Ο τελευταίος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας


Ο Μωάμεθ ΣΤ’ παρέλαβε μια διαλυμένη αυτοκρατορία και υπέγραψε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της. Έφυγε κυνηγημένος από την Πόλη και οι Τούρκοι δεν δέχτηκαν πίσω ούτε τη σορό του


Η ιστορία τον καταγράφει ως ένα άνθρωπο με ιδιαίτερη ευφυία, δραστήριο, με διπλωματικές ικανότητες και φιλελεύθερες αρχές. Παράλληλα όμως και έναν άνθρωπο καταδικασμένο να αποτύχει. Ο Μωάμεθ ΣΤ ανέλαβε την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε μια κατάσταση μη αναστρέψιμης κατάρρευσης. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να υπογράψει την οριστική διάλυση της και ήταν μοιραίο να γίνει ο τελευταίο σουλτάνος της αυτοκρατορίας που γεννήθηκε την 1η Μαρτίου 1299 και… πέθανε την 1η Νοεμβρίου 1922.

Ο Μωάμεθ ΣΤ΄ή Μεχμέτ Βαχντεντίν γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1861 στα Ανάκτορα Ντολμαμπαχτσέ στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε το όνομα Πρίγκιπας Μοχάμεντ Βαχίντ ουμπντίν εφέντη. Ήταν ο 20ός και τελευταίος γιος του Σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ και μικρότερος αδελφός των Σουλτάνων Μουράτ Ε΄, Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ και του προκατόχου του Μωάμεθ Ε΄. Ο πατέρας πέθανε όταν ήταν μόλις πέντε μηνών και μητέρα του, Γκιουλουστού Σουλτάν, όταν ήταν τεσσάρων ετών. Τον μεγάλωσε η Σαγιεστέ Χανιμεφέντι, η οποία ήταν μία άλλη σύζυγος του πατέρα του. Σύμφωνα με ιστορικές αναφορές η σχέση με τη μητριά του ήταν πολύ δύσκολη.


Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, τις τέχνες (έχει γράψει δεκάδες τραγούδια) και τις ξένες γλώσσες. Έναν χρόνο πριν γίνει σουλτάνος έκανε ένα ταξίδι πέντε εβδομάδων στη Γερμανία στο οποίο τον συνόδεψε ο Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ - πίσω από τον σουλτάνο στη φωτογραφία).

Σουλτάνος μέσω ιστορικών συγκυριών

Ο Μωάμεθ ΣΤ’ έγινε σουλτάνος μετά από μια σειρά γεγονότων που άλλαξαν τα δεδομένα της διαδοχής. Μετά την καταστροφική για την αυτοκρατορία θητεία του Μεχμέτ Ε’ ο Γιουσούφ Ιζζεντίν Εφέντι έγινε κληρονόμος του θρόνου ως ο μεγαλύτερος Οθωμανός πρίγκιπας. Αυτοκτόνησε όμως την 1η Φεβρουαρίου 1916 στο Παλάτι Τζιντσιρλικουγού σε ηλικία 58 ετών.

Έτσι η σκυτάλη πέρασε στον Μωάμεθ ΣΤ’. Ήταν αδελφός του Μωάμεθ Ε’ και ο μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας  της Οθωμανικής Δυναστείας. Ο Μωάμεθ Ε’ πέθανε στις 3 Ιουλίου 1918 και την επόμενη μέρα ο Μωάμεθ ΣΤ’ έγινε ο νέος σουλτάνος.

Η κατάσταση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ήταν τραγική από κάθε άποψη. Ο Μωάμεθ Ε’ ήταν ένα άτομο περιορισμένων δυνατοτήτων που ελεγχόταν απόλυτα από τους τρεις πασάδες των Νεότουρκων οι οποίοι ήταν αυτοί που ουσιαστικά κυβερνούσαν. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τη γέννηση του στο 1844 και μέχρι την άνοδό του στο θρόνο, μετά την ανατροπή του αδελφού του Αμπντούλ Χαμίτ Β, ο Μωάμεθ Ε’ παρέμενε κλεισμένος στο Παλάτι Γιλντίζ της Κωνσταντινούπολης. Και μετά την άνοδο του στην ηγεσία της αυτοκρατορίας σπάνια έκανε εμφανίσεις εκτός παλατιού.

Υπό τις οδηγίες των Νεότουρκων ο Μωάμεθ Ε’ διεξήγαγε πόλεμο κατά της Ιταλίας (1911-1912), κατά τη διάρκεια του οποίου έχασε τη Λιβύη και τα Δωδεκάνησα με τα βαλκανικά κράτη, χάνοντας σχεδόν το σύνολο των ευρωπαϊκών κτήσεων της αυτοκρατορίας και τέλος ενεπλάκη στον Α’ παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας, που θα σημάνει και το οριστικό τέλος της αυτοκρατορίας.

Η εκθρόνιση

Στις 4 Ιουλίου 1918 ο Μωάμεθ ΣΤ΄ ανέλαβε ουσιαστικά να σφραγίσει την ληξιαρχική πράξη θανάτου της αυτοκρατορίας με τους Νεότουρκους να έχουν προ καιρού αναλάβει την ουσιαστική διοίκηση. Η θητεία του ξεκίνησε με κόντρα με τον Κεμάλ Ατατούρκ τον οποίο επιχείρησε να παραγκωνίσει.

Η ιστορική συγκυρία όμως είχε αποδυναμώσει τον σουλτάνο. Τον Απρίλιο του 1920 αποδέχθηκε τους όρους που του τέθηκαν στη συνδιάσκεψη του Σαν Ρέμο και τον Αύγουστο τις ίδιας χρονιάς την ντροπιαστική για την αυτοκρατορία Συνθήκη των Σεβρών.

Οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ αρνήθηκαν να αποδεχθούν όσα είχε υπογράψει ο Μωάμεθ ΣΤ’. Ανακοίνωσαν τη δημιουργία της Εθνικής Εθνοσυνέλευσης στην Άγκυρα και κήρυξαν την 1η  Νοεμβρίου 1922 την κατάργηση του Σουλτανικού πολιτεύματος, αντικαθιστώντας το με Χαλιφάτο. Κάπως έτσι ο Μωάμεθ ΣΤ’ έμεινε στην ιστορία ως ο τελευταίος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Εξορία και θάνατος

Με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης ο σουλτάνος και η οικογένεια του εξορίστηκαν από την χώρα. Στις 16 Νοεμβρίου 1922 στέλνει επιστολή στον Βρετανό στρατηγό Τσαρλς Χάρινγκτον στην οποία αναφέρει: «Κύριε, θεωρώντας ότι η ζωή μου κινδυνεύει στην Κωνσταντινούπολη καταφεύγω στη βρετανική κυβέρνηση και ζητώ τη μεταφορά μου, το συντομότερο δυνατό, από την Κωνσταντινούπολη σε άλλο μέρος». Την ίδια μέρα έφαγε με την κόρη του Ουλβιγιέ Σουλτάν και πέρασε τη νύχτα στο παλάτι Γιλντίζ. Νωρίς το πρωί της 17ης Νοεμβρίου ο Τσαρλς Χάρινγκτον τον παρέλαβε και επιβιβάστηκε στο βρετανικό θωρηκτό «Malaya». Δεν θα επέστρεφε ποτέ ξανά στην πατρίδα του.

Ο τελευταίος σουλτάνος, η οικογένεια του και η συνοδεία τους μεταφέρθηκαν στη Μάλτα και αφού έμειναν για ένα διάστημα εκεί εγκαταστάθηκαν στην ιταλική Ριβιέρα.

Στις 19 Νοεμβρίου 1922, στο Χαλιφάτο πλέον, τον διαδέχτηκε ο εξάδελφός του Αμπντούλ Μετζίτ Β΄. Ο Μωάμεθ δεν το αποδέχθηκε και έστειλε μια δήλωση στο Κογκρέσο τονίζοντας ότι δεν έχει παραιτηθεί ποτέ από το δικαίωμα να ηγείται του χαλιφάτου. Στις 13 Μαΐου 1926 το Κογκρέσο συνεδρίασε για το θέμα αλλά τρεις μέρες μετά ο Μωάμεθ ΣΤ’ πέθανε στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας από καρδιακή προσβολή. Ήταν 65 ετών. Η τουρκική κυβέρνηση δεν δέχθηκε το αίτημα να επιστρέψει η σορός του στη χώρα και να ταφεί εκεί. Τελικά με ενέργειες της κόρης του Σαμπιχά Σουλτάν ο τελευταίος Οθωμανός σουλτάνος μεταφέρθηκε στη Συρία και τάφηκε σε νεκροταφείο της Δαμασκού όπου βρίσκεται έως σήμερα.

Καταδικασμένος να αποτύχει

Οι ιστορικές αναφορές τονίζουν ότι ο Μωάμεθ ΣΤ’ είχε δύο πρόσωπα. Καλός οικογενειάρχης, αισιόδοξος και υπομονετικός εντός του Παλατιού και ψυχρός, σοβαρός και λιγομίλητος στις υποθέσεις της αυτοκρατορίας. Επηρεαζόταν εύκολα από τα άτομα που εμπιστευόταν και άλλαζε εύκολα άποψη. Χαρακτηρίζεται ως «καταδικασμένος σουλτάνος» καθώς όταν ανέλαβε το παιχνίδι είχε χαθεί και η αυτοκρατορία είχε ουσιαστικά καταρρεύσει.