Όταν ο IRA έκαψε ζωντανούς δώδεκα αθώους


Η επίθεση στο ξενοδοχείο La Mon θεωρείται μια από τις πλέον φρικτές επιθέσεις του IRA. Τα λάθη που οδήγησαν στο μακελειό και η μαρτυρία του μέλους της ομάδας

Μέσα στην «καρδιά» των «Troubles», στη Βόρεια Ιρλανδία, ο IRA είχε αποφασίσει να χτυπά «εμπορικούς στόχους» ως αντίμετρο στην πίεση που δεχόταν από τους «Ενωτικούς» και τη βρετανική κυβέρνηση. Η τακτική του IRA ήταν να τοποθετεί βόμβες (συνήθως εμπρηστικές) και στη συνέχεια να προειδοποιεί τις Αρχές ώστε να υπάρχει ένας ελάχιστος χρόνος εκκένωσης. Τo βράδυ της Παρασκευής 17 Φεβρουαρίου 1978 όμως μια σειρά λαθών οδήγησε σε μια απίστευτη τραγωδία. Δώδεκα αθώοι βρήκαν φρικτό θάνατο και 33 τραυματίστηκαν σοβαρά στο ξενοδοχείο La Mon, στο νοτιοανατολικό Μπέλφαστ.

Το συγκεκριμένο βράδυ μέσα στο ξενοδοχείο βρίσκονταν περίπου 450 άτομα. Υπάλληλοι, διαμένοντες και άνθρωποι που είχαν πάει για να δειπνήσουν σε κάποιες από τις αίθουσες. Την εποχή εκείνη τα δείπνα-χοροί σε ξενοδοχειακές αίθουσες ήταν δημοφιλής διασκέδαση στη Βόρεια Ιρλανδία.

Ο IRA επέλεξε το ξενοδοχείο στα πλαίσια της επιχείρησης τρομοκράτησης που διεξήγαγε. Σύμφωνα με κάποιες αναφορές είχε πληροφορίες ότι εκείνο το βράδυ θα συναντιούνταν στο εστιατόριο του La Mon αξιωματικοί της Royal Ulster Constabulary, της αστυνομίας της Βόρειας Ιρλανδίας. Αν ισχύει κάτι τέτοιο ο IRA είχε λάθος πληροφόρηση καθώς η συγκεκριμένη συνάντηση πράγματι έγινε στο Le Mon αλλά μια εβδομάδα νωρίτερα.

«Ναπάλμ» έξω από το παράθυρο

Το βράδυ της 17ης Φεβρουαρίου 1978 μέλη του IRA έφτασαν με δύο αυτοκίνητα στο ξενοδοχείο. Τοποθέτησαν την βόμβα έξω από το παράθυρο της αίθουσας «Peacock». Κρέμασαν τον εκρηκτικό μηχανισμό σε έναν γάντζο. Ήταν συνδεδεμένος με τέσσερα μεγάλα δοχεία τα οποία είχαν γεμίσει με βενζίνη και ζάχαρη. Ήταν η λεγόμενη «box bomb» την οποία ο IRA είχε χρησιμοποιήσει ήδη σε δεκάδες επιθέσεις του πριν το Le Mon. Ήταν σχεδιασμένη έτσι ώστε όταν η έκρηξη προκαλούσε ανάφλεξη η φωτιά «κολλούσε» πάνω σε ό,τι άγγιζε. Προκαλούσε τεράστιες καταστροφές και πολύ σοβαρά εγκαύματα αν άγγιζε το ανθρώπινο σώμα.

Τα καταστροφικά λάθη

Μετά την τοποθέτηση της βόμβας και την ενεργοποίηση του ρολογιού τα μέλη του IRA προσπάθησαν να βρουν ένα τηλέφωνο για να προειδοποιήσουν. Στο πρώτο τηλεφωνικό θάλαμο που συνάντησαν το τηλέφωνο ήταν κατεστραμμένο.

Ψάχνοντας ένα που να λειτουργεί έπεσαν σε ένα μπλόκο του βρετανικού UDR (Ulster Defence Regiment) με αποτέλεσμα να χάσουν περισσότερο χρόνο. Τελικά κατάφεραν να επικοινωνήσουν με τις αρχές μόλις εννέα λεπτά πριν εκραγεί η βόμβα. Ηταν πολύ αργά. Σύμφωνα με αναφορές όταν αξιωματικός τηλεφώνησε στο ξενοδοχείο είχε ήδη σημειωθεί η έκρηξη. Από την άλλη άκρη της γραμμής άκουσε κάποιον να φωνάζει: «Για το όνομα του Θεού βγείτε έξω, έσκασε μια βόμβα». Με τις αίθουσες να είναι γεμάτες κόσμο τα αποτελέσματα της επίθεσης ήταν φρικτά.

Μακελειό

Όσοι βρίσκονταν στις αίθουσες είχαν μόλις τελειώσει το πρώτο τους πιάτο όταν ακούστηκε η έκρηξη. Άμεσα δημιουργήθηκε μια τεράστια μπάλα φωτιάς ύψους 12 μέτρων και πλάτος 18. «Ήταν σαν ο Ήλιος να εξερράγη μπροστά στα μάτια μας» θα πει ένα μάρτυρας. Η φωτιά εισέβαλε στις αίθουσες «Peacock» και «Gransha». Όσοι κάθονταν κοντά στα παράθυρα πέθαναν επί τόπου.

Συνολικά έχασαν τη ζωή τους 12 άτομα (επτά γυναίκες, πέντε άνδρες), στην πλειονότητα τους νεαρά ζευγάρια που είχαν βγει για δείπνο. Τα θύματα ήταν κυρίως μέλη των κλαμπ φίλων μοτοσυκλέτας και φίλων σκύλων κόλεϊ που έκαναν τους χορούς τους εκείνο το βράδυ. Τουλάχιστον 33 άτομα τραυματίστηκαν πολύ σοβαρά. Κάποιοι ακρωτηριάστηκαν και οι περισσότεροι σημαδεύτηκαν για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Στην αναφορά τους οι αρχές τονίζουν ότι τα θύματα βρέθηκαν κάτω από στάχτη και κάρβουνα. Ήταν τόσο καμένα που δεν μπορούσαν να αναγνωριστούν. Κάποια από τα πτώματα είχαν συρρικνωθεί τόσο πολύ από την ένταση της φωτιάς που στην αρχή θεωρήθηκαν παιδιά. «Ήταν μια σκηνή από την κόλαση. Τα σώματα έμοιαζαν σαν καρβουνιασμένα κομμάτια ξύλου» θα πει ένας γιατρός που συμμετείχε στις νεκροψίες.

Η έρευνα

Μια μέρα μετά την επίθεση ο IRA ανέλαβε την ευθύνη και απολογήθηκε για το γεγονός ότι δεν προειδοποίησε έγκαιρα. Σε προκήρυξη του ανέφερε ότι ο στόχος δεν ήταν οι πολίτες. Η επίθεση στο Le Mon δημιούργησε κύμα αντιδράσεων ακόμα και εντός των συμπαθούντων του IRA και από τότε η οργάνωση έδωσε αυστηρή οδηγία να μην γίνονται επιθέσεις σε ξενοδοχεία, τρένα και λεωφορεία.

Μια ομάδα 100 ντετέκτιβ κινητοποιήθηκε για την έρευνα και την απόδοση ευθυνών. Στο Μπέλφαστ κυκλοφόρησε ένα φυλλάδιο με τις φωτογραφίες των καμένων πτωμάτων το οποίο καλούσε όποιον έχει πληροφορίες να μιλήσει. Ο πρώτος που καταδικάστηκε για την υπόθεση ήταν ο Έντι Μπρόφι ο οποίος όμως τελικά αθωώθηκε σε δεύτερο βαθμό. Έμεινε στη φυλακή για συμμετοχή στον IRA και όταν αποφυλακίστηκε μια ομάδα του έστησε ενέδρα και τον πυροβόλησε πολλές φορές στο σώμα και τον λαιμό. Παρ’ όλα αυτά επέζησε.

Τον Σεπτέμβριο του 1981 ο Ρόμπερτ Μέρφι καταδικάστηκε για τους φόνους σε 12 φορές ισόβια. Αποφυλακίστηκε όμως το 1995. Το 2012 ένα ρεπορτάζ έδωσε μια νέα τροπή στην υπόθεση. Επικαλούμενο πηγή μέσα στις αρχές της Βόρεια Ιρλανδίας υποστήριξε ότι δύο από τα μέλη της ομάδας που πραγματοποίησαν την επίθεση στο Le Mon ήταν διπλοί πράκτορες και δούλευαν και για την αστυνομία. Ο ένας κατονομάστηκε ως Ντένις Ντόναλντσον. Οι οικογένειες των θυμάτων ζήτησαν διερεύνηση της καταγγελίας αλλά δεν εισακούστηκαν.

«Ήταν λάθος. Κανείς δεν έπρεπε να πεθάνει»

Τον Νοέμβριο του 2022 η ιρλανδική εφημερίδα Sunday World δημοσίευσε δηλώσεις ενός πρώην μέλους του IRA ο οποίος υποστήριξε ότι συμμετείχε στην ομάδα που έβαλε την βόμβα στο La Mon.

«Δεν μπορώ να το βγάλω από το μυαλό μου. Δεν έπρεπε να συμβεί. Θέλω να μιλήσω για να ξέρει ο κόσμος όλη την ιστορία. Η απώλεια αθώων ζωών ήταν λάθος και δεν έπρεπε να έχει γίνει. Το ξενοδοχείο έπρεπε να έχει εκκενωθεί πριν την έκρηξη. Κανείς δεν έπρεπε να πεθάνει εκεί. Επιλέχθηκε ως στόχος γιατί ήταν ένα μέρος που πήγαιναν εκεί πολλοί Unionists. Έβαλα τη βόμβα στο παράθυρο. Προσωπικά είχα βάλει δύο κιλά ζάχαρη σε κάθε μπιτόνι με βενζίνη. Το μείγμα αυτό θα δημιουργούσε μπάλα φωτιάς. Η ζάχαρη έφερνε το ίδιο αποτέλεσμα με τη ναπάλμ αλλά υποτίθεται ότι το ξενοδοχείο θα ήταν άδειο.

Είχαμε φέρει τις βόμβες από απόσταση 15χλμ, από το δυτικό Μπέλφαστ. Βάλαμε το ρολόι στα 30 λεπτά. Στόχος ήταν φεύγοντας να κάνουμε μια σειρά προειδοποιητικών τηλεφωνημάτων. Η αστυνομία θα εκκένωνε το ξενοδοχείο. Το ένα αυτοκίνητο περίμενε στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου. Ήταν άτομα που ήξεραν την περιοχή. Όταν όμως βάλαμε την βόμβα και βγήκαμε έξω είχαν φύγει. Ουσιαστικά δεν ξέραμε πού βρισκόμαστε. Δεν υπήρχαν φώτα στο δρόμο, ούτε πινακίδες. Δεν γνωρίζαμε προς τα πού να πάμε. Οδηγούσαμε και μου φαινόταν ότι έχουν περάσει ώρες. Όλη την ώρα σκεφτόμασταν ότι το ρολόι στην βόμβα χτυπάει. Τελικά είδαμε τα φώτα ενός χωριού και καταλάβαμε ότι είχαμε πάει αντίθετα από τον προορισμό μας. Θέλαμε να τηλεφωνήσουμε όμως στο χωριό υπήρχε μόνο ένας θάλαμος και το τηλέφωνό ήταν σπασμένο. Δεν είχαμε επιλογή από το να γυρίσουμε προς το Μπέλφαστ. Πέσαμε πάνω σε ένα μπλόκο. Δεν μας σταμάτησαν αλλά μας καθυστέρησαν λίγο. Τελικά σταματήσαμε στον πρώτο τηλεφωνικό θάλαμο που βρήκαμε και επικοινωνήσαμε με τις αρχές. Μετά από αυτή την υπόθεση ο IRA μας έδιωξε γιατί κάναμε κακό στην εικόνα του. Για όλα όμως φταίνε εκείνοι που δεν μας περίμεναν στο δεύτερο αυτοκίνητο. Μας παράτησαν και δεν μπορούσαμε να βρούμε τον δρόμο της επιστροφής».

Το μακελειό στο La Mon ήταν η μοναδική επίθεση του IRA  το 1978. Δυστυχώς δεν ήταν η τελευταία που θα στοίχιζε τη ζωή της σε πολίτες. H περίοδος των «Troubles» θα κρατούσε έως το 1998 και θα άφηνε πίσω της εκατοντάδες νεκρούς και ένα άσβεστο μίσος που υποβόσκει έως σήμερα στη Βόρεια Ιρλανδία.