«Μας κυνηγούσε η Μαφία και μας προστάτευε μια μυστική κοινότητα»


Η αδιανόητη ιστορία της Πολίν Ντέικιν που έζησε από παιδί σε κλίμα τρομοκρατίας μέχρι που αποκαλύφθηκε η τραγική αλήθεια


«Από πολύ μικρή θυμάμαι που αναρωτιόμασταν με τον αδελφό μου τι δεν πάει καλά με την οικογένεια μας. Γιατί είναι τόσο περίεργοι. Ήταν ένα μυστήριο στο οποίο δεν είχαμε πάρει απάντηση» λέει η Πολίν Ντέικιν.

Γεννήθηκε το 1965 στον Καναδά και όταν ήταν μόλις πέντε ετών οι γονείς της χώρισαν. Ο πατέρας της, Γουόρεν είχε σοβαρό πρόβλημα με το αλκοόλ και κάποια στιγμή η μητέρα της, Ρουθ δεν μπορούσε να το αντέξει άλλο. Η Ρούθ πήρε τα παιδιά και έφυγε από το σπίτι και κάπου εκεί ξεκίνησε μια απίστευτη περιπέτεια.

«Ήμουν επτά χρονών όταν η μητέρα μου μας είπε μια μέρα ότι θα πάμε εκδρομή στο Γουίνιπεγκ, ένα μέρος 1.600χλμ μακριά από το Βανκούβερ όπου ζούσαμε. Όταν όμως φτάσαμε μας ανακοίνωσε ότι δεν θα επιστρέψουμε ποτέ. Δεν είπαμε αντίο στον πατέρα μας και κόψαμε κάθε επαφή» θυμάται η Πολίν

Μέσα στα επόμενα χρόνια ρώτησε πολλές φορές τη μητέρα της γιατί έφυγαν έτσι αλλά δεν της έδινε κάποια εξήγηση. «Έλεγε μόνο ότι δεν μπορεί να μου πει τώρα και ότι θα μου εξηγήσει όταν μεγαλώσω.

Τέσσερα χρόνια μετά η οικογένεια μετακόμισε και πάλι ξαφνικά. Μέχρι τα 11 της η Πολίν είχε πάει σε έξι διαφορετικά σχολεία και είχε χάσει κάθε επαφή με τον πατέρα της. «Ήξερα ότι κάτι συνέβαινε. Δεν ήξερα τι ήταν αλλά πάντα είχα αυτό το αίσθημα ότι κάτι τρομερό γίνεται» λέει.

 Ξαφνικά μπήκε στη ζωή της και ο ιερέας Σταν Σίαρς. Η μητέρα της είχε γνωρίσει τον Σίαρς σε μια ομάδα υποστήριξης ατόμων που ζουν με αλκοολικούς. Ήταν σύμβουλος εκεί και η Ρουθ είχε ζητήσει την βοήθεια του όταν αντιμετώπιζε προβλήματα με τον πρώην σύζυγο της.

Η Πολίν παρατήρησε πώς κάθε φορά που μετακόμιζαν ο Σίαρς με την οικογένεια του τους ακολουθούσαν και έμεναν σε μικρή απόσταση. «Καταλάβαινα ότι αυτό παίζει κάποιο ρόλο σε όλο αυτό που συνέβαινε» τονίζει.

Τελικά εγκαταστάθηκαν στην πόλη Νιού Μπράνσουικ. Η Πολίν ήταν 23 ετών και εργαζόταν σε μια τοπική εφημερίδα όταν η μητέρα της, τηλεφώνησε και της ανακοίνωσε: «Λοιπόν, είμαι έτοιμη να σου εξηγήσω όλα αυτά τα παράξενα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή σου». Της είπε να συναντηθούν σε ένα απομονωμένο μοτέλ.

Όταν έφτασε εκεί η Ρουθ την προϋπάντησε χωρίς να μιλήσει. Της έδωσε ένα σημείωμα και έναν άδειο φάκελο. «Μην πεις τίποτα. Βγάλε τα κοσμήματα σου και βάλτα στον φάκελο. Θα σου εξηγήσω, απλά μην μιλάς» ανέφερε το σημείωμα.

«Ήταν το περίεργο πράγμα. Σκέφτηκα: Μα ποια είσαι, τι κάνεις; Τελικά όμως ακολούθησα τις οδηγίες» αναφέρει η Πολίν. Μπήκαν στο δωμάτιο του μοτέλ όπου προς έκπληξη της είδε τον Σταν Σίαρς.

 


Ο ιερέας της είπε ότι εδώ και 16 χρόνια η οικογένειά της προσπαθεί να ξεφύγει από τη Μαφία η οποία έχει στόχο τον πατέρα της. «Ο Γουόρεν είχε εμπλακεί με το οργανωμένο έγκλημα και σας κυνηγούσαν. Έπρεπε να μετακινείστε για να γλιτώσετε» της είπε και συνέχισε: «Ήμουν σύμβουλος ενός εκ των αρχηγών της Μαφία που ήθελε να ξεφύγει απ' όλο αυτό. Όταν ανακάλυψαν ότι έσπασε την ομερτά και μου μίλησε τον δολοφόνησαν. Μετά έβαλαν και εμένα στο στόχο θεωρώντας ότι ξέρω πολλά. Η Ρουθ (δεξιά στη φωτό, μαζί με τον σύζυγο της, την Πολίν και τον αδελφό της) μπήκε στο στόχαστρο τους γιατί φοβούνταν ότι μια πικραμένη γυναίκα μέλους της Μαφία θα μιλήσει». Τέλος της εξήγησε ότι έπρεπε να βγάλει τα κοσμήματα της καθώς είναι πιθανό να είχαν κάποιον «κοριό».

Η Πολίν τρομοκρατήθηκε. «Θυμάμαι να νιώθω φόβο ότι είμαι σε κάτι από το οποίο δεν μπορώ να γλιτώσω. Μου είπαν όμως ότι μας παρακολουθούν κάποιοι και μας προσέχουν. Μου αποκάλυψαν ότι έγινε προσπάθεια είτε να με σκοτώσουν, είτε να μα απαγάγουν και αυτοί οι πράκτορες παρενέβησαν και μας κράτησαν ασφαλείς. Ο Σταν μου είπε ότι υπάρχει μια ολόκληρη μυστική κοινότητα ανθρώπων που έχουν μπει στο στόχαστρο της Μαφία και προστατεύονται από αυτούς τους ανθρώπους. Την αποκάλεσε ο Παράξενος Κόσμος και μου είπε ότι είμαστε μέλη του» τονίζει.

Ο Σταν της είπε επίσης ότι η σύζυγος του δεν δέχθηκε να μπει στον Παράξενο Κόσμο μαζί του γι' αυτό και πλέον ζούσε μόνος του και συνεργαζόταν με τους πράκτορες. Της αποκάλυψε επίσης ότι είναι πλέον ερωτευμένοι με τη μητέρα της και θα ζήσουν μαζί.

«Ήμουν τρομαγμένη και λυπημένη και ένιωσα σαν να διαλύονται τα πάντα δίπλα μου. Για ένα Σαββατοκύριακο άκουγα τις ιστορίες τους. Μου εξηγούσαν όλα αυτά τα περίεργα που είχαν συμβεί στη ζωή μου. Γιατί μετακομίζαμε, γιατί άλλαζα σχολεία, γιατί η μητέρα μου πετούσε ξαφνικά τα πράγματα από το ψυγείο, γιατί φεύγαμε από το σπίτι και μέναμε για ένα-δύο βράδια σε μια καλύβα στο δάσος. Μου είπαν ότι μας κυνηγούσαν και ότι κάποιες φορές προσπάθησαν να μας δηλητηριάσουν. Όσο και αν ήταν απίστευτα αυτά που είχα ζήσει μου έδιναν μια εξήγηση» λέει η Πολίν.

Μετά από τις αποκαλύψεις, ο Σίαρς τη ρώτησε αν μπορεί να της βάλει έναν πομπό ώστε οι «καλοί» να μπορούν να την ακολουθήσουν και να την κρατήσουν ασφαλή. Της έδωσε επίσης ένα μικρό ραδιόφωνο και της είπε ότι μέσω αυτού μπορεί να επικοινωνεί μαζί του όταν χρειαζόταν βοήθεια. «Με προειδοποίησε: Να το χρησιμοποιήσεις μόνο αν η ζωή σου είναι πραγματικά σε κίνδυνο γιατί οι άνθρωποι που θα απαντήσουν ρισκάρουν τη δική τους ζωή για εσένα».

Ακολούθησε ένα διάσημα στο οποίο η Πολίν ζούσε μέσα στον φόβο. Ένιωθε ότι κάποιος την ακολουθεί και δεν πήγαινε πλέον σε εστιατόρια υπό τον φόβο μην τη δηλητηριάσουν. Ήταν σίγουρη πως την παρακολουθούσαν και δεν ακολουθούσε ποτέ την ίδια διαδρομή.

Ενώ ήταν ήδη τρομοκρατημένη νέες σοκαριστικές αποκαλύψεις ήρθαν από τον Σταν και την Ρουθ (φωτό). Της είπαν ότι πολλοί άνθρωποι που γνώριζαν δεν είναι αυτοί που φαίνονται.

«Σύμφωνα με όσα μου αποκάλυψαν άνθρωποι που γνώριζα από την παιδική μου ηλικία ανήκαν στο οργανωμένο έγκλημα. Τους είχαν εντοπίσει, τους είχαν συλλάβει και είτε τους είχαν σκοτώσει, είτε τους είχαν εξαφανίσει. Όμως τους αντικατέστησαν με σωσίες.

Κάποιες φορές ήταν οι "καλοί" που έβαζαν τους σωσίες και κάποιες άλλες οι κακοί. Έτσι δεν ήσουν ποτέ 100% σίγουρος με ποιον ήταν ο κάθε σωσίας. Ο Σταν μου είπε ότι οι σωσίες έκαναν εκπαίδευση μηνών βλέποντας οικογενειακά βίντεο ώστε να μην τους καταλαβαίνουν και είχαν ειδικούς χειρούργους και μακιγιέρ για να τελειοποιούν την μεταμφίεση τους. Μου αποκάλυψε μάλιστα πως ο πατέρας μου και η θεία μου, που είχα συναντήσει στον γάμο του αδελφού,  ήταν σωσίες. Η μητέρα μου ήταν πολύ αναστατωμένη στον γάμο γιατί ήξερε ότι η αδελφή της δεν είναι πραγματική. Τον ρώτησα για το σημάδι που έχει ο πατέρας μου στο μάτι και μου είπε ότι το φτιάχνουν με φακούς επαφή. Είχε για όλα μια απάντηση» θυμάται η Πολίν.

Ο Σίαρς της έδειξε ακόμα και γράμματα που είχαν στείλει ο πατέρας της και ο νονός της από τον Παράξενο Κόσμο. Τους κρατούσαν εκεί σε μια μυστική φυλακή και τους είχαν αντικαταστήσει με σωσίες, της είπε.

«Ήταν μια τρελή ιστορία και σίγουρα είχα αμφιβολίες αλλά αν δεν μπορούσα να εμπιστευτώ την μητέρα μου και τον Σταν τότε ποιον θα εμπιστευόμουν;» αναφέρει η Πολίν και συνεχίζει: «Η ζωή μου άλλαξε και δεν μπορούσα να δουλέψω, δεν μπορούσα να προχωρήσω έτσι. Αποφάσισα να κρυφτώ όπως η μητέρα μου. Ο Σταν μου είπε ότι μπορώ να εργαστώ για την κοινότητα. Έχτιζε ο ίδιος μια αγροικία και μου είπε ότι θα χτίσουν ένα σπίτι και για εμάς. Μας είχε φέρει μάλιστα φωτογραφίες και δείγματα για το νέο σπίτι. Μας έδειξε ακόμα και ένα άλογο που θα είχαμε. Άφησα τη δουλειά μου και χώρισα τον σύντροφο μου.  Μετακόμισα στο Χάλιφαξ στη Νέα Σκοτία και έπιασα νέα δουλειά. Εκεί περιμέναμε να μας ειδοποιήσει ο Σταν πότε θα μπούμε στη μυστική κοινότητα.  Μας έλεγε όμως ότι απειλούν όλη την οικογένεια και αν εξαφανιζόμασταν και πάλι τότε θα σκότωναν όλους τους υπόλοιπους. Υποστήριζε ότι οι πράκτορες τού είπαν ότι η Μαφία γνωρίζει τι σχεδιάζουμε και μας απειλεί. Έτσι ήμασταν μόνιμα σε αναμονή».


Η Πολιν (στη φωτό μαζί με τον Σταν Σίαρς) γνώρισε κάποια στιγμή τον Κέβιν με τον οποίο παντρεύτηκαν. Του είπε το τρομερό μυστικό της και συμφώνησε να την ακολουθήσει όταν θα έμπαινε στη μυστική ομάδα και θα ζούσε κρυμμένη. Όμως τα χρόνια περνούσε και ο Σίαρς συνέχεια έλεγε ότι δεν είναι η σωστή στιγμή.

«Βρισκόμουν πλέον σε πόλεμο με τον εαυτό μου και ήθελα να βρω έναν τρόπο να ξεκαθαρίσω αν ήταν αλήθεια η ψέματα. Κάποια στιγμή που ήξερα ότι ο Σταν βρίσκεται στο σπίτι της μητέρας μου την πήρα τηλέφωνο. Της είπα ότι κάποιοι μπήκαν στο σπίτι μου και τη ρώτησα τι πρέπει να κάνω. Θα ρωτήσω τον φίλο μας και θα σε πάρω, μου είπε.

Ο Σταν μας είχε ξεκαθαρίσει πως ποτέ δεν έπρεπε να απευθυνθούμε στην αστυνομία, ποτέ δεν έπρεπε να τους ενημερώσουμε για αυτά που μας συμβαίνουν. Δεν μπορείτε να τους εμπιστευτείτε, μας έλεγε. Αν υπήρχε πρόβλημα έπρεπε να πάμε σε αυτόν και θα ενημέρωνε τους πράκτορες. Είχε μια ειδική συσκευή στο πορτοφόλι του από την οποία λάμβανε μηνύματα σε κώδικα. Τα αποκρυπτογραφούσε και τα μετέφερε.

Πέντε λεπτά μετά χτύπησε το τηλέφωνο μου. Ήταν η στιγμή που θα έπαιρνα την απάντηση μου και ήμουν τρομαγμένη. Η μητέρα μου μού είπε ότι δεν μπορεί να μιλήσει στο τηλέφωνο. Έπρεπε να πάω από εκεί αμέσως.

Όταν έφτασα η μητέρα μου ήταν με τον Σταν. Μου είπε ότι οι πράκτορες συνέλαβαν δύο άτομα έξω από το σπίτι μου. Είχαν πάνω τους φωτογραφίες μου και πράγματα από το σπίτι μου. Τότε κατάλαβα ότι τα πάντα ήταν μια απάτη. Δεν είχε μπει κανείς στο σπίτι μου, το είχα βγάλει από το μυαλό μου. Ήταν η στιγμή που πλέον ήξερα πως όλα όσα είχα ζήσει, όλοι οι άνθρωποι που είχα χάσει, όλα αυτά τα τρελά πράγματα ήταν ένα ψέμα. Ήμουν σοκαρισμένη και οργισμένη» τονίζει η Πολίν

Χρειάστηκε μια εβδομάδα για να ηρεμήσει και να μιλήσει στη μητέρα της. Της εξήγησε αλλά αυτή δεν την πίστεψε. Της έλεγε ότι τους θέτει σε κίνδυνο με αυτά που λέει. Ο Σίαρς από τη μεριά του είπε ότι ίσως είχε γίνει κάποιο λάθος και ότι θα γίνει νέα έρευνα από τους πράκτορες.

«Θυμάμαι πόσο λυπημένος ήταν. Ένιωθε ότι πλέον δεν ήμουν στην ομάδα. Για μήνες προσπαθούσα να πείσω την μητέρα μου αλλά δεν τα κατάφερνα. Ήμουν εξοργισμένη και μισούσα τον Σταν. Τελικά συνειδητοποίησα ότι όλη αυτή η ιστορία ήταν στο μυαλό του Σταν και η μητέρα μου ακολουθούσε. Δεν μπορούσα όμως να καταλάβω γιατί έκανε κάτι τέτοιο. Απευθύνθηκα σε ψυχίατρο για να βρω μια λύση. Μου είπε ότι μια σαν μια περίπτωση "folie à deux". Ένα σύνδρομο στον οποίο ψευδαισθήσεις μεταδίδονται από ένα ισχυρό άτομο σε ένα ανίσχυρο. Από τον Σταν στη μητέρα μου» τονίζει η Πολίν.

Μετά τις αποκαλύψεις συνδέθηκε και πάλι με τον πατέρα της αλλά δεν του είπε τι είχε συμβεί. «Δεν νομίζω ότι θα τον βοηθούσε σε κάτι» λέει.

Αρχικά η σχέση της με τη μητέρα της πάγωσε αλλά όταν ήρθε το πρώτο παιδί αυτό άλλαξε. Το 2010 η Ρουθ διαγνώστηκε με καρκίνο και έζησε τους τελευταίους εννέα μήνες της ζωής της μαζί με την Πολίν.

«Δεν την είχα συγχωρέσει απόλυτα αλλά ξέραμε ότι δεν υπάρχει χρόνος να το ξεκαθαρίσουμε. Έπρεπε να βρούμε την ηρεμία όπως και το κάναμε. Μέχρι τον θάνατο της η μητέρα μου πίστευε τον Σταν. Δεν άλλαξε άποψη ακόμα και όταν ο Στα πέθανε και τα γράμματα από τον Παράξενο Κόσμο σταμάτησαν να έρχονται.

Ο Σταν είχε επικοινωνήσει κάποιες φορές μαζί μου και μου έλεγε τα ίδια. Με προειδοποιούσε για κινδύνους. Του είπα ότι δεν τον μισώ αλλά ότι είμαι εξοργισμένη μαζί του. Πέρασα πολλά χρόνια προσπαθώντας να καταλάβω την περίπτωση. Κάποια στιγμή διάβασα ένα ιατρικό άρθρο που ήταν σαν να τον περιέγραφε με λεπτομέρειες. Ένας άνθρωπος που είναι λειτουργικός και φαίνεται νορμάλ αλλά έχει αυτές τις τρελές ψευδαισθήσεις. Τελικά αυτό που μου έμεινε είναι μια μεγάλη λύπη κυρίως για τη μητέρα μου. Πέρασε τόσο δύσκολη ζωή λόγω του Σταν. Λυπάμαι βέβαια και για εμένα και τον αδελφό μου. Δύο μικρά παιδιά που δεν έζησαν κανονικά λόγω ενός αρρώστου ψυχολογικά ατόμου» λέει η Πολίν.