Τελικά τα ναρκωτικά και το αλκοόλ κάνουν τους καλλιτέχνες καλύτερους;



Μια νέα έρευνα απαντά στο ερώτημα σχετικά με το αν οι καταχρήσεις επηρεάζουν θετικά έναν καλλιτέχνη στις δημιουργίες του


Η άποψη ότι τα ναρκωτικά και το αλκοόλ μπορούν να οδηγήσουν τους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν ξεχωριστή τέχνη είναι βαθιά διαδομένη. Από τη καθημερινή ρουτίνα του Χάντερ Σ. Τόμσον (συγγραφέας του Fear and Loathing in Las Vegas) να καταναλώνει κοκαΐνη, ουίσκι και LSD πριν γράψει έως και την γνωστή αγάπη του Βίνσεντ Βαν Γκογκ για το αψέντι και τη συνήθεια του Αντυ Γουόρχολ για συνταγογραφημένες αμφεταμίνες, συναντάμε αυτή την ιδέα παντού.

Ωστόσο, οι ερευνητές ανακάλυψαν πλέον και επίσημα ότι αυτό είναι στην πραγματικότητα ένας μύθος - πολλά ναρκωτικά, όπως οι αμφεταμίνες και η ψιλοκυβίνη (μαγικά μανιτάρια), αλλά και το αλκοόλ δεν μας κάνουν πιο δημιουργικούς. Αντίθετα, όπως λένε, τα ταξίδια, η επαφή μας με τον πολιτισμό, ο διαλογισμός και τα προγράμματα εκπαίδευσης είναι πολύ πιο αποτελεσματικά.

Ο Δρ. Πολ Χάνελ, από το τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Eσσεξ, μιλώντας στον Guardian ανέφερε: «Δεν προσφέρουν τίποτα όσον αφορά τη δημιουργικότητα. Οι άνθρωποι δεν επωφελούνται απ’ αυτά. Δεν έχουν καμία απολύτως επίδραση.

«Αυτό που βλέπουμε συχνά στα μέσα ενημέρωσης είναι καλλιτέχνες που ενισχύουν με επιτυχία τη δημιουργικότητά τους χρησιμοποιώντας ναρκωτικά. Όμως δεν ακούμε για τις περιπτώσεις στις οποίες κάποιος πήρε ναρκωτικά και λιποθύμησε και επομένως η δημιουργικότητά του μειώθηκε», συμπληρώνει.

Οι ερευνητές, από το Πανεπιστήμιο του Εσσεξ και το Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου, εξέτασαν εκατοντάδες μελέτες για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους. Μια πρόσθετη εργασία που δημοσιεύθηκε μετά την έρευνά τους διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που έκαναν χρήση ψιλοκυβίνης ένιωθαν ότι ήταν πιο δημιουργικοί ενώ έπαιρναν την ψυχοτρόπο ουσία, αλλά στην πραγματικότητα είχαν χαμηλότερη απόδοση σε σύγκριση με όταν ήταν νηφάλιοι.

Η Τζένιφερ Χάασε, συν-συγγραφέας της εργασίας στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ, είπε: «Οι ιδέες που δημιουργούνται όταν βρίσκεται υπό την επίδραση των ουσιών συχνά φαίνονται ασύνδετες ή ακατάλληλες ως λύσεις αργότερα. Δεδομένων των πολυάριθμων παρενεργειών που σχετίζονται με τη χρήση ναρκωτικών, είναι επιστημονικά αβάσιμο να προτείνουμε την κατανάλωσή τους για να πετύχουμε βελτιωμένη απόδοση της δημιουργικότητάς μας».

Ωστόσο, ο Χάνελ αναγνώρισε ότι μπορεί να υπάρχουν ορισμένα συγκεκριμένα πλαίσια στα οποία τα ναρκωτικά όντως ενισχύουν τη δημιουργικότητα – για παράδειγμα, εάν ένας ζωγράφος δει κάποιο όραμα από παραισθησιογόνα και ζωγραφίσει μια όμορφη εικόνα εμπνευσμένη από αυτά.

Η πλευρά των καλλιτεχνών

Ωστόσο, πολλοί καλλιτέχνες δεν φαίνεται να συμφωνούν με τα συμπεράσματα των επιστημόνων. Μεγάλο μέρος του τελευταίου άλμπουμ του Χάρι Στάιλς, «Fine Line», δημιουργήθηκε ενώ ο καλλιτέχνης ήταν υπό την επήρεια μαγικών μανιταριών, τα οποία σύμφωνα με τον ίδιο τον βοήθησαν να είναι «διασκεδαστικός και δημιουργικός». Ο ηλεκτρονικός παραγωγός Τζον Χόπκινς είπε ότι οι «τρελές κοσμικές εμπειρίες» των ψυχεδελικών ήταν μια από τις βασικές εμπνεύσεις για το τελευταίο του άλμπουμ, το οποίο σχεδιάστηκε να ακολουθεί την «το χτίσιμο, την κορύφωση και το ‘ξεφούσκωμα’» ενός παραισθησιογόνου ”ταξιδιού”.

H Καναδή τραγουδίστρια και τραγουδοποιός Lights είπε ότι είναι εποικοδομητικό να μην «βάζει κανείς όλα τα ναρκωτικά στο ίδιο τσουβάλι» και αντίθετα να διερευνήσει προσεκτικά τα οφέλη και τα μειονεκτήματα και τις καταστάσεις στις οποίες αυτά μπορεί να είναι χρήσιμα ή επιβλαβή.

H Lights δοκίμαζε τη χρήση μικροδοσολογίας ψιλοκυβίνης για τρεις μήνες, ενώ έμενε «καθαρή» για τους επόμενους τρεις μήνες, ώστε να «επιταχύνει την ανάπτυξη θετικών μονοπατιών κάνοντας παράλληλα διαλογισμό ή δημιουργικά πράγματα». Αυτά όπως λέει  τη βοηθούν να είναι σε μια ήρεμη και όχι καταθλιπτική κατάσταση. «Συνολικά, νομίζω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι πιο δημιουργικοί όταν είναι σε θέση να διατηρούν και να απολαμβάνουν την εστίασή τους».

Ωστόσο θεωρεί ότι συχνά ο κόσμος βλέπει ρομαντικά τον ρόλο των ναρκωτικών στη δημιουργία τέχνης, ενώ η κακή χρήση τους αντικατοπτρίζει συχνά προβλήματα ψυχικής υγείας.

«Ο ‘προβληματικός καλλιτέχνης’ ήταν πολύ πιο ελκυστικός στο παρελθόν σε σχέση με την ιδέα ενός καλλιτέχνη με υγιές μυαλό», αναφέρει.

Ο Μπράιαν Σόντερς, ένας Αμερικανός καλλιτέχνης που δημιούργησε 50 αυτοπροσωπογραφίες υπό την επήρεια ναρκωτικών, όπως το Valium και υγρά αναπτήρα, συμφώνησε ότι η φροντίδα της ψυχικής υγείας είναι το κλειδί. Κατά τη διάρκεια του ”πειράματός” του υπέστη εγκεφαλική βλάβη και πλέον παίρνει μόνο φάρμακα που του έχει συνταγογραφήσει γιατρός. «Το βασικότερο πράγμα που έμαθα ήταν το εξής: ”Μην παίρνετε πάρα πολλά διαφορετικά ναρκωτικά ταυτόχρονα για πολλές μέρες!» είπε.

Εκτίμησε όμως τη σχέση μεταξύ των ναρκωτικών και της ανάληψης ρίσκων, της καινοτομίας και της νεανικής κουλτούρας. «Το να ξεκινήσω ένα σχέδιο ή μια ζωγραφική έχοντας την αντίληψη των μεταβαλλόμενων φυσικών μου αισθήσεων έμοιαζε πάντα να μου δίνει μεγάλες δυνατότητες για δημιουργικότητα. Ειδικά όταν το ναρκωτικό λαμβάνεται για πρώτη φορά».

Ο προβληματικός καλλιτέχνης

Η Ρόνα Κραν, αναπληρώτρια καθηγήτρια αμερικανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, είπε ότι η ρομαντική άποψη για τον εθισμένο καλλιτέχνη πηγάζει από μια αντίδραση στην κοινωνικά συντηρητική μεταπολεμική κουλτούρα και αποτελεί ολοένα και περισσότερο ένα κατάλοιπο του παρελθόντος.

Η ίδια ερευνά συγγραφείς και ποιητές της γενιάς μπιτ, του λογοτεχνικού κινήματος που έδρασε στην Αμερική τις δεκαετίες του 1950 και 1960, των οποίων το έργο και η ζωή συνδέθηκαν έντονα με ναρκωτικά όπως η μαριχουάνα, το σπιντ, η ηρωίνη και, σε μικρότερο βαθμό, το LSD.

«Η αντικουλτούρα της δεκαετίας του ’60, και το πρελούδιο της στη δεκαετία του 1950, ήταν επίσης μια κουλτούρα ποτών/ναρκωτικών», ανέφερε. Τα ενοίκια ήταν φθηνά και επέτρεπαν στους καλλιτέχνες να περνούν τις μέρες και τις νύχτες τους σε μπαρ, πάρτι και κλαμπ της Νέας Υόρκης, «όπου έρχονταν σε επαφή και γνωρίζονταν ,αντάλλαζαν ιδέες και δημιουργούσαν συνεργασίες».

Ωστόσο, αυτό έκρυβε τα ζητήματα εθισμού, το έγκλημα και τους πρόωρους θανάτους, καθώς και το γεγονός ότι ενθάρρυνε μια ατμόσφαιρα «αποξένωσης και αποκλεισμού» για πολλούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, εκείνων που προέρχονταν από συγκεκριμένες θρησκευτικά υπόβαθρα και των ανθρώπων που χρειάζονταν σταθερές θέσεις εργασίας.

Οι περισσότεροι συγγραφείς του 20ου αιώνα δεν ήταν εθισμένοι στο αλκοόλ ή στα ναρκωτικά, πρόσθεσε. Ωστόσο η πολιτιστική εμμονή με την έμπνευση από τα ναρκωτικά αντανακλά το πώς «το ποτό και η χρήση ναρκωτικών σίγουρα προβλήθηκε και ρομαντικοποιήθηκε», από την κουλτούρα των καφέ του Παρισιού της δεκαετίας του 1920 μέχρι την αντικουλτούρα των χίπις της δεκαετίας του ’60 και την πανκ σκηνή της δεκαετίας του ’70 και του ’80.

«Το σπιντ έδωσε στον Τζο Μπρέιναρντ την ενέργεια να παράγει πολλά έργα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το ποτό έδωσε τη δυνατότητα στον Φρανκ Ο’Χάρα να είναι ο ‘φλύαρος ποιητής’ του οποίου το έργο εξακολουθεί να διαβάζεται και να αγαπιέται στις μέρες μας. Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ, ισόβια εθισμένος στην ηρωίνη, σφυρηλάτησε το σύνολο της καριέρας του ως συγγραφέας συνδεδεμένος με τη χρήση ναρκωτικών», είπε.

Αλλά η Κραν πρόσθεσε ότι αυτή η ρητορική αγνόησε το γεγονός ότι πολλοί καλλιτέχνες είχαν φρικτό τέλος: Ο Μπάροουζ πυροβόλησε τη γυναίκα του ενώ ήταν μεθυσμένος και πήγε να παραστήσει τον Γουλιέλμο Τέλλο, ο Ο’Χάρα δεν μπόρεσε να επιβιώσει από τα τραύματά του αφού χτυπήθηκε από ένα όχημα το 1966 επειδή το συκώτι ήταν πρησμένο, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ αυτοπυροβολήθηκε και ο Τζακ Κέρουακ πέθανε στα σαράντα του από κίρρωση.

Ναρκωτικά και τέχνη: Παραδείγματα του 20ου αιώνα

Αμεντέο Μοντιλιάνι

Η παριζιάνικη καλλιτεχνική σκηνή στις αρχές του 20ου αιώνα χτίστηκε στα μπαρ, και ένας από τα πιο διαβόητα τέκνα της ήταν ο Ιταλός ζωγράφος, Αμεντέο Moντιλιάνι. Λέγεται ότι αποτέλεσε το πρότυπο του προβληματικού καλλιτέχνη και ο ίδιος ανέπτυξε το ξεχωριστό στυλ πορτρέτων του υπό την επίδραση του αψεντιού , της κοκαΐνης και του χασισιού, ενώ κάπνιζε όπιο μαζί με τον Πάμπλο Πικάσο στο ατελιέ του.


Ωστόσο, οι εθισμοί του αποδείχτηκε ότι ήταν και η αχίλλειος πτέρνα του: έγινε πάμπτωχος προσπαθώντας να χρηματοδοτήσει τις συνήθειές του και πέθανε σε ηλικία 35 ετών από φυματίωση που επιδεινώθηκε από την κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών.

Χάντερ Σ. Τόμσον

Ο συγγραφέας του Fear and Loathing in Las Vegas που πιθανότατα σχετίζεται περισσότερο από κάθε άλλον με τα ναρκωτικά. Το πρόγραμμα του Tόμσον είναι διαβόητο. Ξυπνούσε στις 3 το μεσημέρι, έπινε ουίσκι Chivas Regal και έκανε εναλλάξ χρήση κοκαΐνης και χασισιού για να… ξενερώσει από το μεθύσι. Μετά έπαιρνε LSD λίγο πριν τα μεσάνυχτα και ήταν πλέον έτοιμος να ξεκινήσει να γράφει. Τελείωνε το πρόγραμμά  του στη μπανιέρα με σαμπάνια και ένα πιάτο φετουτσίνι alfredo στις 6 το πρωί.


Αυτό το πρόγραμμα και ασφαλώς τα μυθιστορήματά του «Fear and Loathing in Las Vegas» (Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας) και το «The Rum Diary» (Το Μεθυσμένο Ημερολογίο) έκαναν τη λογοτεχνική του φήμη να αντέξει στο πέρασμα των ετών, ενώ η τάση του να ζει μια ζωή στα άκρα συνέβαλε αναμφισβήτητα στο πρωτοποριακό στυλ γραφής του γνωστό ως δημοσιογραφία γκόντζο. Ως εκ θαύματος έζησε μέχρι τα 67 του χρόνια, όταν επειδή φοβήθηκε την έλευση των γηρατειών αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι.

Άντι Γουόρχολ

Αν και δεν έπαιρνε τόσα ναρκωτικά όσο πολλοί άλλοι από το περιβάλλον του στα μέσα του περασμένου αιώνα στη Νέα Υόρκη, ο Γουόρχολ ήταν εθισμένος στο Obetrol, το οποίο κυκλοφορεί σήμερα ως Adderall, ένα χάπι αδυνατίσματος που περιέχει αμφεταμίνη και έχει παρόμοια επίδραση με το σπιντ.

Αν και αρχικά έπαιρνε το χάπι για τη ψυχική του υγεία, η καθημερινή του κατανάλωση πιστεύεται ότι τροφοδότησε το ολοένα και πιο φρενήρες καλλιτεχνικό του έργο καθώς προχωρούσε η καριέρα του, ενώ πιθανώς συνέβαλε και στον θάνατό του σε ηλικία 58 ετών.

Οι Beatles

Το ροκ’ν’ρολ είναι αναμφισβήτητα το είδος μουσικής που συνδέεται περισσότερο με τα ναρκωτικά, ενώ το κίνημα της αντικουλτούρας της δεκαετίας του ’60 είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτά. Οι Beatles ήταν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα και των δύο.

Τα μέλη του συγκροτήματος ήταν λάτρεις της μαριχουάνα, στην οποία μυήθηκαν από τον Μπομπ Ντίλαν τους μύησε στη μαριχουάνα κάτι που οδήγησε τον Τζον Λένον να χαρακτηρίσει το «Rubber Soul» ως «το άλμπουμ της μαριχουάνας». Αλλά οι πειραματισμοί τους με το LSD και τις ψυχεδελικές εμπειρίες είχαν τη μεγαλύτερη επιρροή, αποτελώντας την έμπνευση για το «Revolver»”, που θεωρείται πλέον το πιο καινοτόμο άλμπουμ τους.


Ενώ άλλα συγκροτήματα της εποχής, όπως οι Grateful Dead, Jefferson Airplane και οι Doors, προσπάθησαν να συνθέσουν μουσική υπό την επιρροή, οι Beatles ήθελαν να μεταφέρουν στο έργο τους όσα νιώθεις παίρνοντας LSD.

Ωστόσο, ο Ρίνγκο Σταρ είχε τονίσει: «Ανακαλύψαμε πολύ νωρίς ότι αν παίζεις μαστουρωμένος ή λιώμα από οποιονδήποτε λόγο, η μουσική ήταν πραγματικά χάλια. Οπότε είχαμε πρώτα τις εμπειρίες μας και τις ενσωματώναμε στη μουσική αργότερα».