Η Σουηδία «σκοτώνει» τους ηλικιωμένους της για να συνεχίσει να λειτουργεί


Οι νεκροί έχουν ξεπεράσει τους 2.000 στη χώρα των 10 εκατ. ωστόσο η κυβέρνηση αρνείται να λαβει οποιοδήποτε μέτρο, ενώ στους οίκους ευγηρίας υπάρχει εκατόμβη νεκρών


Φανταστείτε αυτή τη στιγμή να είχαν νοσήσει από κοροναϊό περισσότεροι από 17.500 χιλιάδες άνθρωποι στην Ελλάδα και ακόμα 2.152 συμπολίτες μας να είχαν φύγει από τη ζωή τις τελευταίες σαράντα ημέρες. Οι αριθμοί μοιάζουν εφιαλτικοί για μια χώρα των δέκα εκατομμυρίων κατοίκων όπως η Ελλάδα. Την ίδια στιγμή πόσο εύκολο θα ήταν για όλους τους υπόλοιπους να συνεχίζουν τη ζωή τους, να δουλεύουν, να πηγαίνουν σχολείο, να συχνάζουν στις καφετέριες και τα εστιατόρια;

Οι αριθμοί αυτοί δεν αφορούν την χώρα μας, ωστόσο αυτό ακριβώς συμβαίνει στην Σουηδία, μια χώρα με το ίδιο πληθυσμιακό μέγεθος με την Ελλάδα. Οι νεκροί και τα κρούσματα ανεβαίνουν συνεχώς ωστόσο το κράτος και οι επικεφαλής λοιμωξιολόγοι του υπουργείου Υγείας αρνούνται να λάβουν ουσιαστικά μέτρα προστασίας από τον κοροναϊό. Η καθημερινότητα όλων συνεχίζεται κανονικά και όλες οι επιχειρήσεις και τα σχολεία λειτουργούν σα να μην συμβαίνει τίποτα.

Τα βασικά «μέτρα» που έχουν ληφθεί έως και σήμερα είναι η απαγόρευση συναθροίσεων με περισσότερα από 50 άτομα και η σύσταση για εργασία από το σπίτι όταν είναι εφικτό, η αποφυγή μη ουσιωδών ταξιδιών και η προτροπή σε όσους είναι άνω των 70 ή σε όσους νιώθουν άρρωστοι να μένουν στο σπίτι.

Επιπλέον έχουν απαγορευθεί οι επισκέψεις στους οίκους ευγηρίας, όπου ζουν οι περισσότεροι ηλικιωμένοι άνθρωποι της Σουηδίας. Ο Μάγκους Μπόντεσον επισκέφτηκε για τελευταία φορά πριν την απαγόρευση την μητέρα του στις 3 Απριλίου. Λίγες μέρες μετά της μίλησε μέσω Skype όμως η εικόνα που αντίκρισε μόνο καθησυχαστική δεν ήταν.

«Με κάλεσαν από τον οίκο ευγηρίας μέσω Skype και είδα μπροστά μου δύο υπαλλήλους. Δεν είδα να φορούν ούτε μάσκες ούτε γάντια», δηλώνει ο ίδιος στον Guardian.

«Όταν τους κάλεσα ξανά λίγες μέρες μετά, ρώτησα έναν νοσηλευτή γιατί δεν φορούσαν μάσκες και απάντησε ότι απλώς ακολουθούσαν τις οδηγίες», οι οποίες δεν όριζαν ότι δεν είναι απαραίτητη η χρήση προστατευτικών μέσων.

Την ίδια εβδομάδα τα μέσα ενημέρωσης της χώρας άρχισαν να κατακλύζονται από ειδήσεις για εκατοντάδες κρούσματα σε διαφορετικούς οίκους ευγηρίας κυρίως στην Στοκχόλμη, την περιοχή που έχει χτυπηθεί πιο πολύ από τον κοροναϊό, αλλά και σε όλη τη χώρα. Ελέγχοντας τα στοιχεία ήταν φανερό ότι το ένα τρίτο των ανθρώπων που είχαν χάσει τη ζωή τους ζούσαν σε οίκους ευγηρίας, παρόλο που το κράτος διατράνωνε ότι βασική τους μέριμνα είναι η προστασία των ηλικιωμένων ανθρώπων.

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο επικεφαλής λοιμωξιολόγος Άντερς Τέγκνελ ο οποίος είναι φανατικά αντίθετος στην λήψη αυστηρών μέτρων, παραδέχθηκε ότι η κατάσταση στους οίκους ευγηρίας είναι πλέον άκρως ανησυχητική.

Την ίδια μέρα και ο πρωθυπουργός της χώρας Στέφαν Λόβεν παραδέχθηκε ότι η χώρα αντιμετωπίζει μια «κρίσιμη κατάσταση» στους οίκους ευγηρίας και ανακοίνωσε προσπάθειες για να ενταθούν τα μέτρα προστασίας, ενώ κάλεσε τις αρχές υγείας να ελέγξουν την κατάσταση. Ωστοσο, δεν ανακοίνωσε κανένα επιπλόεν μέτρο προστασίας.

Η τακτική της κυβέρνησης και των επικεφαλής της υγείας έχει συναντήσει έντονη κριτική από μια μεγάλη μερίδα του ιατρικού κόσμου της χώρας.

«Πρέπει να παραδεχθούν ότι η τακτική τους ήταν μια τεράστια αποτυχία, από την στιγμή που από την αρχή έλεγαν ότι βασικός τους στόχος ήταν να προστατέψουν τους ηλικιωμένους», ανέφερε η Λένα Έινχορν στον Observer, μια Σουηδή ιολόγος, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσει να κάνει ότι δεν βλέπει την πιο προφανή εξήγηση για την κατάσταση.

«Αυτό που είναι πραγματικά περίεργο είναι ότι δεν αναγνωρίζουν ακόμα την πιθανή διαδρομή της ασθένειας. Λένε ότι είναι ατυχές γεγονός, ότι ερευνούν την υπόθεση και ότι είναι θέμα εκπαίδευσης του προσωπικού, αλλά αυτό που δεν λένε είναι ότι η διασπορά της ασθένειας από ασυμπτωματικούς ή προσυμπτωματικούς ασθενείς είναι το όλο θέμα», συμπληρώνει.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η διασπορά από ασυμπτωματικούς ή προσυμπτωματικούς ασθενείς συμβαίνει σε πολύ μικρή κλίμακα, κάτι που παγκοσμίως οι λοιμωξιολογοι πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο. Βασιζόμενοι πάνω σε αυτήν την άποψη, οι οδηγίες της κυβέρνησης στους εργαζόμενους των οίκων ευγηρίας ήταν ότι δεν είναι απαραίτητο να φορούν μάσκες ή γαντια από την στιγμή που οι ίδιοι ή ο ηλικιωμένος δεν έχει κάποιο σύμπτωμα της ασθένειας.

«Όταν δουλεύω δεν έχουμε καθόλου μάσκες προστασίας και φροντίζουμε ανθρώπους που κινδυνεύουν περισσότερο απ’ όλους. Δεν έχουν απολυμαντικά υγρά, απλώς σαπούνι. Όλοι ανησυχούμε γι’ αυτό», ανέφερε στον Guardian ένας εργαζόμενος σε οικο ευγηρίας.

«Το χειρότερο είναι ότι εμείς, το προσωπικό, μεταφέρουμε τελικά την ασθένεια στους ηλικιωμένους. Είναι απίστευτο που δεν έχουν μολυνθεί ακόμα περισσότεροι. Είναι σκάνδαλο», τονίζει μια νοσοκόμα.

Μια ομάδα γιατρών που πρωτοστατεί στις διαμαρτυρίες κατά της απάθειας της κυβέρνησης με νέα τους επιστολη την Τρίτη ζητούν από τις αρχές να σπάσουν την συνήθεια της χώρας να εμπιστεύεται τυφλά την επικεφαλής ιατρική ομάδα του υπουργείου Υγείας που δεν ζητά να ληφθεί κανένα μέτρο και να αναλάβει η κυβέρνηση την επιβολή  μέτρων.

Η Έινχορν πιστεύει ότι το γεγονός ότι η Σουηδία έχει πολλά περισσότερα κρούσματα σε οίκους ευγηρίας σε σχέση με τις γειτονικές χώρες της Νορβηγίας ή της Φινλανδιας δεν οφείλεται στους ίδιους τους οίκους ευγηρίας, αλλά στο γεγονός ότι τα σχολεία, τα νηπιαγωγεία, τα εστιατόρια και τα μπαρ της χώρας παραμένουν ακόμα ανοιχτά.

«Δεν μεταφέρεται από τον έναν οίκο ευγηρίας στον άλλο. Ο κάθε οίκος ευγηριας έχει τα δικά τους ξεχωριστά κρούσματα και προφανώς μεταφέρεται από τους εργαζόμενους σε αυτά, οι οποίοι πάνε κι εργάζονται ενώ μπορεί να είναι άρρωστοι. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση», τονίζει η Έινχορν.

Μάλιστα, η λοιμωξιολόγος Άννα Σάρα Κάρναχαν υποστήριξε ότι ο αριθμός των θανάτων στους οίκους ευγηρίας που έχει ανακοινωθεί είναι μάλλον χαμηλότερος από αυτόν που ισχύει καθώς σε πολλούς από αυτούς οι ηλικιωμένοι που έφυγαν από τη ζωή δεν ελέγχθηκαν μετά θάνατον αν ήταν φορείς του ιού.

Η Σουηδία φαίνεται ότι έχει επιλέξει να θυσιάσει ορισμένους ανθρώπους, τους πιο αδύναμους κα πιο ηλικιωμένους, με στόχο να μην θυσιάσει την οικονομία της. Τα καταστήματα και οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να λειτουργούν κανονικά, τα παιδιά συνεχίζουν αδιάλειπτα να μορφώνονται. Ωστόσο, οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους ή ακόμα και οι άνθρωποι με κάποια ασθένεια πρέπει να πληρώσουν το τίμημα για να συνεχίσει να «λειτουργεί η μηχανή».