Τα πλωτά σκλαβοπάζαρα του Ειρηνικού



Αναζητώντας μια καλύτερη ζωή κατέληξαν να εργάζονται σχεδόν σαν σκλάβοι στα παράνομα αλιευτικά κινεζικών εταιρειών. Όταν τα μέλη του πληρώματος άρχισαν να πεθαίνουν, ο καπετάνιος πετούσε τα πτώματα στη θάλασσα σαν  τσουβάλια...

Όταν ο Σέπρι και ο Άρι επιβιβάστηκαν σε ένα κινεζικό αλιευτικό τόνου, τον Φεβρουάριο του 2019, ήταν ενθουσιασμένοι με την προοπτική να συνεργαστούν και να ζήσουν περιπέτειες στη θάλασσα. Οι 24χρονοι φίλοι, δελεασμένοι από την υπόσχεση για υψηλούς μισθούς, είπαν στις οικογένειές τους ότι θα έφεραν σπίτι «πολλά χρήματα» και θα τους έκαναν περήφανους. Ήταν η μεγάλη τους ευκαιρία να ξεφύγουν από την ανεργία που μάστιζε το χωριό τους στην Ινδονησία.

Όμως κανείς από τους δύο δεν είδε ξανά την οικογένεια του. Και οι δύο πέθαναν στη θάλασσα μετά από εβδομάδες αγωνίας. Εργάζονταν 18 ώρες την ημέρα χωρίς επαρκή τροφή ή νερό υπό την απειλή βίας. Επιζώντες που δούλευαν μαζί τους έδωσαν φρικτές μαρτυρίες για τους θανάτους και αποκάλυψαν ότι τα σώματα των νεκρών πετάγονταν στη θάλασσα.

Οι «σκλάβοι» του Ειρηνικού

Ένα πλήρωμα 24 Ινδονησιανών σάλπαρε με το Long Xing 629, το οποίο ανήκει στην εταιρεία Dalian Ocean Fishing Company, η οποία σύμφωνα με αναφορές ασχολείται με την παράνομη αλιεία. Μόνο 20 επέζησαν. Όσοι τα κατάφεραν καταγγέλλουν ότι «αντιμετωπίστηκαν σαν ζώα» και οι δικηγόροι τους περιέγραψαν την υπόθεση ως «χαρακτηριστικό παράδειγμα» καταναγκαστικής εργασίας και εμπορίας ανθρώπων στη θάλασσα. Η Ιντερπόλ έχει από καιρό προειδοποιήσει για την σχέση μεταξύ παράνομης, άναρχης και μη καταγεγραμμένης αλιείας και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ένα είδος δηλαδή σύγχρονης δουλείας.

Το Long Xing 629 είχε νόμιμη άδεια για αλίευση τόνου, αλλά στην πραγματικότητα κυνηγούσε καρχαρίες. Τα πτερύγια τους θεωρούνται ξεχωριστό έδεσμα και πιάνουν πολύ μεγάλες τιμές στην αγορά. Στο περίπου ένα έτος που το σκάφος αλίευε φέρεται να συγκέντρωσε περίπου 800 κιλά πτερυγίων καρχαρία.

Το πλήρωμα στρατολογήθηκε από μικρά χωριά, αποκάλυψε ο Γιούντα, ένας από τους επιζώντες. Το καλοκαίρι του 2018, όταν ήταν μόλις 18 ετών και απόφοιτος σχολής ψαρέματος, προσεγγίστηκε από έναν γλυκομίλητο μεσίτη μέσω μιας σελίδας Facebook που χρησιμοποιείται από Ινδονησιανούς ψαράδες οι οποίοι αναζητούν εργασία.

Του υποσχέθηκε ένα διετές συμβόλαιο που θα του απέφερε περίπου 450 δολάρια το μήνα συν τα μπόνους. «Μου είπε ότι η δουλειά ήταν καλή», λέει ο Γιούντα. Η συμφωνία ήταν να ξεκινήσει σε περίπου έναν μήνα σε ένα σκάφος που αλίευε χταπόδια.  Αλλά όταν ταξίδεψε στο Πεμαλάνγκ για να υπογράψει συμβόλαιο με το γραφείο προσλήψεων, διαπίστωσε ότι ο μηνιαίος μισθός ήταν μόνο 300 δολάρια. Επιπλέον η σύμβαση προέβλεπε «εγγύηση» 900 δολαρίων και ένα ποσό 750 δολαρίων για την «επεξεργασία εγγράφων». Ξεκινώντας λοιπόν έπρεπε να εργαστεί για να εξοφλήσει τα 1650 δολάρια πριν αρχίσει να βάζει χρήματα στην τσέπη του.



Όταν επιβιβάστηκε στο σκάφος κατάσχεσαν το διαβατήριο του και κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για αλιευτικό χταποδιών αλλά  ήταν καταχωρημένο ως «παραγάδι τόνου», κάτι που σημαίνει  ότι η εργασία είναι σαφώς πιο δύσκολη. Τον ενημέρωσαν επίσης πως "κυνηγούν" καρχαρίες για τα πτερύγια τους. Η κατανάλωση πτερυγίων καρχαρία δεν είναι παράνομη στην Κίνα, αλλά το κυνήγι καρχαριών μόνο για τα πτερύγιά τους χωρίς την αξιοποίηση και του υπόλοιπου σώματος απαγορεύεται από τον Οργανισμό Αλιείας του οποίου είναι μέλος η ασιατική χώρα.

Οι ώρες εργασίας ήταν απάνθρωπες. Συνήθως εργάζονταν 18 ώρες την ημέρα χωρίς να κοιμηθούν καθόλου. "Δεν υπήρχε διάλειμμα, εκτός από αυτό για το φαγητό και μόνο πέντε λεπτά. Μετά χτυπούσαν ένα κουδούνι και έλεγαν: Ας επιστρέψουμε στη δουλειά" λέει ο Γιούντα.

Το πλήρωμα αναγκάστηκε να πίνει αποσταγμένο θαλασσινό νερό, το οποίο ήταν κίτρινο και αλμυρό, λέει. Οι Κινέζοι αξιωματικοί όμως έπιναν εμφιαλωμένο νερό. Το φαγητό ήταν σχεδόν μόνιμα ψάρι με ληγμένα νουντλς και φρέσκα προϊόντα. Μερικές φορές, εάν ένας τόνος ξέφευγε από το αγκίστρι ο καπετάνιος εξοργιζόταν. Τότε το πλήρωμα δεν έτρωγε καθόλου.

Ο Γιούντα υποστηρίζει ότι υπήρξε μάρτυρας και σωματικής κακοποίησης. "Ο φίλος μου ξυλοκοπήθηκε επειδή ήταν αργός. Τότε το πλήρωμα ξεσηκώθηκε. Οι Ινδονησιανοί έβγαλαν μαχαίρια και ματσέτες και απείλησαν του Κινέζους. Τότε ο καπετάνιος κατέβηκε για να ηρεμήσει την κατάσταση. Το κινεζικό πλήρωμα δεν τόλμησε να κάνει ξανά κάτι ανάλογο" τονίζει.

Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν τόσο τραγικές που τα αποτελέσματα φάνηκαν γρήγορα. Τον Νοέμβριο του 2019 ο Σεπρί άρχισε να παραπονιέται για δύσπνοια, πόνους στο στήθος και πρήξιμο των άκρων. Στις 21 Δεκεμβρίου 2019, κατέρρευσε. «Έλεγξα τον παλμό του, είχε φύγει», λέει ο Γιούντα. Παρότι το πλήρωμα αντέδρασε με εντολή του καπετάνιου το σώμα πετάχτηκε στη θάλασσα.

Ο Γιούντα είχε επίσης αρχίσει να υποφέρει από τα ίδια συμπτώματα με τον φίλο του. Το ίδιο συνέβη και σε ένα άλλο μέλος του πληρώματος, τον Αλφατάχ. Φοβούνταν για τη ζωή τους. "Φοβόμουν ότι το ίδιο θα συνέβαινε και σε μένα. Ζήτησα από τον καπετάνιο, αν πεθάνω, να στείλει το σώμα μου στους γονείς μου στην Ινδονησία." λέει.

Ο καπετάνιος κάλεσε ένα αδελφό σκάφος, το Long Xing 802, για να μεταφέρει το άρρωστο πλήρωμα στη Σαμόα. Έφτασε επτά ημέρες μετά το θάνατο του Σεπρί.

Όταν πλέον επιβιβάστηκαν στο νέο σκάφος ο Αλφατάχ ήταν σε τραγική κατάσταση. "Μου λέει Γιουντά δεν αντέχω άλλο. Πονάω τόσο πολύ. Του απάντησα: Κάνε υπομονή αδελφέ πρέπει να αντέξεις μέχρι να φτάσουμε στη στεριά. Αλλά μετά από οκτώ ώρες, μπροστά στα μάτια μου, πέθανε" θυμάται ο Γιούντα. Όπως και πριν έτσι και στο Long Xing 802 ο καπετάνιος έδωσε εντολή να πετάξουν το σώμα του Αλφατάχ στη θάλασσα. Είπε στο πλήρωμα ότι ο θάνατος προήλθε από έναν ίο και το πτώμα έπρεπε να πεταχτεί στη θάλασσα για να μην κινδυνεύσουν οι υπόλοιποι.

Εν τω μεταξύ, πίσω στο πρώτο σκάφος, κι άλλα μέλη του πληρώματος παρουσίασαν τα συμπτώματα. Στα τέλη Μαρτίου, άλλα εννέα μέλη μεταφέρθηκαν σε άλλο πλοίο, το Tian Yu 8. Υπέφεραν από δύσπνοια και πρησμένα πόδια. Στις 30 Μαρτίου πέθανε ένα ακόμα άτομο. Τον έλεγαν Άρι. Ο καπετάνιος τον πέταξε και αυτόν στη θάλασσα. "Παρακαλούσαμε τον καπετάνιο να μην το κάνει. Ήμουν λυπημένος και θυμωμένος που έβλεπα το σώμα του φίλου μου να πέφτει στη θάλασσα" αναφέρει ένα μέλος του πληρώματος, ο Γιουσούφ. Οργισμένοι οι ναύτες άρχισαν πλέον να καταγράφουν στοιχεία και να βγάζουν βίντεο απ' όσα συνέβαιναν.

Το Tian Yu 8 έφτασε τελικά στην ακτή του Μπουσάν της Κορέας και το πλήρωμα μεταφέρθηκε σε ιατρικό κέντρο. Εκεί πέθανε ένας τέταρτος ναυτικός, ο Εφέντι. Δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ αυτοψίες σε κανένα από τα πτώματα. Σύμφωνα με πληροφορίες το ιατρικό κέντρο είπε πως ο Εφέντι πέθανε από πνευμονία.



Τον Γιούντα τον άφησαν στη Σαμόα και του έδωσαν χρήματα για να αγοράσει ένα αεροπορικό εισιτήριο για την Τζακάρτα. Για τους δέκα μήνες δουλειάς στο αλιευτικό τού έδωσαν τελικά 638 δολάρια. Επισκέφθηκε έναν γιατρό στην Ινδονησία ο οποίος του είπε όχι έχει υποσιτισμό και μπέρι μπέρι,  μια ασθένεια που προκλήθηκε από ανεπάρκεια βιταμίνης Β1.

Όταν το πλήρωμα κυκλοφόρησε το βίντεο από το καράβι στα Μέσα ενημέρωσης στην Κορέα και την Ινδονησία, το θέμα έγινε πρωτοσέλιδο. Οι ινδονησιακές αρχές χαρακτήρισαν τη μεταχείριση των ψαράδων «απάνθρωπη» και ζήτησαν έρευνα από την Κίνα. Η αδελφή του Σέπρι, Ρίκ τονίζει ότι το πρακτορείο προσλήψεων δεν της έδωσε επαρκείς εξηγήσεις.

«Μας είπαν ότι ο Σεπρί ήταν άρρωστος και πέθανε μετά από μια θεραπεία. Έβαλα τα κλάματα. Ρώτησα  γιατί το σώμα δεν επέστρεψε στην Ινδονησία για σωστή ταφή και οι υπεύθυνοι του πρακτορείου που είπαν ότι δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με το σκάφος".

Εμπόριο ανθρώπων για την παράνομη αλιεία

Τελικά της έδωσαν αποζημίωση 14.000 δολαρίων αλλά η ίδια δηλώνει πως η κατάσταση πρέπει να αλλάξει για να μην συμβεί κάτι τέτοιο ξανά.  "Η κυβέρνηση της Ινδονησίας πρέπει να είναι σκληρή με αυτό το περιστατικό. Πρέπει να το αντιμετωπίσει διεξοδικά. Θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία για την προστασία των πληρωμάτων από την Ινδονησία. Θέλουμε δικαιοσύνη", τονίζει.

Η χώρα ξεκίνησε έρευνα για την εμπορία ανθρώπων για τους στρατολογητές των πρακτορείων. Έκτοτε συνέλαβε τους επικεφαλής τριών πρακτορείων, κατηγορώντας τους ότι πληρώνουν τα μέλη των πληρωμάτων με λιγότερα από 30 δολάρια το μήνα.

Οργανώσεις εργασιακών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι χιλιάδες εργάτες από την Ινδονησία, που εργάζονται σε ξένα σκάφη, στερούνται προστασίας. Ούτε η Κίνα, η Νότια Κορέα ούτε η Ινδονησία έχουν επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας στην Αλιεία, ένα διεθνές πρωτόκολλο που εγγυάται αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης για το πλήρωμα των αλιευτικών σκαφών.

Ο Αζίζα Χαπσάρι, του Ιδρύματος Περιβαλλοντικής Δικαιοσύνης, χαρακτήρισε την υπόθεση Long Xing 629 ως την «κορυφή του παγόβουνου».

"Σε μια προσπάθεια να διατηρηθούν τα κέρδη εν μέσω μείωσης των πληθυσμών ψαριών, αδίστακτοι πράκτορες και ιδιοκτήτες καταφεύγουν σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αρνούνται τη βασική ιατρική περίθαλψη του πληρώματος. Αυτό συμβαίνει γιατί μεγάλα τμήματα της παγκόσμιας αλιευτικής βιομηχανίας λειτουργούν στη σκιά, μακριά από κυβερνητικούς και δημόσιους ελέγχους. Το βίντεο αποτελεί απόδειξη αλλά δεν μπορούμε να πούμε με ακρίβεια σε πόσο μεγάλη κλίμα συμβαίνει αυτό» τονίζει.

Ο Γιονγκ Τσουλ Κιμ, δικηγόρος στη Νότιας Κορέας, ο οποίος μίλησε με μέλη του πληρώματος που έφτασαν στο Μπουσάν λέει: "Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εμπορίας ανθρώπων στη θάλασσα και συνδέεται σαφώς με την παράνομη αλιεία. Στο πλήρωμα από την Ινδονησία ουσιαστικά επιβλήθηκε καταναγκαστική εργασία. Τα διαβατήριά τους κρατήθηκαν από τον καπετάνιο, δεν μπορούσαν να φύγουν από το πλοίο και δεν είδαν λιμάνι για 13 μήνες. Σύμφωνα με τις συμβάσεις που είχαν υπογράψει αν η εργασία τους τερματιστεί στο μέσο του συμβολαίου τότε το κόστος του εισιτηρίου επιστροφής επιβαρύνει το μέλος του πληρώματος και το  ήμισυ του μισθού τους παρακρατείται με τα χαρακτηριστικό κατάθεση ασφαλείας» τονίζει.

Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι διερευνά το θέμα, αλλά τόνισε ότι ορισμένοι από τους ισχυρισμούς δεν επιβεβαιώνονται, σύμφωνα με τις δικές του πληροφορίες. Η Dalian Ocean Fishing Company στην οποία ανήκουν τα σκάφη αρνείται να σχολιάσει τα περιστατικά και όσα της καταλογίζουν.