήγησαν στη γενοκτονία. Έθρεψαν το φυλετικό μίσος και είναι πλέον επιβεβαιωμένο ότι γνώριζαν προς τα πού οδεύουν τα πράγματα. Το βελγικό χριστιανοδημοκρατικό κόμμα διατηρούσε στενούς δεσμούς με τις ακραίες φωνές της κυβέρνησης της Ρουάντας, τους οποίους δεν έσπασε ούτε κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας. Συνέβαλε τα μέγιστα στο να παραμείνει απαθής η παγκόσμια κοινότητα επιμένοντας πως αυτό που συμβαίνει στην αφρικανική χώρα είναι μια εμφύλια διαμάχη στην οποία δεν πρέπει να επέμβει κανείς. Ακόμα και σήμερα μέλη του βελγικού κόμματος υπερασπίζονται αυτή τη στάση αλλά και τις σχέσεις που είχαν με καταδικασμένους πλέον για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, πολιτικούς. "Αν δούμε γενικότερα το θέμα, η στάση μας ήταν σωστή, ήταν δικαιολογημένη" έχει δηλώσει ο Βίλφρεντ Μάρτενς, πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου (πέθανε το 2013).

Η ντροπή των Γάλλων

H Γαλλία υποστήριζε ανοιχτά την κυβέρνηση Χαμπιαριμάνα. Την προμήθευε με όπλα και στρατιωτικό υλικό με το... αζημίωτο. Τον Φεβρουάριο του 1993 μάλιστα είχε οργανώσει στρατιωτική επιχείρηση για να σώσει τις κυβερνητικές δυνάμεις από το RPF, το οποίο εκείνη την εποχή κυριαρχούσε στο πεδίο της μάχης.

Τις πρώτες μέρες της γενοκτονίας οι Γάλλοι εκτέλεσαν την επιχείρηση "Amaryllis". Μια ομάδα 180 κομάντο αποβιβάστηκε στο Κιγκάλι με σκοπό να σώσει (μόνο) Γάλλους πολίτες και πρόσωπα που τους είχε υποδείξει η γαλλική κυβέρνηση. Οι στρατιώτες παρέδιδαν στα τάγματα θανάτου τους Τούτσι που είχαν προστρέξει και χώριζαν οικογένειες όταν ο σύζυγος ή η σύζυγος δεν είχε γαλλική υπηκοότητα. Τον Ιούνιο του 1994 η Γαλλία επανήλθε με την "ανθρωπιστική" όπως την αποκάλεσε επιχείρηση Turquoise. Με τους "τζενοσιτέρς" πλέον να βρίσκονται σε μαζική υποχώρηση η γαλλική κυβέρνηση έκανε το αδιανόητο. Δημιούργησε μια "ασφαλή ζώνη" στα νοτιοδυτικά της χώρας για να τους προστατεύσει και τελικά να τους φυγαδεύσει στο (τότε) Ζαΐρ. Γάλλοι αξιωματικοί μιλούσαν ανοιχτά για τις εντολές που είχαν να "σπάσουν την ραχοκοκαλιά των ανταρτών του RPF". Μέσω της επιχείρησης Turquoise εκατοντάδες άτομα που συμμετείχαν στη γενοκτονία, μεταξύ των οποίων και μερικοί από τους ενορχηστρωτές της κατάφεραν να ξεφύγουν και δεν οδηγήθηκαν ποτέ στη δικαιοσύνη. Ακόμα και σήμερα ο ρόλος της Γαλλίας στα τραγικά γεγονότα στη Ρουάντα θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες ντροπές στην ιστορία της χώρας.


Μια φωνή που δεν ακούστηκε

Ο διοικητής της ειρηνευτικής δύναμης που υπήρχε στη χώρα για να επιβλέπει (λόγω συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός που υπήρχε) στρατηγός Ρομέο Νταλέρ ήταν μια από τις ελάχιστες φωνές που επιχείρησαν, πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, να ευαισθητοποιήσουν την παγκόσμια κοινότητα. Άσκησε τρομερές πιέσεις τόσο στον Κόφι Ανάν όσο και στον Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι (γ.γ. του ΟΗΕ εκείνη την περίοδο) να του στείλουν δυνάμεις για να βάλει τέλος στην παράνοια.

"Με μερικές χιλιάδες καλά εξοπλισμένους στρατιώτες θα το είχαμε σταματήσει. Είχα εκπονήσει συγκεκριμένο σχέδιο και το είχα αποστείλει. Μου έλεγαν συνέχεια να περιμένω και να μην κάνω καμία επιχείρηση. Τελικά γύρω από το στρατόπεδό μας κατακρεουργούνταν οικογένειες και εμείς το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να πυροβολούμε τα σκυλιά που έτρωγαν τα πτώματα", γράφει ο Νταλέρ.

Ο Καναδός αναγκάστηκε τελικά να παραβεί τις εντολές και να οργανώσει αποστολές διάσωσης. Έφτασε στο σημείο να συναντηθεί και με τους ενορχηστρωτές της γενοκτονίας ελπίζοντας σε κάποιου είδους συμφωνία. "Ξέρω ότι υπάρχει Θεός γιατί στη Ρουάντα έκανα χειραψία με το διάβολο. Τον έχω δει, τον έχω μυρίσει, τον έχω αγγίζει. Ξέρω ότι υπάρχει ο διάβολος και γι' αυτό ξέρω ότι υπάρχει Θεός" γράφει ο Νταλέρ στο βιβλίο του. Μετά την αποχώρηση του από τη Ρουάντα αντιμετώπισε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα καθώς θεωρούσε τον εαυτό του συνυπεύθυνο για το ότι δεν απετράπη το έγκλημα.

Τρομαγμένοι από τη Σομαλία

Ένα τραγικό ντόμινο γεγονότων οδήγησε την Αμερική να επιμένει μέχρι το τέλος ότι δεν πρόκειται να επέμβει στη Ρουάντα. Η κυβέρνηση Κλίντον δεχόταν πιέσεις από πολλές πλευρές όμως παρέμεινε αμετακίνητη καθώς η ταπείνωση στη Σομαλία ήταν πολύ πρόσφατη. Τα τραγικά λάθη του Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι είχαν οδηγήσει στη μάχη του Μογκαντίσου με τους 18 Αμερικάνους νεκρούς, τους 73 τραυματίες και τον έναν όμηρο. Ο Κλίντον δεν εμπιστευόταν την ηγεσία του ΟΗΕ και είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα ρισκάρει. Η Σομαλία ήταν τρομερό χτύπημα για την κυβέρνηση του και δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να έρθουν και πάλι φέρετρα με Αμερικάνους στρατιώτες από την Αφρική. Τρομαγμένες από τη σφαγή στο Μογκαντίσου οι ΗΠΑ απλά παρακολουθούσαν το έγκλημα.

Μην πείτε "γενοκτονία"

Η νομοθεσία του ΟΗΕ ξεκαθαρίζει πως σε περίπτωση που μια διαμάχη (εμφύλια ή όχι) χαρακτηριστεί γενοκτονία τότε αυτομάτως ο Οργανισμός πρέπει να επέμβει. Ενώ λοιπόν στη Ρουάντα οι Τούτσι σφαγιάζονταν στον υπόλοιπο κόσμο ξεκίνησε ένα τραγελαφικό παιχνίδι με τις λέξεις με μοναδικό σκοπό να μην ακουστεί ο όρος "γενοκτονία". Οι δημοσιογράφοι πίεζαν και οι εκπρόσωποι του Οργανισμού αλλά και διαφόρων χωρών αντιστέκονταν να πουν τη λέξη. Μνημειώδες είναι το βίντεο με την Αμερικανίδα εκπρόσωπο και την αμηχανία της στις πιέσεις που δέχεται.



Αποτυχία μέχρι το τέλος

Ακόμα και μετά το τέλος της οργανωμένης σφαγής με την είσοδο στο Κιγκάλι των Τούτσι ανταρτών του RPF η διεθνής κοινότητα απέτυχε στο έργο της να προστατεύσει τους αθώους. Οι "τζενοσιτέρς" κρύφτηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης τα οποία είχε δημιουργήσει ο ΟΗΕ τόσο στη Ρουάντα όσο και στο Ζαΐρ (πλέον Δημοκρατία του Κόνγκο). Εκεί οργανώθηκαν και συνέχισαν το έργο τους με δολοφονίες μέσα στα στρατόπεδα αλλά και επιθέσεις σε χωριά. Το RPF αντέδρασε δημιουργώντας τις δικές του ομάδες που εισέβαλαν σε στρατόπεδα και σκότωναν Χούτου. Τα στοιχεία δείχνουν πως ουσιαστικά ο εμφύλιος σπαραγμός σταμάτησε το 2003.

Το... θαύμα της Ρουάντα

Με τη διεθνή κοινότητα να της έχει γυρίσει την πλάτη στην πιο κρίσιμη στιγμή, η Ρουάντα πήρε το μάθημα της. Ήταν μόνη της στη σφαγή και έπρεπε μόνη της να βρει τρόπο να ορθοποδήσει. Χούτου κα Τούτσι έπρεπε να ζήσουν και πάλι μαζί. Θύμα και θύτης στην ίδια γειτονιά. Το 2004 ο Σωτήρης Δανέζης με την εκπομπή του "Εμπόλεμη Ζώνη" επισκέφθηκε τη χώρα. Μια κοπέλα με ένα τεράστιο σημάδι από ματσέτα στο πρόσωπο ρωτήθηκε αν ξέρει τον άνθρωπο που της το έκανε. Έδειξε έναν άντρα που δούλευε σε διπλανό χωράφι.

Η Ρουάντα αποφάσισε να συγχωρέσει τον ίδιο της τον εαυτό αλλά ίσως τελικά και ολόκληρο τον κόσμο που δεν στάθηκε στο ύψος του και στο πλευρό της. Σήμερα αποτελεί μια από τις πλέον αναπτυσσόμενες αφρικανικές χώρες και πολλοί μιλούν για το "θαύμα" της Ρουάντα. Στάθηκε στα πόδια της και προχωρά μπροστά κουβαλώντας όμως πάντα το φορτίο εκείνων των 100 φρικτών ημερών. Ο αρχηγός του RPF,  Πολ Καγκάμε έχει γίνει ουσιαστικά ισόβιος πρόεδρος στη χώρα και χαρακτηρίζεται ως «ο πιο εντυπωσιακός από τους πιο καταπιεστικούς ηγέτες της Αφρικής».