Το φρικτό έγκλημα του Τζέικ Πάτερσον. Είδε μόλις μια φορά την 13χρονη Τζέιμι και αποφάσισε να σκοτώσει την οικογένεια της και να την απαγάγει
«Όταν την είδα ήξερα ότι είναι το κορίτσι που ήθελα να αρπάξω» θα πει ο 21χρονος Τζέικ Τόμας Πάτερσον για την μόλις 13 ετών Τζέιμι Κλος. Ήταν ένα πρωινό του Σεπτέμβρη του 2018 όταν οι δρόμοι τους συναντήθηκαν τυχαία. Ο Πάτερσον πήγαινε στη νέα του δουλειά και η Τζέιμι ανέβαινε στο σχολικό. Το κορίτσι με τα κόκκινα μαλλιά έγινε η εμμονή του. Εντόπισε το σπίτι της, έμαθε πληροφορίες για την οικογένεια της και κατέστρωσε το σχέδιο απαγωγής.
Στις 5 Οκτωβρίου έκανε την πρώτη του προσπάθεια. Έφτασε έξω από το σπίτι των Κλος, είδε όμως κίνηση στο εσωτερικό και αποφάσισε να φύγει γιατί δεν ήθελε να υπάρχουν μάρτυρες, όπως είπε. Δύο μέρες μετά βρέθηκε και πάλι στο ίδιο σημείο όμως δίστασε για τον ίδιο λόγο. Την τρίτη φορά όμως θα πήγαινε αποφασισμένος για τα πάντα...
15 Οκτωβρίου 2018
Ο Πάτερσον είχε ξυρίσει το κεφάλι και το πρόσωπο του πολύ προσεκτικά. «Δεν ήθελα να με βρουν από το dna μου» θα ομολογήσει. Φόρεσε ένα μαύρο παλτό, μια μάσκα του σκι και πήρε μαζί του μια καραμπίνα. Ήταν περίπου 50 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα όταν πάρκαρε την Taurus του έξω από το σπίτι των Κλος, στο Μπέιρον του Ουισκόνσιν. Η Μόλι, ο σκύλος της οικογένειας, άρχισε να γαυγίζει. Έφτασε στην πόρτα και την χτύπησε δυνατά. Μέσα στο σπίτι βρισκόταν η Τζέιμι, ο πατέρας της Τζέιμς (56 ετών) και η μητέρα της Ντενίζ (48 ετών). Το γάβγισμα του σκύλου τούς είχε ήδη αναστατώσει και όταν άκουσαν τη φωνή του Πάτερσον, ο πατέρας είπε στη σύζυγο και την κόρη του να κλειστούν στο μπάνιο. Πήγε στην είσοδο με έναν φακό.
Ο Πάτερσον του ζήτησε να ανοίξει την πόρτα αμέσως. Ο Τζέιμς Κλος έριξε το φως του φακού στο γυάλινο παραθυράκι της πόρτας και του ζήτησε να του δείξει το σήμα του. «Άνοιξε τη γαμημένη πόρτα», φώναξε ο Πάτερσον και πυροβόλησε μέσα από το παραθυράκι. Ο Τζέιμς Κλος έπεσε νεκρός.
Σπάζοντας την πόρτα ο 21χρονος μπήκε στο σπίτι και άρχισε να ψάχνει τα δωμάτια. Έφτασε έξω από το μπάνιο και άκουσε την Τζέιμι να κλαίει. Η πόρτα δεν άνοιγε. Στις 00:53 η Ντενίζ Κλος πήρε την αστυνομία αλλά δεν κατάφερε να μιλήσει. «Άκουσα φωνές και κατάλαβα ότι κάτι συνέβαινε αλλά γρήγορα η γραμμή έκλεισε. Πήρα πίσω και βγήκε ο τηλεφωνητής της οικογένειας Κλος» θα καταθέσει η τηλεφωνήτρια.
Ο Πάτερσον μπήκε τελικά στο μπάνιο. Έδεσε με κολλητική ταινία την Τζέιμι και της έκλεισε το στόμα. Στη συνέχεια πυροβόλησε τη μητέρα της (στη φωτο από κάτω μαζί με τον Τζέιμς Κλος) και τη σκότωσε. «Δεν μπορούσα να αφήσω πίσω έναν μάρτυρα» θα πει.
Σέρνοντας την Τζέιμι πάνω στο αίμα της μητέρας της την έβγαλε έξω από το σπίτι και την έβαλε στο πορτ παγκάζ του αυτοκινήτου του. «Ξεκίνησα αλλά περίπου 20 δευτερόλεπτα μετά σταμάτησα σε μια άκρη. Άκουσα τις σειρήνες. Είδα τα περιπολικά να περνάνε με ταχύτητα και να πηγαίνουν στο σπίτι», θα πει. Οι γείτονες θα καταθέσουν πως άκουσαν τους πυροβολισμούς αλλά θεώρησαν πως κάποιος κυνηγούσε στο δάσος.
Κάτω από το κρεβάτι
Ο Πάτερσον οδήγησε προς το σπίτι του. Βρισκόταν
Όταν έλειπε ο Πάτερσον η 13χρονη έμενε κάτω από το κρεβάτι. «Έκλεινε τις εξόδους με πράγματα και έμενα εκεί στο σκοτάδι ακόμα και 12 ώρες» θα πει η Τζέιμι. Όταν επέστρεφε στο σπίτι την έβγαζε και προσπαθούσε να την πείσει ότι πλέον αυτή θα είναι η ζωή της. Μιλούσε μαζί της, έπαιζαν παιχνίδια και μαγείρευαν μαζί. Δεν την κακοποίησε σεξουαλικά αν και το ήθελε. «Είχα σεξουαλικές σκέψεις. Μου περνούσε από το μυαλό να τη βιάσω αλλά δεν το έκανα γιατί ένιωθα ενοχές για τους φόνους των γονιών της», θα υποστηρίζει ο Πάτερσον.
Η απόδραση
Ο 21χρονος θεωρούσε ότι η Τζέιμι ήταν πολύ φοβισμένη για να επιχειρήσει να αποδράσει. Της έλεγε συνέχεια ότι αν κάνει κάτι τότε θα της συμβούν «πάρα πολύ κακά πράγματα». Το απόγευμα της 10ης Ιανουαρίου 2019 ο Πάτερσον της είπε ότι θα βγει για δύο ώρες για κάποιες δουλειές. Την έβαλε κάτω από το κρεβάτι, έκλεισε τις εξόδους πρόχειρα με κούτες και έφυγε.
Η Τζέιμι βγήκε κάτω από το κρεβάτι, φόρεσε ένα ζευγάρι αθλητικά του Πάτερσον και έφυγε τρέχοντας από το σπίτι. Το πρώτο άτομο που συνάντησε ήταν η Τζιν Νάτερ, η οποία είχε βγάλει βόλτα τον σκύλο της. «Έχω χαθεί και δεν ξέρω που βρίσκομαι. Χρειάζομαι βοήθεια. Είμαι η Τζέιμι» της είπε.
Η γυναίκα αναγνώρισε το κορίτσι από τις φωτογραφίες που είχαν μοιραστεί στην περιοχή μετά την απαγωγή της. Την πήγε στο κοντινό σπίτι της φίλης της Κριστίν Κασίνσκας και πήραν τηλέφωνο την αστυνομία.
Οι αρχές κινητοποιήθηκαν άμεσα και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα εντόπισαν τον Πάτερσον. Όταν τον συνέλαβαν είπε: «Το έκανα». Στο τμήμα ομολόγησε τα πάντα χωρίς να χρειαστεί να τον πιέσουν.
Η καταδίκη
Όσοι γνώριζαν τον Πάτερσον έμειναν έκπληκτοι μετά τη σύλληψη του. Ήταν ένας ήσυχος, ευγενικός νεαρός που του άρεσαν τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Δεν είχε κάνει ποτέ τίποτα παράνομο και απέφευγε την πολυκοσμία. Ο ίδιος επέμενε ότι μόλις είδε το κορίτσι αποφάσισε να το απαγάγει και να το κρατήσει μαζί του. Υποστήριζε πως δεν είχε ξανά στο παρελθόν σκεφτεί ή επιχειρήσει κάτι παρόμοιο. Καταδικάστηκε σε ισόβια χωρίς την δυνατότητα αναστολής και θα περάσει την υπόλοιπη ζωή του σε κελί.
Μιλώντας σε δημοσιογράφο μέσα από τη φυλακή τόνισε ότι όλα ήταν «περισσότερο μια παρόρμηση». Δήλωσε μετανιωμένος και επιχείρησε, μέσω του πατέρα του, να στείλει ένα απολογητικό γράμμα στην Τζέιμι.
Το κορίτσι ζει πλέον με τον θείο και τη θεία της και δηλώνει πως με δεδομένο τα όσα βίωσε είναι καλά...