Το κορίτσι που δεν έκλαιγε


Η ανακρίτρια, η παθιασμένη, η οργισμένη, η γυναίκα, η αμφιλεγόμενη. To φαινόμενο Οριάνα Φαλάτσι



Οι τοίχοι του καθεδρικού στη Φλωρεντία σείονταν από τις βόμβες των συμμάχων, ο ιερέας ζητούσε τη βοήθεια του Ιησού και η μικρή Οριάνα έκλαιγε βουβά θέλοντας να περάσει απαρατήρητη από τον πατέρα της. Δεν τα κατάφερε. Ένα χαστούκι, ένα έντονο βλέμμα και μια ατάκα θα την σημάδευε για πάντα. "Τα κορίτσια δεν επιτρέπεται, δεν πρέπει να κλαίνε". Ήταν 23 Σεπτεμβρίου 1943 και από τότε η Οριάνα δεν έκλαψε ξανά στη ζωή της, ούτε ακόμα και όταν σκοτώθηκε ο μοναδικός άνδρας που αγάπησε, ούτε καν όταν έχασε το παιδί που τόσο ήθελε. Το έκανε μέχρι το τέλος της ζωής της μια μέσα σαν σήμερα το 2006. Στα 77 της χρόνια είχε υπάρξει μάρτυρας της ιστορίας, είχε... ανακρίνει τους σημαντικότερους ανθρώπους της εποχής της και είχε προκαλέσει αντιδράσεις. Πάνω από όλα όμως είχε καταφέρει να κάνει όλους τους συναδέλφους της έως και σήμερα να ομολογούν πως υπάρχουν οι συνεντεύξεις και οι συνεντεύξεις που έπαιρνε η Οριάνα Φαλάτσι.


Αν δεν μάχεσαι δεν ζεις, επιζείς

Μεγαλωμένη σε μια οικογένεια με αντιστασιακή δράση στον Β' Παγκόσμιο και κατά του φασιστικού καθεστώτος του Μουσολίνι η Φαλάτσι ανέπτυξε μια απέχθεια για την εξουσία. "Απ' όπου και να προέρχεται βλέπω τη δύναμη της εξουσίας σαν κάτι απάνθρωπο ένα φαινόμενο απεχθές. Πάντα αντιμετώπιζα την ανυπακοή απέναντι στην καταπίεση ως τον μοναδικό τρόπο να χρησιμοποιήσει κάνεις το θαύμα ότι γεννήθηκε. Ένας άνθρωπος που δεν μάχεται δεν ζει, απλά επιζεί" τονίζει. Στα 16 της ξεκινά να εργάζεται ως δημοσιογράφος για να υποστηρίξει οικονομικά τις σπουδές της στην ιατρική. Γρήγορα η δημοσιογραφία την κερδίζει απόλυτα και η μικροκαμωμένη και πανέμορφη Οριάνα φτιάχνει το όνομα της με συνεντεύξεις ηθοποιών και τραγουδιστών. Η καρδιά της όμως ζητούσε δράση.

Φλερτάροντας με τον θάνατο

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 η Φαλάτσι βρίσκεται όπου υπάρχει σύγκρουση, σε κάθε εμπόλεμη ζώνη σε κάθε περιοχή όπου ο κόσμος παλεύει ενάντια στην καταπίεση. Βιετνάμ, Λατινική Αμερική, Μέση Ανατολή, Ινδία. Με στρατιωτικά ρούχα καταγράφει πολεμικές επιχειρήσεις, σφαγές και ιστορικές στιγμές. Δέχεται πυρά στο Βιετνάμ αλλά εκεί που πραγματικά φλερτάρει με τον θάνατο είναι στο Μεξικό το 1968. Οι φοιτητές διαδηλώνουν στην Πλατεία των Τριών Πολιτισμών στο Μέχικο Σίτι λίγες μέρες πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες. Η Φαλάτσι καλύπτει το γεγονός όταν ξεκινάει η σφαγή. Αστυνομία και στρατός θερίζουν τον κόσμο. Δέχεται τρεις σφαίρες από το ελικόπτερο που πετά πάνω από την πλατεία. Στρατιώτες την σέρνουν από τα μαλλιά και την βάζουν σε ένα καμιόνι θεωρώντας πως έχει πεθάνει. Με τη βοήθεια φοιτητών επιζεί και αποκαλύπτει στον κόσμο την απίστευτη θηριωδία.

Οριάνα η ανακρίτρια

Στη βιβλίο της "Συνάντηση με την Ιστορία" όπου παρουσιάζει συνεντεύξεις με μορφές της παγκόσμιας ιστορίας που σημάδεψαν τις δεκαετίας του '60 και 70' η Φαλάτσι γράφει: «Σε κάθε επαγγελματική εμπειρία μου αφήνω κομμάτια από την ψυχή μου. Σε ό,τι ακούω και βλέπω συμμετέχω, σαν το ζήτημα να με αφορά προσωπικά ή σαν να πρέπει να πάρω θέση (και πραγματικά παίρνω πάντα θέση, σύμφωνα με μια συγκεκριμένη ηθική επιλογή). Και τους δεκαοχτώ πολιτικούς δεν τους πλησίασα με το ουδέτερο βλέμμα ενός ανατόμου ή ενός ατάραχου χρονικογράφου.

Τους πλησίασα κυριαρχημένη από χίλιους θυμούς, από χίλια ερωτηματικά που, πριν βομβαρδίσουν εκείνους, βασάνισαν εμένα την ίδια. Τους πλησίασα με την ελπίδα πως θα καταλάβω με ποιο τρόπο, είτε όντας στην εξουσία είτε πολεμώντας την, κατορθώνουν να καθορίζουν την τύχη της ανθρωπότητας. Λόγου χάρη: η Ιστορία φτιάχνεται από τους λίγους, εξαρτιέται από παγκόσμιους νόμους ή από μερικά άτομα, κι αυτό είναι όλο;».

Η Φαλάτσι έβλεπε κάθε συνέντευξη απέναντι στα πολιτικά "τέρατα" της εποχής ως μια μάχη στην οποία έμπαινε με στόχο να βγάλει νοκ άουτ τον αντίπαλο της. Ακόμα και όταν ο συνομιλητής της δεν ήταν επιθετικός αυτή τον ανάγκαζε να γίνει ποντάροντας στον εκνευρισμό του. Ρωτούσε αυτά που κανείς άλλος δεν είχε τολμήσει ως τότε, μιλούσε με θράσος και διέκοπτε όταν άκουγε κάτι ανούσιο ή λανθασμένο. Οι συνεντεύξεις της ήταν μια επέμβαση χωρίς αναισθητικό με την Φαλάτσι στο ρόλο του χειρούργου που αναζητούσε την αλήθεια. Μίλησε με προσωπικότητες που αρνούνταν να δώσουν συνεντεύξεις, με ανθρώπους απόμακρους, με ηγέτες που κανείς μέχρι τότε δεν είχε τολμήσει να αμφισβητήσει. Μετέτρεψε τις συνεντεύξεις της σε μια πρόκληση για τον συνεντευξιαζόμενο. Όλοι ήθελαν να μιλήσουν με την Φαλάτσι με την ελπίδα να τη νικήσουν, να τη φέρουν στα μέτρα τους, να μη λυγίσουν από τις ερωτήσεις της. Κανείς δεν τα κατάφερε.

Ο Κίσινγκερ μετά τη συνέντευξη από τη Φαλάτσι μίλησε για την πιο καταστροφική του στιγμή με άνθρωπο του Τύπου. Τον έκανε να παραδεχτεί πως ο πόλεμος στον Βιετνάμ ήταν ένας "άχρηστος" πόλεμος και δεν της το συγχώρεσε ποτέ. Ο Χομεϊνί έφυγε εκνευρισμένος όταν έβγαλε μπροστά του το τσαντόρ. Επικός ο διάλογος μεταξύ τους:

Ο. Φαλάτσι:  Πρέπει να σας ρωτήσω κάποια πράγματα. Για παράδειγμα το τσαντόρ, που υποχρεώθηκα να φορέσω για να έρθω και να σας πάρω συνέντευξη και το οποίο επιβάλλετε να φορούν οι γυναίκες στο Ιράν. Δεν αναφέρομαι στο ρούχο, αλλά σε αυτό που πρεσβεύει, τη διάκριση στην οποία υποβάλλετε τις γυναίκες μετά την επανάσταση. Δεν μπορούν να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο μαζί με τους άνδρες, δεν μπορούν να δουλέψουν με τους άνδρες, δεν μπορούν να κολυμπήσουν στη θάλασσα ή σε πισίνα μαζί με τους άνδρες. Πρέπει να τα κάνουν όλα χωριστά και να φοράνε τσαντόρ. Παρεμπιπτόντως πώς κολυμπάς με το τσαντόρ;

Α.Χομεϊνί: Τίποτα από αυτά δεν σας αφορά, οι παραδόσεις μας δεν σας αφορούν. Αν δεν σας αρέσει ο ισλαμικός τρόπος ντυσίματος δεν υποχρεούστε να τον υιοθετήσετε ‒ εξάλλου αυτός αφορά νέες γυναίκες και σεβάσμιες κυρίες.

Ο.Φαλάτσι.: Αυτό είναι πολύ ευγενικό, Ιμάμη, και εφόσον μου το είπατε, θα ξεφορτωθώ αμέσως αυτό το ηλίθιο μεσαιωνικό τσουβάλι. Να!

Ο Ιρανός ηγέτης σηκώθηκε (δεν περίμενα να είναι τόσο γρήγορος και τόσο ευλύγιστος, λέει η Φαλάτσι) και έφυγε εκνευρισμένος όμως την επόμενη μέρα επέστρεψε για τη συνέντευξη. Όταν την είδε χωρίς το τσαντόρ έβαλε τα γέλια και μίλησε μαζί της. "Είναι η πρώτη φορά που κάποιος κάνει τον πατέρα μου να γελάσει" εκμυστηρεύεται ο γιος του Χομεϊνι στη Φαλάτσι.

Ρώτησε τον Μακάριο αν πραγματικά του αρέσουν τόσο πολύ οι γυναίκες (απάντησε με ένα μειδίαμα), μίλησε στην Ίντιρα Γκάντι για τη σφαγή των Σιχ, στην Μπανταρανάικε για το ξεκλήρισμα μιας γενιάς στην Κεϋλάνη και "οδήγησε" τον Χαϊλέ Σελάσιε να σηκωθεί οργισμένος και να φωνάζει "μα ποια είναι επιτέλους αυτή η γυναίκα;". Εξοργίστηκε όταν ο Κάστρο ακύρωσε την τελευταία στιγμή μια συνέντευξη και του γράφει μια μακροσκελή επιστολή όπου μεταξύ άλλων αναφέρει: "Η αλήθεια είναι ότι αθετήσατε τον λόγο σας, με προδώσατε επειδή το μετανιώσατε. Είδατε σ΄αυτή τη συνέντευξη αυτό που βλέπουν πολλοί ηγέτες σ’ εμένα: μια γυναίκα ενοχλητική, με ανεξάρτητη σκέψη, μια συγγραφέα που δεν εντυπωσιάζεται από την Εξουσία και που την αντιμετωπίζει χωρίς φόβο και συστολή για να μπορέσει να γράψει την ιστορία. Τι κρίμα! Σας είχα για πιο τολμηρό πιο σκληραγωγημένο από τις μάχες".

Υπάρχουν φορές που η Φαλάτσι έφτασε στο σημείο να επηρεάσει ακόμα και την εξέλιξη της ιστορία. Η συνέντευξη της με τον ηγέτη του Πακιστάν Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο και όσα είπε για την Ίντιρα Γκάντι σταμάτησαν προσωρινά την διαδικασία της υπογραφής συνθήκης ειρήνης ανάμεσα στους Πακιστανούς και την Ινδία.

Ένας άνδρας

H συνάντηση με τον Αλέκο Παναγούλη στα τέλη του 1973 για μια συνέντευξη της σημαδεύει τη ζωή. Ο έρωτας είναι κεραυνοβόλος αλλά και τραγικός. Η Φαλάτσι παραδίδεται άνευ όρων στον Παναγούλη. Το πάθος του την παρασύρει. Μέσα από το βιβλίο "Ένας άνδρας" αφηγείται την πορεία αυτής της σχέσης από τη συνάντηση τους στο σπίτι του Παναγούλη μέχρι την κηδεία του. Όπως γράφει η ίδια, σε έναν καυγά τους ο Παναγούλης τη χτυπά και αποβάλει το παιδί τους. Δεν θα ξεπεράσει ποτέ αυτό το γεγονός για το οποίο μιλάει στο "Γράμμα σε ένα παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ", δεν θα αντέξει τις εξάρσεις και τις μεταπτώσεις στην ψυχολογία του Παναγούλη και στο τέλος θα πληγεί ανεπανόρθωτα από τον θάνατο του που μέχρι το τέλος της ζωής της θεωρεί δολοφονία. (παρουσιάζει αρκετά στοιχεία στο βιβλίο της). Ο Αλέκος είναι ο άντρας της ζωής της και όπως θα πει αργότερα το μεγάλο της λάθος ήταν ότι πίστεψε ότι μπορεί να ζήσει μαζί του μια κανονική ζωή.

Από τη σιωπή στην οργή

Η τελευταία της πολεμική ανταπόκριση γίνεται στον Πόλεμο του Κόλπου στις αρχές του '90. Οι μαρτυρίες λένε πως η Φαλάτσι έχει αλλάξει και φέρεται σαν κακομαθημένη ντίβα. Αρνείται να αποδεχθεί ότι οι συνθήκες είναι πλέον διαφορετικές. Ακολουθεί μια δεκαετής σιωπή και μια ήσυχη ζωή ανάμεσα σε Φλωρεντία και Νέα Υόρκη. Ήταν η γαλήνη πριν την καταιγίδα.

Μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους η Φαλάτσι επιστρέφει οργισμένη. Με κείμενα της μιλάει για εισβολή του Ισλάμ στην Ευρώπη, για πόλεμο πολιτισμών. Πλέον με ταγέρ και γυαλιά δίνει συνεντεύξεις και γράφει βιβλία γεμάτα οργή για το Ισλάμ και τον Αραβικό κόσμο. Φτάνει ακόμα και σε ακρότητες που οδηγούν σε μηνύσεις. Με αυτό τον τρόπο η Φαλάτσι, όπως πλέον αυτοαποκαλείται, επιστρέφει στο προσκήνιο. Αρκετοί αγκαλιάζουν τις ιδέες της, πολλοί τις κριτικάρουν. Το δεδομένο είναι ότι έχει αλλάξει. Η ηλικία, ο καρκίνος με τον οποίο δίνει μάχη τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωή της, τα βιώματα, η απέχθεια για τις ανισότητες στο αραβικό κόσμο και η καθημερινότητα μεταλλάσσουν την Φαλάτσι που φτάνει έως και το να πλησιάσει την Καθολική Εκκλησία παρότι δήλωνε έως το τέλος άθεη. Στις 15 Σεπτεμβρίου 2006 σε μια κλινική στη Φλωρεντία αφήνει την τελευταία της πνοή.

Επίλογος

Θα είχε ενδιαφέρον η νεαρή Οριάνα με τις κοτσίδες και τα στρατιωτικά ρούχα να... "ανακρίνει" την οργισμένη Φαλάτσι με το ταγέρ. Να μονομαχήσουν σε μια συνέντευξη από εκείνες που η Οριάνα τρύπωνε στο μυαλό σου και σε ανάγκαζε να μιλήσεις για όλα όσα ορκιζόσουν ότι δεν θα μιλήσεις ποτέ.. Να αγαπηθούν, να μισηθούν, να λογομαχήσουν και ίσως τελικά να βρουν σε ποια γωνία στέκεται η αλήθεια γιατί όπως έλεγε "η αντικειμενικότητα δεν υπάρχει. Η λέξη είναι μια υποκρισία που προέρχεται από το ψέμα ότι η αλήθεια στέκεται πάντα στη μέση. Όχι κύριε, κάποιες φορές η αλήθεια στέκεται στη μια πλευρά μόνο".