So Long, Marianne



H ιστορία αγάπης του Λέοναρντ Κοέν και της Μάριαν Ίλεν, το γράμμα πριν από τον θάνατο και ο ρόλος του διαδικτύου στην δημιουργία ενός μύθου


Το 1967 ο Λέοναρντ Κοέν αποχαιρετούσε μια μεγάλη του αγάπη με το τραγούδι «So Long, Marianne» δημιουργώντας ένα από τα πιο εμβληματικά του τραγούδια. Η σχέση του με την Μάριαν Ίλεν είχε τελειώσει και ο Κόεν ήθελε να απελευθερωθεί από τον «ιστό της αράχνης που του έδενε το πόδι σε μια πέτρα». Όταν το 2016 η Ίλεν ήταν ετοιμοθάνατη, ο Κόεν της έστειλε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα που το διαδίκτυο ανέλαβε να το αλλάξει τόσο όσο χρειαζόταν, για να δημιουργήσει μια ονειρική ιστορία αγάπης.

Η αρχή της ιστορίας

Τόπος γέννησης αυτής της αγάπης ήταν η Ύδρα, όπου ο Κοέν βρέθηκε για πρώτη φορά ύστερα από ένα… παιχνίδι της βροχής. Ο Κόεν περπατούσε τον Μάρτιο του 1960 στο Λονδίνο, όταν έπιασε μια δυνατή μπόρα. Μπήκε σε μια τράπεζα, για να βρει καταφύγιο και εντυπωσιάστηκε από το λαμπερό μαύρισμα της υπαλλήλου. Αυτή του είπε ότι μόλις είχε γυρίσει από την Ελλάδα, όπου ο καιρός ήταν τέλειος. Την επόμενη μέρα ο Κόεν αγόρασε εισιτήριο για την Ελλάδα και τον Απρίλιο έφτασε στην Ύδρα, όπου τότε ήταν το καταφύγιο για μποέμ, καλλιτέχνες, ποιητές και ανθρώπους που αναζητούσαν τον εαυτό τους μακριά από τον «κόσμο». Λίγες μέρες αργότερα συνάντησε την Μάριαν, η οποία έμελλε να γίνει η αθάνατη «μούσα» του μέσα από το τραγούδι του «So Long, Marianne», αλλά και από πολλά ακόμα που γράφτηκαν γι’ αυτήν όπως τα «Hey, Thats No Way to Say Goodbye» και το «Bird on the Wire».

Η Μάριαν είχε φτάσει από τη Νορβηγία στην Ύδρα λίγα χρόνια νωρίτερα με τον σύζυγό της, ωστόσο ύστερα από τη γέννηση του γιου τους, Άξελ, οι δυο τους είχαν απομακρυνθεί και ο άντρας της Μάριαν είχε πλέον νέα σχέση. Μια μέρα ο Κοέν καθόταν σε ένα καφέ με φίλους του και είδε την Ίλεν να στέκεται στην πόρτα ενός μανάβικου και της πρότεινε να κάτσει μαζί τους.

Σιγά σιγά, η σχέση τους εξελίχθηκε. Ο Κόεν έγραφε νανουρίσματα για τον γιο της, κολυμπούσαν, έμεναν κάτω από τον ήλιο και τέλειωναν την μέρα με πολλή συζήτηση και ποτό. Έμεναν μαζί στο μικρό σπιτάκι που είχε αγοράσει ο Κόεν από την κληρονομιά που του είχε αφήσει η γιαγιά του με τον Κόεν να προσπαθεί να τελειώσει το πρώτο του μυθιστόρημα και τη Μάριαν να του φέρνει φαγητό και ποτό, αλλά και μια φρέσκια γαρδένια κάθε μέρα στο γραφείο του.

Οι «άπιαστοι» ποιητές

Στην πραγματικότητα όμως ο Κόεν δεν ήταν ποτέ από τους ανθρώπους που θα έμεναν σπίτι για πολύ.
«Οι ποιητές δεν γίνονται καλοί σύζυγοι, ούτε οι συγγραφείς, ούτε οι μουσικοί ή οποιοσδήποτε είναι δεμένος σε μια δημιουργική και ουσιαστικά εγωιστική αναζήτηση. Δεν μπορούν να σου ανήκουν, δεν μπορούν ούτε καν λίγο. Και η ειρωνεία είναι ότι ακριβώς αυτός είναι ο άντρας που θέλει κάθε γυναίκα και ο άντρας που δεν μπορεί να έχει», λέει η σύζυγος του ποιητή και φίλου του Κόεν, Ίρβινγκ Λέιτον, Αβίβα, στο ντοκιμαντέρ.

Η Ύδρα εξάλλου εκείνη την εποχή ήταν ένα μέρος όπου οι ερωτικές σχέσεις δεν παρέμεναν αποκλειστικές για πολύ καιρό και τόσο ο Κόεν όσο και η Ίλεν είχαν πολλές εμπειρίες με άλλους ανθρώπους.

«Ήμουν πεινασμένος όπως κάθε νέος συγγραφέας, όπως κάθε νέος άνθρωπος. Ήθελα πολλές γυναίκες, πολλές εμπειρίες, πολλές χώρες. Δεν το ήξερα τότε, αλλά ήταν τελικά φυσικό για μένα να βλέπω τη ζωή σαν ένα είδος μπουφέ που είχε πολλά διαφορετικά πράγματα να γευτώ», έλεγε ο Κόεν το 2005.

«Κουραζόμουν από κάτι και συνέχιζα στο επόμενο, αλλά δεν ήμουν ποτέ χαρούμενος να αφήνω το ένα πράγμα επειδή δεν «δούλεψε» για να πάω στο επόμενο, είτε ήταν γυναίκα είτε ποίημα ή πόλη. Μου πήρε μια ζωή για να καταλάβω ότι τελικά τίποτα δεν «δουλεύει» και να το αποδεχθώ», συμπλήρωνε.

To 1964, ο Κόεν εξέδωσε το βιβλίο ποιημάτων του «Flowers for Hitler», αφιερωμένο στην Μάριαν, ενώ αργότερα ολοκλήρωσε και το πρώτο του μυθιστόρημα «Beautiful Losers», το οποίο έγραψε με πυρετό στην ταράτσα του σπιτιού του στην Ύδρα κάτω από τον καυτό ήλιο και «βυθισμένος» στα LSD. Τα ναρκωτικά δεν ήταν καθόλου άγνωστα σε αυτούς. Ο Κόεν καλλιεργούσε μαριχουάνα στην ταράτσα και η Ίλεν την έβαζε στα κεφτεδάκια της! «Το LSD βοηθούσε τον Κόεν να καταδυθεί στην τρέλα», έλεγε ένας φίλος του.

Το βιβλίο του εκδόθηκε λίγο μετά με τις κριτικές να είναι μάλλον αρνητικές. Ο Κόεν καταπτοήθηκε και αποφάσισε να αφήσει πίσω του την Ύδρα, την Μάριαν και τον Άξελ και να πάει στη Νέα Υόρκη για να κυνηγήσει την καριέρα του ως μουσικός. Εκεί, το 1967 κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ, «Songs of Leonard Cohen», το οποίο περιείχε και το τραγούδι «So Long, Marianne», το οποίο θα έκανε αθάνατη την Μάριαν Ίλεν, αλλά ταυτόχρονα αποτελούσε και ένα μεγάλο αντίο του Κόεν.

Το 1967, η Ίλεν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, για να είναι κοντά στον Κόεν και έμενε μαζι με έναν φίλο στο Lower East Side. Ο Κόεν έμενε στο Chelsea Hotel και είχε σχέσεις με την Τζάνις Τζόπλιν, για την οποία έγραψε το τραγούδι Chelsea Hotel μετά τον θάνατό της. O Κόεν απομάκρυνε όλο και πιο πολύ την Ίλεν.

«Ήθελα να τον βάλω σε ένα κλουβί, να τον κλειδώσω και να καταπιώ το κλειδί. Όλα τα κορίτσια τον κυνηγούσαν. Με πλήγωνε τόσο πολύ. Με κατέστρεφε», παραδέχεται η Ίλεν στο ντοκιμαντέρ. Μάλιστα, όπως λέει κάποια στιγμή έφτασε ακόμα και στην αυτοκτονία.

«Το να κερδίζω τις γυναίκες, έγινε το πιο σημαντικό πράγμα στην ζωή μου, μια ζωή που άρχισε να μοιάζει με πορνογραφική ταινία. Αλλά όλοι ξέρουμε ότι οι πορνογραφικές ταινίες δεν είναι ρομαντικές», ακούγεται να λέει στο ντοκιμαντέρ ο Κόεν.

Ουσιαστικά από τότε οι δυο τους δεν ήταν ποτέ ξανά μαζί και η αγάπη τους έμεινε μια ωραία ανάμνηση. Η Ίλεν επέστρεψε στην πατρίδα της την Νορβηγία και το 1979 παντρεύτηκε τον Ζαν Στανγκ, έναν μηχανικό. Ωστόσο, η ίδια πάντα παραδεχόταν ότι ο Κόεν ήταν η «αγάπη της ζωής της», ενώ για τον Κόεν η ζωή με την Ίλεν ήταν μια τέλεια στιγμή που προσπαθούσε σε όλη του τη ζωή να την ξαναβρεί.

Το 2005, ο Κόεν μιλώντας στην βιογράφο Κάρι Χεστάμαρ αναφέρθηκε σε μια μέρα που ο ίδιος και η Ίλεν πήγαιναν να πάρουν το πλοίο από την Αθήνα για την Ύδρα.
«Πήραμε ένα ταξί. Και δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό. Δεν συνέβη τίποτα, απλώς καθόμασταν στο πίσω κάθισμα, η Μάριαν άναψε ένα τσιγάρο και σκεφτόμουν: “Είναι ενήλικας, είμαι με αυτήν την όμορφη γυναίκα, έχουμε λίγα χρήματα στην τσέπη μας”. Αυτό το συναίσθημα… Προσπάθησα εκατοντάδες φορές να το ξαναβρώ αλλά απέτυχα. Αυτό το συναίσθημα ότι είσαι ενήλικας, με κάποιον όμορφο άνθρωπο που χαίρεσαι να είσαι στο πλευρό του και όλος ο κόσμος είναι μπροστά σου. Το κορμί σου είναι μαυρισμένο και πρόκειται να μπεις σε ένα πλοίο…».

Το τέλος

Η Μάριαν μεγαλώνοντας είδε κατάματα το αποτέλεσμα της ζωή της στον γιο της Άξελ. Στα 15 του άρχισε να παίρνει LSD και ουσιαστικά ποτέ δεν «καθάρισε» πλήρως. Οι μποέμ της Ύδρας ζούσαν εκεί με τα παιδιά τους, τα οποία πλήρωναν αυτόν τον βυθισμένο στα ναρκωτικά τρόπο ζωής. Πολλά από τα παιδιά επέλεξαν κι αυτά το δρόμο των ναρκωτικών ή ακόμα και της αυτοκτονίας. Ο Νικ Μπρούμφιλντ, ο δημιουργός ενός νέου ντοκιμαντέρ με τίτλο «Marianne & Leonard: Words of Love» λέει ότι η Ίλεν παραδεχόταν ότι ένιωθε πολύ ένοχη γι’ αυτό. «Ήταν σαν ένας σταυρός που κουβαλούσε στο τέλος της ζωής της».

Ξαφνικά, η Ίλεν βρέθηκε στο νοσοκομείο με τους γιατρούς να την ενημερώνουν ότι πεθαίνει από λευχαιμία. Από το κρεβάτι του νοσοκομείου ζήτησε από έναν φίλο της να προσέχει τον γιο της και από τον άντρα της να ενημερώσει τον Κόεν ότι πεθαίνει. Ο Κόεν απάντησε με email δύο ώρες αργότερα.

Ο ρόλος του διαδικτύου

Και κάπου εδώ αναλαμβάνει δράση το διαδίκτυο της σύγχρονης εποχής. Το email του Κοέν το διάβασε στην Ίλεν ο καλός της φίλος και σκηνοθέτης Ζαν Κρίστιαν Μόλεσταντ και λίγες μέρες μετά, στις 28 Ιουλίου , η Ίλεν έφυγε από τη ζωή. Όταν έγινε γνωστή η ύπαρξη αυτού του γράμματος, το καναδικό ραδιοφωνικό δικτυο CBC έψαξε και βρήκε τον Μόλεσταντ και τον ρώτησε γι’ αυτό. Στις 5 Αυγούστου, μια εβδομάδα μετά τον θάνατο της Ίλεν, στην ιστοσελίδα του δικτύου «ανέβηκαν» κομμάτια της συνέντευξης του Μόλεσταντ.

Σε ένα από αυτά, ο δημοσιογράφος ζητά από τον σκηνοθέτη να του πει – εστω από μνήμης- τι έλεγε το γράμμα του Κόεν. Ο Μόλεσταντ λέει ότι δεν έχει μπροστά του το γράμμα, αλλά θα προσπαθήσει πει ό,τι θυμάται απ’αυτό:

Λοιπόν Μάριαν, φτάσαμε σε αυτή τη στιγμή που είμαστε πραγματικά τόσο μεγάλοι και τα σώματά μας καταρρέουν και νομίζω ότι θα σε ακολουθήσω σύντομα. Να ξέρεις ότι είμαι τόσο κοντά πίσω σου και αν απλώσεις το χέρι σου νομίζω ότι μπορείς να φτάσεις το δικό μου. Και ξέρεις ότι πάντα σε αγαπούσα για την ομορφιά και την σοφία σου, αλλά δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω γι’ αυτό, γιατί τα ξέρεις όλα αυτά. Αλλά τώρα, θέλω απλώς να σου ευχηθώ μια πολύ καλή διαδρομή. Αντίο παλιέ φίλε. Ατελείωτη αγάπη, θα σε δω παρακάτω.

Well Marianne it’s come to this time when we are really so old and our bodies are falling apart and I think I will follow you very soon. Know that I am so close behind you that if you stretch out your hand, I think you can reach mine. And you know that I’ve always loved you for your beauty and for your wisdom, but I don’t need to say anything more about that because you know all about that. But now, I just want to wish you a very good journey. Goodbye old friend. Endless love, see you down the road.

Ο Guardian και το Rolling Stone στις 7 Αυγούστου δημοσιεύουν το γράμμα του Κόεν βασισμένοι στα όσα είπε ο Μόλεσταντ στο CBC και το αποτέλεσμα ήταν η απόλυτη φρενίτιδα με το «γράμμα» να αναπαράγεται από κάθε μέσο και οι χρήστες των social media να μην σταματούν να το κοινοποιούν. Η λυρικότητα  και η τρυφερότητα του γράμματος που θύμιζε τόσο τη λυρικότητα του Κόεν αγαπήθηκε αμέσως από τα μίντια καθώς έθρεψε τον κόσμο με το παντοτινό όνειρο της αγάπης που δεν σβήνει ποτέ. Σε δεύτερο άρθρο του λίγες μέρες μετά, ο Guardian εξυμνεί το γράμμα για την «οικονομία των λέξεων, την σύνταξη της αγάπης, την ικανότητα του Κοέν να πηγαίνει απευθείας μόνο σε αυτό που έχει σημασία – τον θάνατό της, την θνητότητά του, την αγάπη τους. Είναι ένα δημιούργημα ομορφιάς και σοφίας από μόνο του», έγραφε τότε ο Guardian.

Πόσο κοντά όμως ήταν στην αλήθεια όλα αυτά;

Από την πρώτη στιγμή που ο Μόλεσταντ μετέφερε τα λόγια του Κόεν όλοι επέλεξαν να ξεχάσουν ότι ο σκηνοθέτης ξεκαθαρίζει ότι δεν έχει μπροστά του το γράμμα και ότι θα προσπαθήσει να πει ό,τι θυμάται από το νόημα του. Όλοι αγνόησαν ότι ο Μόλεσταντ όσο μεταφέρει το γράμμα συνεχώς κομπιάζει, αλλάζει τις λέξεις και τις φράσεις για να βρει άλλες πιο ταιριαστές και όταν τελικά τελειώνει την αφήγησή του λέει «Ήταν κάπως έτσι».

Όταν το CBC απομαγνητοφώνησε την συνέντευξη για να ανεβάσει το κείμενο στην ιστοσελίδα του, «καλλώπισε» ελαφρώς τον λόγο για να σταθεί καλύτερα στον γραπτό λόγο, αφαιρώντας κάθε κόμπιασμα και αλλαγή. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που έγινε διάσημο σε όλον τον κόσμο.
Ωστόσο πριν από έναν χρόνο, ένα βιβλίο του Άγγλου ιστορικού Σιμόν Σεμπάγκ Μοντεφιόρε, «Written in History: Letters that Changed the World» με σημαντικά γράμματα από την παγκόσμια ιστορία άλλαξε όλα όσα είχαν γίνει γνωστά για το γράμμα.

Ο Μοντεφιόρε περιλαμβάνει στο έργο του και το συγκεκριμένο γράμμα του Κόεν προς την Ίλεν, καταγράφοντας ένα ακριβές αντίγραφο με την άδεια της οικογένειας του Κόεν.

 Το πραγματικό γράμμα που στάλθηκε με email έγραφε:

Πολυαγαπημένη Μάριαν,

Είμαι λίγο πίσω σου, αρκετά κοντά για να σου πιάσω το χέρι. Αυτό το γέρικο σώμα έχει πια παραιτηθεί, όπως ακριβώς και το δικό σου, και η ειδοποίηση έξωσης του θα έρθει όπου να ‘ναι. Ποτέ δεν ξέχασα την αγάπη και την ομορφιά σου. Αλλά το ξέρεις αυτό. Δεν χρειάζεται να πω κάτι άλλο. Καλό ταξίδι παλιέ φίλε. Θα σε δω παρακάτω. Αγάπη και ευγνωμοσύνη. Λέοναρντ.

Dearest Marianne,

I’m just a little behind you, close enough to take your hand. This old body has given up, just as yours has too, and the eviction notice is on its way any day now. I’ve never forgotten your love and your beauty. But you know that. I don’t have to say any more. Safe travels old friend. See you down the road. Love and gratitude. Leonard

Το γράμμα αυτό, αν και κάνει φανερή την αγάπη που έτρεφε ο Κόεν για την Ίλεν, δεν έχει όλη αυτή τη λυρικότητα και την τρυφερότητα που εκπέμπει η εκδοχή που έκανε γνωστή ο Μόλεσταντ, ενώ είναι φανερά πιο σύντομο. Η πρώτη εκδοχή θυμίζει πιο πολύ τα ποιήματα και τα τραγούδια του Κόεν, ενώ η δεύτερη μοιάζει πιο «πεζή», ένα απλό αντίο ενός ανθρώπου προς έναν άλλο που σίγουρα κάποια στιγμή αγαπήθηκαν πολύ.

Φυσικά, η αποκατάσταση της αλήθειας δεν έφτασε αυτή τη φορά ως τις μεγαλύτερες ιστοσελίδες ούτε έκανε πηχυαίους τίτλους ακολουθώντας την παλιά δημοσιογραφική ρήση «μην αφήνεις την αλήθεια να σου χαλάει μια όμορφη ιστορία».

Η Μάριαν Ίλεν έφυγε από τη ζωή στις 28 Ιουλίου 2016. Στις 7 Νοεμβρίου 2016 την ακολούθησε ο Κόεν «πιάνοντας» το χέρι της, όπως είχε προβλέψει. Οι δυο τους έζησαν  μια σχέση που κράτησε σχεδόν μια δεκαετία και μια αγάπη που κράτησε μια ζωή ακόμα και αν ήταν από απόσταση.
Το διαδίκτυο και τα social media φρόντισαν να μεγαλώσουν αυτή την αγάπη φτάνοντας την στα όρια του παραμυθιού. Ίσως γιατί αυτό ακριβώς το παραμύθι χρειαζόμαστε για να επιζήσουμε μέχρι να φτάσουμε στην άλλη πλευρά.


Οι στίχοι του τραγουδιού

Come over to the window, my little darling
I'd like to try to read your palm
I used to think I was some kind of Gypsy boy
Before I let you take me home

Now so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again

Well, you know that I love to live with you
But you make me forget so very much
I forget to pray for the angels
And then the angels forget to pray for us

Now so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again

We met when we were almost young
Deep in the green lilac park
You held on to me like I was a crucifix
As we went kneeling through the dark

Oh, so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again

Your letters, they all say that you're beside me now
Then why do I feel alone?
I'm standing on a ledge and your fine spider web
Is fastening my ankle to a stone

Now so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again

For now I need your hidden love
I'm cold as a new razorblade
You left when I told you I was curious
I never said that I was brave

Oh, so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again

Oh, you are really such a pretty one
I see you've gone and changed your name again
And just when I climbed this whole mountainside
To wash my eyelids in the rain

Oh, so long, Marianne
It's time that we began to laugh
And cry and cry and laugh about it all again