Ποιος σκότωσε τον Ούλοφ Πάλμε;



Ένα βιβλίο έρχεται να ρίξει φως σε μια από τις πιο μυστηριώδεις πολιτικές δολοφονίες. Ο ρόλος του συγγραφέα Στιγκ Λάρσον


To απόγευμα της 28ης Φεβρουαρίου 1986 ο Ούλοφ Πάλμε συναντήθηκε με τη σύζυγο του Λισμπέτ. Του είπε πως ο γιος τους, Μάρτεν είχε κανονίσει να πάει στο σινεμά με τη σύντροφο του και τους είχε καλέσει. Το συζήτησαν λίγο και αποφάσισαν να τους ακολουθήσουν. Η ταινία ήταν η κωμωδία "Τα αδέλφια του Μότσαρτ" και ξεκινούσε στις 21:15.

Οι Πάλμε δεν ειδοποίησαν κανέναν και πήγαν μόνοι τους στο σινεμά. Χωρίς συνοδεία, χωρίς σωματοφύλακα. Άλλωστε γιατί κάποιος να θέλει να κάνει κακό στον πιο αγαπητό πρωθυπουργό της χώρας και έναν από τους πιο σεβαστούς πολιτικούς του πλανήτη;

Μετά το τέλος της ταινίας κάθισαν λίγο έξω από το σινεμά και ξεκίνησαν να περπατούν προς το σπίτι. Στις 23:21 ένας άντρας πλησίασε τους Πάλμε από πίσω. Άγγιξε τον Ούλοφ στον ώμο και τον πυροβόλησε εξ επαφής, στη συνέχεια πυροβόλησε και τη Λισμπέτ με φανερή πρόθεση να μην την σκοτώσει.  

Ο Σουηδός πρωθυπουργός πέθανε επί τόπου καθώς η σφαίρα διέλυσε την σπονδυλική του στήλη. Ο δολοφόνος είχε χρησιμοποιήσει ένα πανίσχυρο ρεβόλβερ και σφαίρες που θα διαπερνούσαν ακόμα και αλεξίσφαιρο γιλέκο. Ο Πάλμε φορούσε μόνο τα ρούχα του.

Έχουν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια από το βράδυ της δολοφονίας του πολιτικού που άλλαξε τη μοίρα της Σουηδίας και η υπόθεση ακόμα στοιχειώνει την χώρα. "Κάποια πράγματα είναι τόσο βέβαια όσο και το ότι δεν θα λυθεί ποτέ το μυστήριο της δολοφονίας του Πάλμε" λέει πλέον ένα σουηδικό ρητό. Ο διάσημος συγγραφέας Στιγκ Λάρσον είχε βαλθεί να το διαψεύσει και ίσως τελικά να το καταφέρει, έστω και μετά θάνατον.

Το 1986 ο Λάρσον εργαζόταν σε ένα πρακτορείο ειδήσεων και το επόμενο πρωί από τη δολοφονία του ανατέθηκε να φτιάξει έναν χάρτη με την πορεία διαφυγής του δολοφόνου. Έτσι ξεκίνησε, επισήμως, η ενασχόληση του με τη δολοφονία του Σουηδού πρωθυπουργού. Με τον καιρό ο συγγραφέας απέκτησε ένα είδος εμμονής με την υπόθεση.

Μέχρι το 2004 όταν και πέθανε από καρδιακή προσβολή, συνέχιζε να συλλέγει στοιχεία και ερευνά το θέμα. Είχε εκφράσει πολλές φορές την επιθυμία να γράψει ένα βιβλίο για την υπόθεση αλλά δεν πρόλαβε.

Πριν από δέκα χρόνια ο πρώην διπλωμάτης Γιαν Στόκλασα ξεκίνησε τη δική του έρευνα και απέκτησε πρόσβαση στο αρχείο του Λάρσον. Χιλιάδες σελίδες με στοιχεία και συνεντεύξεις, δισκέτες, μέιλ και σημειώσεις. O Στόκλασα ένιωθε ότι είχε μια ευθύνη απέναντι στον Λάρσον που έφυγε ξαφνικά χωρίς να καταφέρει να βρει απαντήσεις. "Αυτή η έρευνα με έβγαλε από την ζώνη ασφαλείας μου. Συνάντησα άτομα πραγματικά επικίνδυνα και βρέθηκα αντιμέτωπος με υποθέσεις ανεξήγητων ξαφνικών θανάτων. Ήμουν τρομοκρατημένος όταν συνάντησα αυτό που ο Λάρσον χαρακτηρίζει: ο ενδιάμεσος" τονίζει ο Στόκλασα.

Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο: "The Man Who Played with Fire: Stieg Larsson's Lost Files and the Hunt for an Assassin" (Ο άνθρωπος που έπαιξε με τη φωτιά. Τα χαμένα αρχεία του Στιγκ Λάρσον και το κυνήγι για έναν δολοφόνο). Πρόκειται για το αποτέλεσμα της δεκαετούς του έρευνας αλλά και της έρευνας που είχε κάνει πριν ο Λάρσον. Ο Στόκλασα ισχυρίζεται ότι μέσα από τα στοιχεία και τις μαρτυρίες που συνέλεξε μπορούμε πλέον να έχουμε μια σαφή εικόνα για το ποιος κρύβεται τελικά πίσω από τη δολοφονία του σοσιαλδημοκράτη πολιτικού.

Ο δολοφόνος

Ως τώρα τα δεδομένα ήταν λίγα για τον δολοφόνο του Πάλμε. Ήταν λευκός, αρκετά ψηλός (πάνω από 1,80) και 30 έως 40 ετών. Το πρόσωπο του ήταν μακρύ με μεγάλη μύτη και ήταν ξυρισμένος. Φορούσε σκούρα ρούχα και καπέλο. Χρησιμοποίησε ένα πανίσχυρο ρεβόλβερ Smith & Wesson.357, το οποίο ήταν δύσκολο να βρεις στη μαύρη αγορά και διατρητικές σφαίρες (ακόμα πιο δύσκολο να τις προμηθευτείς). Δεν βρέθηκαν κάλυκες μιας και τα ρεβόλβερ δεν τους εξάγουν αυτόματα.

Κρατούσε ένα μικρό τσαντάκι και κινούνταν με μεγάλη σιγουριά. Οι μάρτυρες ανέφεραν ότι φάνηκε να ξέρει ακριβώς τι κάνει. Διέφυγε ταχύτατα και τα ίχνη του εξαφανίστηκαν έξι στενά μακριά από το σημείο της επίθεσης κοντά στο πάρκο Humlegarden. Αρκετοί μάρτυρες μιλούν για δύο ακόμα άτομα που έφυγαν τρέχοντας μετά τη δολοφονία ενώ βρέθηκε και ένα walkie talkie που εικάζεται ότι χρησιμοποιήθηκε από όσους την οργάνωσαν.


Ο Κρίστερ Πέτερσον

Μετά τη δολοφονία ξεκίνησε μια πρωτοφανής σε μαζικότητα έρευνα για να βρεθεί ο δολοφόνος. Ανακρίθηκαν χιλιάδες άτομα και προέκυψαν διάφοροι πιθανοί ένοχοι. Τελικά τον Δεκέμβριο του 1988 συνελήφθη ο Κρίστερ Πέτερσον. Ναρκομανής και αλκοολικός είχε διαπράξει στο παρελθόν μια δολοφονία. Καταδικάστηκε κυρίως λόγω του γεγονότος ότι η σύζυγος του Πάλμε τον αναγνώρισε ως τον δολοφόνο. Δεν υπήρχαν στοιχεία εναντίον του.

Αργότερα αποδείχθηκε ότι η αστυνομία είχε κάνει τεράστια λάθη κατά τη διαδικασία αναγνώρισης και είχε ουσιαστικά οδηγήσει τη Λισμπέτ Πάλμε να καταδείξει τον Πέτερσον ως το άτομο που πυροβόλησε. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος και πήρε και αποζημίωση. Το 2004 πέθανε.

Το 2017 ο γενικός εισαγγελέας της Σουηδίας δήλωσε πως πλέον οι αρχές μπορούν να πουν με πάσα σιγουριά ότι ο Πέτερσον δεν ήταν ο δολοφόνος του Πάλμε.

Oι θεωρίες

Μέσα σε αυτά τα 33 χρόνια έχουν προκύψει δεκάδες θεωρίες συνωμοσίας για το ποιοι κρύβονται πίσω από τον θάνατο του Σουηδού πρωθυπουργού. Η επικρατούσα θεωρία ανέφερε ότι η δολοφονία οργανώθηκε και εκτελέστηκε από ακροδεξιές οργανώσεις που είχαν την κάλυψη της αστυνομίας.
Κάποιοι μιλούν για εμπλοκή μυστικών υπηρεσιών άλλων χωρών που αντιμετώπιζαν τον Πάλμε σαν απειλή. Υπάρχουν αναφορές για τη Νότια Αφρική, τη CIA, την Γιουγκοσλαβία και το PKK.
Τέλος μια πολύ διαδεδομένη στη Σουηδία θεωρία είναι αυτή του "Skandia man" που θέλει τον ιδιωτικό υπάλληλο Στιγκ Έγκστρεμ να έχει δολοφονήσει τον Πάλμε επειδή τον μισούσε. Ο Ένγκστρεμ αυτοκτόνησε το 2001.

Γιατί να τον σκοτώσουν;

Ένα μεγάλο ερώτημα που προέκυψε μετά τη δολοφονία Πάλμε είναι το γιατί να θέλει κάποιος να τον σκοτώσει. Η αποδοχή του στη σκανδιναβική χώρα ήταν τεράστια και είχε κερδίσει τον σεβασμό όλου του πλανήτη. Ακόμα και σήμερα όλοι παραδέχονται πως η σύγχρονη Σουηδία είναι ένα έργο του οποίου οι βάσεις μπήκαν από τις μεταρρυθμίσεις του Πάλμε. Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου αποτέλεσε φωνή λογικής και σύμβολο για το λεγόμενο "τρίτο δρόμο".

Η αλήθεια όμως είναι ότι με τις τοποθετήσεις του και με το γεγονός ότι δεν μασούσε τα λόγια του έχει δημιουργήσει πολλούς και ισχυρούς εχθρούς. Ο Πάλμε ασκούσε έντονη κριτική σε χώρες που παράνομα πωλούν οπλισμό. Παράλληλα ήταν από τους πιο φανατικούς πολέμιους του καθεστώτος του "απαρτχάιντ" στη Νότια Αφρική.

Στο εσωτερικό της Σουηδίας η ακροδεξιά και οι εθνικιστές των αντιμετώπιζαν σαν το κόκκινο πανί. Την εποχή του θανάτου του τον κατηγορούσαν ότι είναι φιλο-σοβιετικός και πως δεν προστάτευε τα συμφέροντα της Σουηδίας.


Τι υποστηρίζει το βιβλίο

Στο βιβλίο του ο Γιαν Στόκλασα τονίζει ότι "οι αναγνώστες θα μάθουν πώς οργανώθηκε η δολοφονία και ποιοι εμπλέκονται". Υποστηρίζει ότι μέσω της έρευνας αποκάλυψε το άτομο που έστησε αυτή τη μυστική επιχείρηση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε ο λόγος της δολοφονίας του Πάλμε είναι οι πωλήσεις όπλων και κυρίως το σκάνδαλο Μπόφορς.

Η σουηδική εταιρία Bofors AB έδωσε τεράστια ποσά σε μέλη της ινδικής κυβέρνησης αλλά ακόμα και στον ίδιο τον πρωθυπουργό, Ρατζίβ Γκάντι ώστε να υπογράψουν ένα συμβόλαιο για την απόκτηση οπλικών συστημάτων. Το αρχικό ποσό ήταν 1,4 δισ. δολάρια για 410 οβιδοβόλα και η συμφωνία περιελάμβανε μελλοντικές παραλαβές που θα έφτασαν τα 3 δισ. δολάρια.


Ο Πάλμε έμαθε για τη συμφωνία και ήταν αποφασισμένος να ξεσκεπάσει την υπόθεση και να οδηγήσει τους υπεύθυνους στη δικαιοσύνη. Αυτό οδήγησε και στη δολοφονία του. Όπως τονίζει ο Στόκλασα, η Ινδία σε συνεργασία με άλλες χώρες που ήθελαν να βγάλουν από τη μέση τον Πάλμε, οργάνωσαν την εκτέλεση του και συνεργάστηκαν με ανθρώπους μέσα στη Σουηδία που είχαν συμφέρον να προχωρήσει η συμφωνία.

Η επιχείρηση ήταν επαγγελματική, ο δολοφόνος ήξερε πολύ καλά τι έκανε και είχε ένα όπλο που εξασφάλιζε ότι μια σφαίρα ήταν αρκετή για να σκοτώσει. Τον βοήθησαν να διαφύγει και στη συνέχεια έκαναν ό,τι περνά από το χέρι τους για να θολώσουν τα νερά. 

"Να σας θυμίσω ότι ο Ρατζίβ Γκάντι ήρθε για την κηδεία του Πάλμε και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τη συμφωνία με την Bofors AB" τονίζει ο Στόκλασα.