Τα μαθήματα του Σαν Φρανσίσκο από την πανδημία του 1918


Κουρασμένοι από την καραντίνα, τη μάσκα, τα γάντια, τις αποστάσεις. Όμως η περίπτωση του Σαν Φρανσίσκο μας δίνει ένα σημαντικό παράδειγμα από την ιστορία για το πόσο σημαντικά είναι τα μέτρα 


Πάρα πολλές χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο αρχίζουν σιγά σιγά να χαλαρώνουν τα μέτρα που είχαν λάβει τους τελευταίους μήνες για τον κοροναϊό. Τα κρούσματα και οι θάνατοι αρχίζουν να μειώνονται, ο καιρός να ζεσταίνει και η ανυπομονησία των πολιτών να αυξάνεται. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν με αργά και προσεκτικά βήματα να επανεκκινήσουν τις «πληγωμένες» οικονομίες τους εκλιπαρώντας ωστόσο τους πολίτες να τηρούν τα μέτρα προστασίας κρατώντας αποστάσεις, φορώντας γάντια και μάσκες.

Ο περισσότερος κόσμος μοιάζει κάτι παραπάνω από κουρασμένος από την πολύμηνη καραντίνα με τους περισσότερους να αντιμετωπίζουν πλέον τεράστια οικονομικά προβλήματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στις ΗΠΑ, άνθρωποι έχουν βγει στους δρόμους διαδηλώνοντας κατά των μέτρων προστασίας. Όσο κι αν η κούραση και οι αντιδράσεις είναι κατανοητές, οι ειδικοί ωστόσο ξέρουν καλά πώς αν τα μέτρα προστασίας, όπως η τήρηση αποστάσεων, χρήση γαντιών και μάσκας, δεν τηρηθούν δεν είναι απίθανο να οδηγηθούμε σε νέα καραντίνα. Κι αυτό το έχει ήδη αποδείξει η ιστορία.

Η περίπτωση του Σαν Φρανσίσκο

Το περιοδικό TIME και η συγγραφέας  του βιβλίου «American Pandemic: The Lost Worlds of the 1918 Influenza Epidemic», Νάνσι Μπρίστοου αφηγούνται μια ιστορία από το μακρινό 1919, η οποία ωστόσο δεν μοιάζει τόσο διαφορετική με όσα ζούμε σήμερα. Βρισκόμαστε στο Σαν Φρανσίσκο και οι ΗΠΑ όπως και όλος ο κόσμος προσπαθούν να αντιμετωπίσουν μια πανδημία.

Στις 25 Ιανουαρίου του 1919 όμως περίπου 2.000 κάτοικοι του Σαν Φρανσίσκο εμφανίζονται στο πάρκο Dreamland Rink. Δεν φορούν μάσκες, δεν κρατούν αποστάσεις. Έχουν φτάσει εκεί μετά από κάλεσμα του Κινήματος Κατά της Μάσκας. Λίγο πριν οι δημοτικές αρχές της πόλης έχουν εξαγγείλει ότι οι πολίτες θα πρέπει να φορούν ξανά μάσκες σε δημόσιους χώρους καθώς η γρίπη έχει κάνει ένα νέο ξέσπασμα. Ωστόσο, οι πολίτες φαίνεται ότι έχουν ήδη κουραστεί από την πανδημία, την καραντίνα και πολύ περισσότερο από τη χρήση της μάσκας. 

Η «ισπανική γρίπη», όπως την ονομάζουν, που έχει ξεκινήσει από το 1918 έχει ήδη αφανίσει εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Μέχρι το τέλος της πανδημίας- το καλοκαίρι του 1919- υπολογίζεται ότι πέθαναν κάπου μεταξύ των 17 με 50 εκατ. ανθρώπων. Κάποιοι μιλούν για ακόμα και για 100 εκατομμύρια. Από αυτούς τουλάχιστον οι 675.000 είναι Αμερικάνοι.

Φτάνοντας στο Σαν Φρανσίσκο

Η γρίπη είχε φτάσει στις ΗΠΑ πιθανότατα μέσω του στρατού που τότε πολεμούσε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο περίπου την άνοιξη του 1918. Πρώτα χτύπησε τις κεντρικές και ανατολικές πολιτείες και πολλές περιοχές στη δύση, όπως και το Σαν Φρανσίσκο, πίστευαν ότι θα καταφέρουν να μείνουν εκτός της επιδημίας. Ωστόσο στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1918 οι ελπίδες καταρρέουν καθώς η ασθένεια έφτασε στην πόλη του Σαν Φρανσίσκο.

Στρατιωτική παρέλαση στο Σαν Φρανσίσκο στις 11 Νοεμβρίου 1918
Η πόλη καταγράφει το πρώτο της κρούσμα στις 24 Σεπτεμβρίου 1918. Αρχικά, οι αρχές κινούνται αργά παρόλο που είχαν δει τι συνέβαινε στις ανατολικές περιοχές, όπου η γρίπη είχε ήδη σκοτώσει χιλιάδες. Το πρώτο τους μέτρο ήταν να θέσουν σε καραντίνα όσους εμφάνιζαν συμπτώματα και όρισαν ότι οποιοδήποτε κρούσμα θα πρέπει να αναφέρεται και να καταγράφεται επίσημα. Την ίδια στιγμή βρισκόταν σε εξέλιξη ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η πόλη συμμετείχε στο «4ο δάνειο πολέμου», μια χρηματοδότηση από τις πολιτείες για την ενίσχυση του στρατού. Η συμμετοχή σε αυτό θεωρούνταν ύψιστης σημασίας πατριωτική πράξη και η υπογραφή τους στις 28 Σεπτεμβρίου δεν γινόταν να μην συνδυαστεί με μια μεγαλειώδη παρέλαση για να ενισχύσει το φρόνημα των πολιτών. Εκείνη την ημέρα σχεδόν όλοι οι πολίτες βρίσκονταν στους δρόμους, ο ένας κοντά στον άλλο παρακολουθώντας την παρέλαση.

Τα πρώτα μέτρα

Στα μέσα Οκτωβρίου, η κατάσταση με την γρίπη στην πόλη άρχιζε πλέον να ξεφεύγει. Το υπουργείο Υγείας της πολιτείας τελικά πρότεινε τη λήψη προστατευτικών μέτρων από όλους: τήρηση πολύ καλής υγιεινής, αποφυγή συνωστισμών και συγκεντρώσεων. Παράλληλα, έκλεισε τις αίθουσες χορού και όρισε νέους κανονισμούς για τον αερισμό στα μέσα μεταφοράς. Ωστόσο, η κατάσταση συνέχιζε να χειροτερεύει.

Τελικά, στις 18 Οκτωβρίου το υπουργείο Υγείας έκλεισε τα σχολεία στην πόλη και τα κέντρα διασκέδασης και ψυχαγωγίας, ενώ θέσπισε περιορισμούς στις δημόσιες συγκεντρώσεις. Στις 25 Οκτωβρίου επιβλήθηκε η χρήση μάσκας σε όλους τους δημόσιους χώρους.

Δικαστήριο σε ανοιχτό χώρο για καλύτερο αερισμό


Οι πολίτες βλέποντας την δραματική κατάσταση υποδέχτηκαν με χαρά και ανακούφιση τα νέα μέτρα. «Σύντομα θα είναι αγενές να συστήνεσαι σε κάποιον χωρίς να φοράς μάσκα», έγραφε τότε η εφημερίδα San Francisco Chronicle. Εξάλλου, σύμφωνα με το υπουργείο ήδη πριν από την θέσπιση των μέτρων τέσσερις στους πέντε πολίτες είχαν ήδη επιλέξει να φορούν μάσκες ως μέτρο προστασίας. Η χρήση της μάσκας γίνεται πατριωτική υπόθεση και όσοι πλέον δεν την φορούν αμφισβητούνταν ο πατριωτισμός τους.

Ωστόσο, ο ενθουσιασμός για τα μέτρα δεν κράτησε πολύ. Εξάλλου, ήδη από την αρχή υπήρχαν αυτοί που αντιδρούσαν στη χρήση μάσκας και πολλοί ακόμα που δεν τη χρησιμοποιούσαν σωστά. Σύντομα, οι πολίτες σταμάτησαν να τις χρησιμοποιούν εντελώς. Η αστυνομία προσπάθησε να επιβάλλει την χρήση τους με πρόστιμα των 5 ή 10 δολαρίων για όποιον δεν φορούσε μάσκα ή ακόμα και σύλληψη. Τα χρήματα από τα πρόστιμα πήγαιναν στον Ερυθρό Σταυρό. Σύντομα οι συλλήψεις ήταν τόσες πολλές που πλέον τα κρατητήρια δεν είχαν άλλο χώρο. Στα τέλη του Οκτωβρίου ήδη πάνω από 20.000 κάτοικοι της πόλης είχαν αρρωστήσει και πάνω από 1.000 είχαν πεθάνει από την γρίπη.

Ωστόσο, με την θέσπιση των μέτρων ύστερα από λίγες εβδομάδες η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται. Στα μέσα Νοεμβρίου, το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε ότι ανοίγουν ξανά όσα καταστήματα και κέντρα είχαν κλείσει. Τα σχολεία άνοιξαν ξανά στις 25 Νοεμβρίου. Ο κόσμος ενθουσιασμένος βγήκε από τα σπίτια του και συγκεντρωνόταν ξανά στους κινηματογράφους, τα κέντρα διασκέδασης και τους αγώνες μποξ. Τα θέατρα και οι κινηματογράφοι ξεπούλησαν τα εισιτήριά τους τις πρώτες μέρες επαναλειτουργίας, ενώ ο ιππόδρομος ήταν συνεχώς γεμάτος. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αρχές, οι πολίτες έπρεπε σε όλα αυτά τα μέρη να συνεχίσουν να φοράνε μάσκες, ενώ στα κέντρα διασκέδασης απαγορεύονταν οι χοροί. Όλο και λιγότεροι όμως υπάκουαν στην εντολή. Όταν και ο δήμαρχος, Τζέιμς Ρολφ και ο επικεφαλής του υπουργείου Υγείας, Γουίλιαμ Χάσλερ, εντοπίστηκαν σε έναν κατάμεστο αγώνα μποξ μεταξύ του Φρεντ Φούλτον και του Γουίλι Μίχαν χωρίς να φορούν μάσκα, όλη η προσπάθεια για την χρήση της μάσκας κατέρρευσε. Οι φωτογραφικοί φακοί των δημοσιογράφων ήταν εκεί και τους απαθανάτισαν. Ο Χάσλερ πλήρωσε πρόστιμο 5 δολάρια επι τόπου και ισχυρίστηκε ότι η μάσκα πρέπει να του έπεσε όταν κάπνισε ένα τσιγάρο. Ο δήμαρχος λίγες μέρες μετά αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο 50 δολαρίων, όταν του έδειξαν μια φωτογραφία του χωρίς μάσκα.

Κατάμεστος αγώνας μποξ στις 16 Νοεμβρίου. Σχεδόν κανείς δεν φορά μάσκα
Το μεσημέρι της 21ης Νοεμβρίου ένα σήμα ακούστηκε στην πόλη και όλοι οι κάτοικοι του Σαν Φρανσίσκο έβγαλαν τις μάσκες τους. Ο δήμαρχος Ρολφ είχε επίσημα ακυρώσει τον νόμο περί χρήσης μάσκας. «Τα πεζοδρόμια και τα ρυάκια γέμισαν με το σύμβολο ενός βασανιστικού μήνα», έγραφε τότε η San Francisco Chronicle.


Οικογένεια βγάζει τη μάσκα

Η κατάρρευση και το Κίνημα κατά της Μάσκας

Στις 7 Δεκεμβρίου, ο Χάσλερ προειδοποίησε ότι η πόλη βρίσκεται στα πρόθυρα ενός νέου ξεσπάσματος της επιδημίας και ζήτησε από τους πολίτες να φορούν ξανά τις μάσκες τους. Ήλπιζε ότι η χρήση της μάσκας και μόνο θα μπορούσε να εμποδίσει την ασθένεια. Ωστόσο, επρόκειτο για σύσταση και όχι για επιβεβλημένο μέτρο με αποτέλεσμα το 90% των πολιτών να αγνοήσουν την οδηγία. Την ίδια στιγμή δεν υπάρχει καμία σκέψη για να κλείσουν ξανά καταστήματα, σχολεία και μέρη διασκέδασης. Εκατοντάδες άτομα συμμετείχαν σε μια δημόσια συζήτηση σχετικά με την επιβολή της μάσκας στις 16 Δεκεμβρίου και στις 19 του μήνα το Εποπτικό Συμβούλιο της πολιτείας καταψήφισε την πρόταση. Τελικά, τρεις εβδομάδες κατάλαβαν ότι έπρεπε να δράσουν άμεσα.

Στις αρχές Ιανουαρίου, το κόστος αυτής της απόφασης ήταν πλέον ξεκάθαρο. Μόνο στις 10 Ιανουαρίου καταγράφηκαν 600 περίπου νέα κρούσματα της γρίπης. Τελικά στις 17 του μήνα, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι όλοι οι πολίτες θα έπρεπε να φορούν μάσκες, μια απόφαση που κανείς δεν δέχθηκε πλέον με χαρά.

Τότε εμφανίστηκε και το Κίνημα κατά της Μάσκας, μια οργάνωση πολιτών που αντιτίθονταν ενεργά στη λήψη νέων μέτρων και τη χρήση μάσκας. Στις 25 Ιανουαρίου διοργανώνουν μια μεγάλη διαδήλωση με τουλάχιστον 2.000 συμμετέχοντες, όπου φυσικά κανείς δεν φοράει μάσκα. Αυτή μάλιστα ήταν απλά η πιο οργανωμένη αποτύπωση της γενικότερης άρνησης των πολιτών να αποδεχθούν τα μέτρα πρότειναν οι αρχές. Πλέον, η επιβολή της μάσκας μοιάζει πια αδύνατη. Την 1η Φεβρουαρίου, ο δήμαρχος Ρολφ ανακοινώνει επίσημα ότι η χρήση μάσκας δεν είναι πια απαραίτητη.

Η ασθένεια πια κινείται ανεξέλεγκτα στην πόλη. Μέχρι τα τέλη της άνοιξης, όταν και η επιδημία αρχίζει πλέον να φθίνει, πάνω από 45.000 κάτοικοι της πόλης του Σαν Φρανσίσκο έχουν αρρωστήσει και περισσότεροι από 3.000 έχουν πεθάνει κατά την διάρκεια των δύο κυμάτων της επιδημίας. Ο πληθυσμός της πόλης εκείνη την εποχή υπολογίζεται γύρω στις 400.000. Η πόλη κατέγραψε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά κρουσμάτων και θανάτων μεταξύ των μεγάλων πόλεων σε όλες τις ΗΠΑ. Υπολογίζεται ότι για κάθε 100.000 πολίτες 673 πέθαναν.

Σύμφωνα με την έρευνα ιστορικών και επιστημόνων του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν και του Εθνικού Κέντρου Ελέγχου Ασθενειών των ΗΠΑ, η περίπτωση του Σαν Φρανσίσκο δεν είναι η μόνη. Στοιχεία από διάφορες πόλεις των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της πανδημίας του 1918-1919, οι οποίες έδρασαν διαφορετικά παρέχουν αδιάσειστα στοιχεία για την αποτελεσματικότητα των μέτρων. Οι πόλεις που επέβαλλαν από νωρίς περιοριστικά μέτρα και τα διατήρησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της επιδημίας κατέγραψαν πολύ μικρότερα ποσοστά μολύνσεων και θανάτων από πόλεις όπως το Σαν Φρανσίσκο που επέλεξαν να τα επιβάλλουν με πολύ περιορισμένο τρόπο.

Η πανδημία του 2020

Μπορούμε να βρούμε αρκετές ομοιότητες σε όσα ζούμε σήμερα με τα όσα συνέβαιναν έναν αιώνα πριν. Οι οδηγίες να μείνουμε σπίτι και η χρήση μάσκας, όπως και τότε, έτσι και τώρα προκαλούν τις μεγαλύτερες αντιδράσεις. Μάλιστα, την προηγούμενη εβδομάδα στις ΗΠΑ περίπου 2.000 άτομα βρέθηκαν έξω από το Καπιτώλιο του Ουισκόνσιν απαιτώντας από τον κυβερνήτη να ακυρώσει τα μέτρα της καραντίνας, τα οποία επέκτεινε πρόσφατα ως τις 26 Μαΐου. Κι αυτή δεν ήταν η μόνη συγκέντρωση.