Η σχιζοφρένεια στο αίμα τους...



Οι Γκάλβιν ενσάρκωναν το πρότυπο της αμερικανικής οικογένειας. Μέχρι που τα έξι από τα δώδεκα παιδιά της διαγνώστηκαν με σχιζοφρένεια και τα πάντα ανατράπηκαν. Αυτή είναι η ιστορία της «πιο ψυχικά άρρωστης οικογένειας της Αμερικής»


Η οικογένεια Γκάλβιν έμοιαζε η απόλυτη ενσάρκωση του αμερικανικού ονείρου. Ο πατέρας Ντον Γκάλβιν ήταν ένας βετεράνος στρατιώτης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος πλέον ήταν υψηλόβαθμος αξιωματούχος στην νεοσύστατη Σχολή Αεροπορίας των ΗΠΑ. Η μητέρα, Μίμι Γκάλβιν, ήταν μια πολύ δραστήρια και δυναμική γυναίκα, η οποία ήταν αφοσιωμένη στην ανατροφή των 12 παιδιών τους. Ο Ντον το 1965 είχε μάλιστα βραβευτεί ως ο «Πατέρας της Χρονιάς», ενώ η Μίμι ήταν μια μητέρα, η οποία δεν υπήρχε κάτι που δεν μπορούσε να κάνει για τα παιδιά της και κάθε βράδυ έφτιαχνε κέικ και πίτες για την οικογένειά της.

Ο Ντον και η Μίμι είχαν μια μεγάλη οικογένεια με δέκα όμορφα αγοράκια και δύο ακόμα πιο όμορφα κοριτσάκια γεννημένα όλα από το 1945 έως το 1965. Ζούσαν όλοι μαζί σε ένα μεγάλο σπίτι στην Hidden Valley Road του Κολοράντο και όλος ο κύκλος τους θαύμασε αυτήν την όμορφη, αρμονική οικογένεια με τα παιδιά που ασχολούνταν με το διάβασμα, την μουσική, τον αθλητισμό και το σκάκι. Ωστόσο, πίσω από τις κλειστές πόρτες η ευτυχία και η υποδειγματική οικογένεια ήταν απόλυτα βυθισμένη στην «παράνοια». Δεν άργησε πολύ να γίνει κατανοητό ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τα έξι από τα αγόρια της οικογένειας. Κανείς δεν ήξερε τότε να το ονομάσει, ωστόσο ήταν φανερό ότι μέσα στους τοίχους του μεγάλου σπιτιού είχε φωλιάσει γερά η σχιζοφρένεια.

Όταν ξεκίνησαν όλα…

Όλα έμοιαζαν να κινούν αρμονικά στο μεγάλο σπίτι της Hidden Valley Road. Όμως, όταν ο πρώτος γιος της οικογένειας, Ντόναλντ, ξεκίνησε τις σπουδές του στην ιατρική μαζί ξεκίνησαν και τα σημάδια που προμήνυαν όλα όσα επρόκειτο να έρθουν. Στο πρώτο έτος των σπουδών του ρίχτηκε σε μια φωτιά, ενώ  λίγο αργότερα εμφανίζεται ξανά στο νοσοκομείο γεμάτος αμυχές και εκδορές υποστηρίζοντας ότι προέρχονται από τα νύχια μιας γάτας που σκότωσε «αργά και βασανιστικά» χωρίς να ξέρει γιατί. Σύντομα άρχισε να κυκλοφορεί ολόγυμνος μέσα στο σπίτι, ενώ αρκετά χρόνια μετά θα προσπαθήσει να σκοτώσει την γυναίκα του και τον ίδιο με κυάνιο (κάτι που οι γονείς είχαν αποκρύψει απ’ όλη την οικογένεια).


«Την πρώτη φορά που κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά με τον αδελφό μου ήταν ένα βράδυ όταν χτυπούσε εναγωνίως την πόρτα της κρεβατοκάμαρας των γονιών μας ουρλιάζοντας: “Κατεβείτε όλοι κάτω. Κάποιος προσπαθεί να μας πυροβολήσει! Πρέπει να φύγουμε… Πρέπει να σωθούμε”. Τον θυμάμαι επίσης να ρίχνει αλάτι σε ένα ενυδρείο που είχαμε στο σπίτι δηλητηριάζοντας όλα τα ψάρια ή να κάθεται ολόγυμνος στο κέντρο του καθιστικού μην έχοντας καμία επαφή με το περιβάλλον», λέει σήμερα η Μέρι Γκάλβιν στα 50 της (η οποία έχει αλλάξει το όνομά της σε Λίντσεϊ) για τον Ντόναλντ.

Όμως, δεν ήταν μόνο ο Ντόναλντ. Ο έβδομος γιος της οικογένειας, ο Τζόζεφ, έστελνε απειλητικά γράμματα στον πρόεδρο των ΗΠΑ, ενώ υποστήριζε ότι άκουγε φωνές. Ο ένατος γιος, Μάθιου, πίστευε ότι ήταν ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ. Ο δέκατος γιος, ο Πίτερ, κάποτε έσπασε χωρίς λόγο τα παράθυρα του σπιτιού μπροστά στους γονείς του, ενώ στα 14 του άρχισε να «βρέχει» το κρεβάτι του επειδή «ο διάβολος ήταν κάτω από το σπίτι». Ο τέταρτος γιος, ο Μπράιαν, ένας ταλαντούχος μουσικός της ροκ, πυροβόλησε και σκότωσε την φίλη του ενώ στην συνέχεια αυτοκτόνησε. Και τέλος, ο δεύτερος γιος της οικογένειας, ο Τζιμ, κακοποιούσε σεξουαλικά και τις δύο μικρές του αδερφές επειδή «το να κάνεις κακό είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό».

Αν σήμερα οι άνθρωποι με ψυχικές νόσους αντιμετωπίζουν ακόμα το κοινωνικό στίγμα, η αποδοχή μιας τέτοιας πραγματικότητας την δεκαετία του ’60 ήταν σχεδόν αδιανόητη. Η μητέρα της οικογένειας, Μίμι, αρνούνταν να αποδεχτεί ότι τα μισά παιδιά της αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα και υποστήριζε ότι ήταν απλώς εκκεντρικά και άτακτα, ενώ ο πατέρας Ντον εξαιτίας της δουλειάς του ήταν μονίμως απών από το σπίτι. Όταν τελικά η Μίμι αποδέχθηκε ότι κάτι δεν πήγαινε όντως καλά βάλθηκε να αποδείξει ότι το νερό που έπιναν είχε μόλυβδο και επηρέαζε τα παιδιά της κάτι που διέψευσαν οι χημικές αναλύσεις. Όταν ο Ντόναλντ προσπάθησε να σκοτώσει την γυναίκα του με υδροκυάνιο και να αυτοκτονήσει και ο ίδιος, εισήχθη τελικά σε ψυχιατρείο, η πρώτη από τις περίπου 20 φορές που θα το επισκεπτόταν. Όλη η οικογένεια ήξερε ότι ο Ντόναλντ κατέρρευσε ψυχολογικά, όταν τον παράτησε η γυναίκα του. Μόλις πρόσφατα έμαθαν τι είχε προηγηθεί.

Σε μια εποχή που ακόμα θεωρούσαν ότι η λοβοτομή είναι ενδεικνυόμενη μέθοδος θεραπείας των ανθρώπων με ψυχικές ασθένειες, οι ειδικοί πρότειναν μεγάλες δόσεις αντιψυχωσικών φαρμάκων ώστε τα παιδιά να βρίσκονται σχεδόν μόνιμα σε πλήρη καταστολή.

Τα υπόλοιπα παιδιά

Η ιστορία των Γκάλβιν ήρθε στο φως χάρη στις δύο μικρότερες αδερφές της οικογένειας, την Λίντσεϊ και την Μάργκαρετ. Οι δυο τους προσέγγισαν τον συγγραφέα Ρόμπερτ Κόλκερ, για να καταγράψει όσα έχουν συμβεί στην οικογένειά τους. Το αποτέλεσμα ήταν το βιβλίο «Hidden Valley Road: Inside the Mind of an American Family», το οποίο δεν αποτελεί μόνο μια καταγραφή της ιστορίας των Γκάλβιν, αλλά και μια μελέτη για την αντίληψη γύρω από την σχιζοφρένεια αλλά και πώς επηρεάζει ολόκληρη την οικογένεια.

Τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας παραδέχονται ότι ζούσαν συνεχώς με τον φόβο μήπως είναι οι επόμενοι που θα αρρωστήσουν, ενώ εκτός από την κακοποίηση που δέχτηκαν από τα αδέρφια τους έπρεπε να αντιμετωπίσουν και το γεγονός ότι η φροντίδα τους από τους γονείς περνούσε πάντα σε δεύτερη μοίρα καθώς προείχαν τα έξι αγόρια. Η εγκατάλειψη που ένιωθαν προκάλεσε και στα έξι παιδιά έντονο θυμό απέναντι κυρίως στην μητέρα τους τον οποίο έπρεπε να μάθουν να διαχειρίζονται. Η παρεμβατική μητέρα τους εστίασε σχεδόν απόλυτα την προσοχή της στα έξι της παιδιά που την είχαν ανάγκη, ενώ ο πολυάσχολος πατέρας ήταν σχεδόν μόνιμα απών από το σπίτι και τη ζωή τους. Ακόμα και μετά την σεξουαλική τους κακοποίηση από τον δεύτερο γιο της οικογένειας, τα κορίτσια ένιωθαν ότι η μητέρα τους ήταν ο τελευταίος άνθρωπος στον οποίο θα μπορούσαν να απευθυνθούν.

Το βιβλίο του Κόλκερ αποτελεί μια πλήρη ανάλυση της οικογένειας, καθώς περιέχει συνεντεύξεις και μαρτυρίες από κάθε μέλος της που βρίσκεται εν ζωή συμπεριλαμβανομένου και της μητέρας Μίμι, η οποία πέθανε το 2017 σε ηλικία 91 ετών. Αυτό που είναι πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι κάθε μέλος της οικογένειας βρήκε τον δικό του τρόπο να διαχειριστεί και να αποδεχτεί όλα όσα ζούσαν.

«Η πρώτη μου έκπληξη ήταν όταν μίλησα με την Μάργκαρετ και την Λίντσεϊ. Θεωρούσα ότι οι δυο τους θα είχαν συνασπιστεί για να βοηθήσει η μια την άλλη να ξεπεράσουν τα τραύματά τους, αλλά σύντομα έμαθα ότι ενώ χρειάζονταν η μια την άλλη την ίδια στιγμή  είχαν τελείως διαφορετικούς τρόπους για να επεξεργαστούν όλα όσα είχαν συμβεί. Η Μάργκαρετ έθετε όρια, ενώ η Λίντσεϊ είχε διαγράψει όλα τα δικά της. Όσο όμως τις άκουγα προσεκτικά καταλάβαινα ότι οι ιστορίες τους στο βάθος δεν είχαν τόση διαφορά. Μπορούμε όλοι να ταυτιστούμε με αυτό: Κανείς δεν βιώνει τις εμπειρίες μέσα στην οικογένεια του με τον ίδιο τρόπο όπως οι γονείς ή τα υπόλοιπα αδέρφια», αναφέρει ο συγγραφέας Ρόμπερτ Κόλκερ.

Όπως λέει ο Κόλκερ το ίδιο συνέβη και με κάθε ένα από  τα τέσσερα αγόρια που δεν είχαν σχιζοφρένεια. Ο καθένας είχε σχηματίσει την δική του αντίληψη γύρω από το θέμα και τη ζωή τους. «Ο Ρίτσαρντ είχε εξιδανικεύσει τους γονείς τους. Ο Μαρκ ένιωθε ακόμα απαρηγόρητη απώλεια. Ο Μάικλ επέμενε ότι η ασθένεια των αδερφών του έγινε χειρότερη εξαιτίας της καταπιεστικής οικογένειας. Ο Τζον είχε απομακρυνθεί απ’ όλα εδώ και τόσα πολλά χρόνια που πολλά από αυτά που του θύμιζα του προκαλούσαν έκπληξη. Όλοι όμως μοιράζονταν ένα κοινό αίσθημα φόβου μήπως έχουν και οι ίδιοι μέσα τους κάτι ασταθές. Πόσο ακόμα θα χρειαστεί για να ‘πέσουν’ κι αυτοί, αναρωτιούνταν», τονίζει ο Κόλκερ.

Ο Κόλκερ θυμάται ότι η πιο έντονη συνέντευξη για το βιβλίο ήταν αυτή με την μητέρα της οικογένειας, Μίμι, με την οποία συναντήθηκε λίγες φορές πριν από τον θάνατό της το 2017 (ο πατέρας Ντον είχε πεθάνει το 2003 από καρκίνο). «Η Μίμι ήταν πεισματικά υπερήφανη για τον τρόπο που είχε φροντίσει όλα της τα παιδιά και ήταν ακόμα –στα 91 της πια- πληγωμένη από τις κατηγορίες που είχαν εξαπολυθεί εναντίον της όλα αυτά τα χρόνια καθώς πολλοί ψυχίατροι θεωρούσαν ότι η σχιζοφρένεια οφείλεται στην κακή ανατροφή από τους γονείς χωρίς να δίνουν καμία βαρύτητα στην γενετική. Πολλοί πίστευαν ότι για όλα ευθύνεται η μητέρα, η οποία έχει διεστραμμένο μητρικό ένστικτο. Γι’ αυτό ένιωσε δικαιωμένη δεκαετίες αργότερα όταν οι πιο εξελιγμένες μελέτες ανακάλυψαν ότι τα αίτια της σχιζοφρένειας είναι πολύ βαθιά και ανεξερεύνητα», αναφέρει ο Κόλκερ και συμπληρώνει ότι «Παρ’ όλες τις ατέλειές της και τα ελαττώματά της, η Μίμι κατάφερε κάτι εντυπωσιακό. Ουσιαστικά μπόρεσε να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη. Ο λόγος που δεν ακούμε συχνά οικογένειες που έχουν έξι μέλη με σχιζοφρένεια είναι επειδή είτε είναι ήδη όλοι νεκροί είτε η οικογένεια έχει διαλυθεί και κατακερματιστεί».

Ο Κόλκερ μίλησε πολλές φορές και με τους αδερφούς με σχιζοφρένεια. Οι τρεις πλέον είναι μόνο ζωντανοί. Εκτός από τον Μπράιαν που σκότωσε την σύντροφό του αυτοκτόνησε, δύο ακόμα πέθαναν από κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο (malignant neuroleptic syndrome, MNS), μια θανατηφόρα επιπλοκή των νευροληπτικών φαρμάκων τα οποία τους δίνονταν χωρίς την κατάλληλη παρακολούθηση. Ο Ντόναλντ, ο Ματ και ο Πίτερ όμως μίλησαν μαζί τους.

«Ο Ντόναλντ είχε έναν αέρα ηρεμίας καθώς μιλούσε για την οικογένειά του με περίτεχνους όρους υποστηρίζοντας ότι κατάγεται από ένα χταπόδι! Ο Ματ ήταν γκρινιάρης και ευέξαπτος, αλλά ευγνώμων για όλη την βοήθεια που λαμβάνει. Ο Πίτερ ήταν ένα «φυσικό ταλέντο» παραπλάνησης, παίζοντας τον ρόλο που ήθελε ο καθένας. Περνώντας χρόνο μαζί τους κατάλαβα ότι η ψυχική ασθένεια δεν είναι κάτι συγκεκριμένο. Ακόμα και άτομα από την ίδια οικογένεια, το εκλαμβάνουν τελείως διαφορετικά», τονίζει ο Κόλκερ.

«Η πιο ψυχικά άρρωστη οικογένεια της Αμερικής» και η άγνοια περί σχιζοφρένειας

Ο Κόλκερ με το βιβλίο του επιχειρεί να ρίξει μια αποκαλυπτική ματιά στο πώς αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι και οι επιστήμονες τις ψυχικές ασθένειες και συγκεκριμένα την σχιζοφρένεια. Ανέκαθεν οι επιστήμονες προσπαθούσαν να ανακαλύψουν τι πυροδοτεί τις ψυχικές ασθένειες και όπως και στην περίπτωση των Γκάλβιν οι θεωρίες ήταν πολλές. Πολλοί υποστήριζαν ότι για όλα ευθυνόταν το περιβάλλον που μεγάλωσαν και η παρεμβατική και τελειομανής μητέρα σε συνδυασμό με την μόνιμη απουσία του πατέρα. Άλλοι μιλούσαν για τον βίαιο ανταγωνισμό μεταξύ των αδερφών. Μόνο ύστερα από πρόσφατες ανακαλύψεις οι επιστήμονες συμφώνησαν ότι η γενετική προδιάθεση έχει τον πρωτεύοντα ρόλο, ενώ όλα τα υπόλοιπα μπορούν μόνο να οδηγήσουν σε πρόωρη πυροδότηση.

Όπως αναφέρει και ένα ψυχίατρος που μιλάει στον Κόλκερ: «Αν η κακή ανατροφή από τους γονείς προκαλούσε αυτές τις ασθένειες, όλοι μας θα είχαμε πολύ μεγάλο πρόβλημα».

Φυσικά ακόμα και σήμερα κανείς δεν ξέρει πώς ακριβώς δημιουργείται η γενετική προδιάθεση για μια ψυχική ασθένεια, ούτε αν με τον όρο σχιζοφρένεια εννοούμε πάντα ένα είδος διαταραχή. Οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει αν για τις ψυχικές ασθένειες ευθύνεται ένα μόνο γονίδιο ή πολλά περισσότερα και πώς ακριβώς αυτά πρέπει να συνδυαστούν για να δημιουργηθεί η απόκλιση από την νόρμα.

Η κορυφαία Αμερικανίδα ερευνήτρια στη γενετική και τη σχιζοφρένεια Δρ. Λιν ΝτεΛίζι, η οποία συναντήθηκε με τους Γκάλβιν το 1985 και μελετά μέχρι και σήμερα την οικογένεια υποστηρίζει στον Κόλκερ ότι βρίσκεται πολύ κοντά στην απόδειξη ότι ένα συγκεκριμένο γονίδιο ευθύνεται για την ανάπτυξη της σχιζοφρένειας, ωστόσο οι απόψεις της αντιμετωπίζονται με μεγάλη επιφυλακτικότητα από τους υπόλοιπους επιστήμονες.

Η οικογένεια Γκάλβιν με τα μισά της παιδιά να είναι βυθισμένα στον κόσμο της σχιζοφρένειας τράβηξαν τις τελευταίες δεκαετίες το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας. Οι Γκάλβιν ήταν μία από τις πρώτες οικογένειες που αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας των ΗΠΑ και το γενετικό υλικό τους αποτέλεσε αντικείμενο πολλών ερευνών.

Ύστερα από την μελέτη του DNA των Γκάλβιν σε σύγκριση με αυτό του γενικού πληθυσμού, οι επιστήμονες μπόρεσαν να κάνουν σημαντικά βήματα στην κατανόηση αλλά και στην πρόληψη της σχιζοφρένειας. Τα γονίδιά τους αποτελούν ως και σήμερα αντικείμενο μελέτης με την ελπίδα ότι θα ανακαλυφθούν νέες επιλογές θεραπείας και καινούριοι τρόποι πρόβλεψης της ασθένειας στην πορεία για την εξάλειψή της.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ΝτεΛίζι είπε για εκείνους: «Δεν θα μπορούσα παρά να αναγνωρίσω το τέλειο δείγμα. Αυτή είναι η πιο ψυχικά άρρωστη οικογένεια της Αμερικής».