Μπορεί τελικά ο Τραμπ να μείνει και για δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο;


Τι ορίζει το Σύνταγμα της χώρας σχετικά με την μετάβαση όταν το αποτέλεσμα αμφισβητείται, έστω και μονομερώς; Πόσο πιθανό είναι τελικά ο Τραμπ να παραμείνει στον Λευκό Οίκο για δεύτερη τετραετία;

Δέκα μέρες μετά τις εκλογές των ΗΠΑ και ενώ όλα τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι ο Τζο Μπάιντεν θα είναι πλέον ο νέος πρόεδρος της χώρας από τον ερχόμενο Ιανουάριο, ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να αρνείται να αποδεχθεί το αποτέλεσμα μιλώντας για σκευωρία εναντίον του και κηρύσσοντας νομικό πόλεμο.

Την ίδια ώρα, οι άνθρωποι που περιστοιχίζουν τον Τραμπ στηρίζουν τις προσπάθειές του και υπάρχει έντονη ανησυχία ότι το επιτελείο του θα επιχειρήσει να μείνει ο Τραμπ και για μια δεύτερη τετραετία στον Λευκό Οίκο παρά την ψήφο του λαού και των εκλεκτόρων. Πόσο όμως είναι πιθανό να πετύχει κάτι τέτοιο;

Ο πολιτικός αναλυτής του Guardian από τη Νέα Υόρκη, Σαμ Λεβίν, παραθέτει όλα τα στοιχεία βάσει του αμερικανικού συντάγματος σχετικά με το τι μπορεί να συμβεί από τις προσπάθειες του Τραμπ να υπονομεύσει την διαδικασία και κατά πόσο είναι πιθανό να παραμείνει στον Λευκό Οίκο και για δεύτερη θητεία παρά το εκλογικό αποτέλεσμα.

Τι υποστηρίζει ο Τραμπ

Ήδη πολύ καιρό πριν από τις εκλογές, οι πολιτικοί αναλυτές υποστήριζαν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα αποδεχόταν εύκολα την ήττα του ειδικά αν αυτή ήταν οριακή. Πράγματι από τις πρώτες στιγμές που άρχισε να διαφαίνεται ότι ο αντίπαλός του, Τζο Μπάιντεν, επικρατούσε έστω και οριακά σε ορισμένες πολιτείες που το 2016 είχε πάρει ο Τραμπ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ πέρασε στην αντεπίθεση.

Όπως είχε προβλεφθεί, ο Τραμπ άρχισε να μιλά για εκτεταμένη εκλογική απάτη σε συγκεκριμένες πολιτείες (ουσιαστικά σε όσες έχανε) και να κάνει λόγο για «παράνομες ψήφους». Μέσα από το Twitter άρχισε να «οργανώνει» τους οπαδούς του, ενώ έκανε λόγο για κατάλυση της δημοκρατίας. Φυσικά, για όλες τις καταγγελίες του δεν προσέφερε καμία απόδειξη.

Πολύ σύντομα άρχισε να καταθέτει αγωγές σε διάφορες Πολιτείες ζητώντας είτε να σταματήσει η καταμέτρηση των ψήφων είτε να υπάρξει επανακαταμέτρηση σε μια προσπάθεια να εμποδίσει την επικύρωση των τελικών αποτελεσμάτων των εκλογών που τον δείχνουν ηττημένο. Οι δικαστές στις περισσότερες πολιτείες έχουν ήδη απορρίψει τις αγωγές του. Μόνη διαφορά η Τζόρτζια, όπου ανακοινώθηκε ότι θα γίνει επανακαταμέτρηση με το χέρι όλων των ψήφων.

Την ίδια στιγμή ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Γουίλιαμ Μπαρ , έδωσε εντολή στους εισαγγελείς όλης της χώρας να ξεκινήσουν έρευνες για «βάσιμους ισχυρισμούς» σχετικά με παρατυπίες στις εκλογές. Είναι η πρώτη φορά που ο υπουργός Δικαιοσύνης της χώρας εμπλέκεται σε τέτοιου είδους έρευνες, παρεμβαίνοντας στο έργο των δικαστών κάτι που έχει προκαλέσει ήδη έντονες αντιδράσεις.

Από την πλευρά του και ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία, Μιτς ΜακΚόνελ, ζήτησε να γίνουν έρευνες για τυχόν παρατυπίες στην διαδικασία. «Ο πρόεδρος Τραμπ έχει απόλυτο δικαίωμα να διερευνήσει ισχυρισμούς για παρατυπίες και να σταθμίζει τις νομικές του επιλογές» δήλωσε ο ΜακΚονέλ.

Η προσπάθεια από το «στρατόπεδο» των Ρεπουμπλικάνων και από το στενό επιτελείο του Τραμπ μοιάζει εντατική ωστόσο δεν φαίνεται καθόλου πιθανό να πετύχει.

Ο Ντόναλντ Τραμπ αρνείται να δεχθεί ότι ο  Τζο Μπάιντεν κέρδισε στις εκλογές. Υπάρχει κάποιο παραθυράκι στο Σύνταγμα που του επιτρέπει να στήσει ένα «πραξικόπημα» και να μείνει στον Λευκό Οίκο για ακόμα μια θητεία;

Στην πραγματικότητα όχι. Το Σώμα των Εκλεκτόρων θα συναντηθεί στις 14 Δεκεμβρίου ώστε να δώσει την ψήφο που θα εκλέξει οριστικά τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ και σχεδόν κάθε πολιτεία χρησιμοποιεί την λαϊκή ψήφο, για να συνθέσει το Σώμα των Εκλεκτόρων της.

Θυμηθείτε ΕΔΩ πώς ακριβώς λειτουργεί το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ με τους εκλέκτορες

Μέχρι στιγμής υπολογίζεται ότι ο Μπάιντεν έχει συγκεντρώσει περισσότερους από τους 270 εκλέκτορες που χρειάζεται για να γίνει πρόεδρος. Η νίκη του δεν εξαρτάται από μια μόνο πολιτεία καθώς έχει αδιαμφισβήτητο προβάδισμα στο Μίσιγκαν, τη Νεβάδα, το Ουισκόνσιν, την Πενσιλβάνια και την Αριζόνα.

Ήδη πριν από τις εκλογές κυκλοφορούσε μια άκρως τραβηγμένη θεωρία από το «στρατόπεδο» των Ρεπουμπλικάνων ότι σε πολιτείες που ελέγχονται από Ρεπουμπλικάνους, όπως το Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν και η Πενσιλβάνια, το νομοθετικό σώμα (Βουλή - Γερουσία) θα μπορούσε να ορίσει εκλέκτορες που θα πήγαιναν ενάντια στην λαϊκή ψήφο. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι επιτρέπουν στο νομοθετικό σώμα να κάνει κάτι τέτοιο αν οι πολιτείες «αποτύχουν να κάνουν μια ξεκάθαρη επιλογή» ως την ημέρα που θα συνεδριάσει το Σώμα των Εκλεκτόρων στις 14 Δεκεμβρίου. Ωστόσο, μέχρι και σήμερα δεν έχει παρασχεθεί καμία απόδειξη συστημικής απάτης σε καμία από αυτές τις πολιτείες και τα ποσοστά με τα οποία προηγείται ο Μπάιντεν δείχνουν ότι οι πολίτες έκαναν ξεκάθαρα την επιλογή τους. Σύμφωνα μάλιστα με τα τελευταία στοιχεία της καταμέτρησης, ο Μπάιντεν προηγείται πλέον σε όλες κατά δεκάδες χιλιάδες ψήφους και όχι απλώς χιλιάδες.

«Αν η χώρα συνεχίσει να ακολουθεί το γράμμα του νόμου, δεν υπάρχει κανένα λογικό συνταγματικό μονοπάτι που μπορεί να πάρει ο Τραμπ για να παραμείνει πρόεδρος εκτός αν φέρει αποδείξεις για κάποιο τεράστια δυσλειτουργία του εκλογικού συστήματος σε πολλές πολιτείες», αναφέρει στον Guardian ο Ρίτσαρντ Χάσεν, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Ίρβιν της Καλιφόρνιας, ο οποίος ειδικεύεται στον εκλογικό νόμο. «Θα ήταν μια ξεκάθαρη αντιδημοκρατική επιβολή δύναμης το να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει το νομοθετικό σώμα για να αλλάξει τις ψήφους των πολιτών και δεν περιμένω να γίνει κάτι τέτοιο», συμπληρώνει.

Αν μια πολιτεία επιλέξει να προσπεράσει την ξεκάθαρη ψήφο των πολιτών και ορίσει δικούς της εκλέκτορες πιθανότατα θα προκαλούσε τεράστια κατακραυγή, κάτι που κανείς πολιτικός δεν θα ήθελε. Για να μπορέσει ο Τραμπ να κερδίσει το Σώμα των Εκλεκτόρων θα έπρεπε να προχωρήσουν σε αυτήν την κίνηση αρκετές πολιτείες κι όχι μόνο μια κάτι που κάνει ακόμα πιο απίθανο το γεγονός καθώς θα υποδήλωνε μια πραγματική κρίση της δημοκρατίας στη χώρα.

«Υπάρχει μια περίεργη γοητεία για αυτά τα διάφορα αρνητικά σενάρια, τα οποία εμπλέκουν πολιτικούς-αποστάτες, αλλά αυτό είναι περισσότερο δυστοπική μυθοπλασία παρά κάτι που μπορεί να γίνει», αναφέρει ο Ρίτσαρντ Πιλντς, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Η ειρωνεία ή η τραγωδία είναι ότι καταφέραμε να διεξάγουμε μια αρκετά ομαλή εκλογική διαδικασία με συμμετοχή – ρεκόρ υπό πολύ δύσκολες συνθήκες λόγω κοροναϊού. Κι όμως αρκετοί υποστηρικτές του Προέδρου έχουν τώρα πειστεί ότι η διαδικασία ήταν προβληματική», συνεχίζει.

Από την πλευρά του ο Μπάρι Μπέρνεν, ειδικός του πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν, υποστηρίζει ότι αυτό είναι ένα «εξαιρετικά απίθανο σενάριο, όμως και μόνο το γεγονός ότι κάποιοι το αναφέρουν είναι ανησυχητικό (…) Πιστεύαμε ότι η αμερικανική δημοκρατία έχει φτάσει σε ένα σημείο ωριμότητας στο οποίο δεν θα βλέπαμε τέτοιες συμπεριφορές», ανέφερε καθώς όπως λέει ο ορισμός εκλεκτόρων αντίθετων με τη θέληση του λαού θα είναι «αντίθετο με κάθε κανόνα και διαδικασία ορισμού του προέδρου».

Υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι Ρεπουμπλικάνοι του νομοθετικού σώματος σε αυτές τις πολιτείες θα συμφωνήσουν να ακολουθήσουν την «γραμμή» Τραμπ;

Πολύ σύντομα μετά τα πρώτα αποτελέσματα των εκλογών, ο Τζέικ Κόρμαν, ο ισχυρότερος Ρεπουμπλικάνος στην Γερουσία της Πενσιλβάνιας, ανέφερε ότι το κόμμα του «θα ακολουθήσει τον νόμο» στην πολιτεία, σύμφωνα με τον οποίο οι εκλέκτορες θα οριστούν βάσει της λαϊκής ψήφου. Μάλιστα, ο Κόρμαν σε ένα άρθρο του τον Οκτώβριο ανέφερε ότι το νομοθετικό σώμα της Πενσιλβάνιας «δεν έχει και δεν θα έχει λόγο στην επιλογή των εκλεκτόρων της πολιτείας ή στην απόφαση της έκβασης των προεδρικών εκλογών».

Ωστόσο, την περασμένη Τρίτη οι Ρεπουμπλικάνοι στο νομοθετικό σώμα της Πενσιλβάνιας ανέφεραν ότι ήθελαν να ερευνήσουν τις καταγγελίες για εκλογική απάτη. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν παρανομίες στις εκλογές της πολιτείας, ωστόσο η κίνηση αυτή είναι ανησυχητική καθώς θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας προσπάθειας να υπονομεύσει την λαϊκή ψήφο στην Πενσιλβάνια. Παράλληλα, και η ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικάνους Βουλή και Γερουσία στο Μίσιγκαν επίσης δήλωσαν ότι ερευνούν την εκλογική διαδικασία, όπως και οι συνάδερφοί τους στο Ουισκόνσιν. Σε καμία από αυτές τις περιοχές δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι υπήρξαν παράνομες ενέργειες.

Οι κινήσεις αυτές συνδέονται με τις αγωγές που καταθέτει ο Τραμπ;

Από την πρώτη μέρα των εκλογών το επιτελείο του Τραμπ ξεκίνησε να καταθέτει μια σειρά από αμφίβολες αγωγές. Ο στόχος αυτών των αγωγών δεν φαίνεται να είναι στην πραγματικότητα η ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος, αλλά η προσπάθεια να δημιουργήσουν μια αβεβαιότητα και να παρατείνουν την καταμέτρηση των ψήφων.

Κάθε πολιτεία έχει τα δικά της χρονικά όρια για να επικυρώσει το αποτέλεσμα των εκλογών, το οποίο στη συνέχεια θα χρησιμοποιηθεί για να κατανείμει τις ψήφους του εκλεκτορικού σώματος. Σε τουλάχιστον δύο πολιτείες, την Πενσιλβάνια και το Μίσιγκαν, το επιτελείο του Τραμπ προσπαθεί να εμποδίσει τις αρχές από την επικύρωση του αποτελέσματος.

Το χρονικό πλαίσιο για την επικύρωση είναι σημαντικό καθώς σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο αν το αποτέλεσμα δεν επικυρωθεί μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου τότε αυτό θα θεωρηθεί οριστικό. Αυτό παρέχει μια ασπίδα προστασίας έναντι του Κογκρέσου, το οποίο είναι υπεύθυνο για τον διαμοιρασμό των εκλεκτορικών ψήφων, ώστε να μην αμφισβητήσει τα αποτελέσματα των εκλογών. Παρατείνοντας την διαδικασία ο Τραμπ ίσως προσπαθεί να περάσει την χρονική προθεσμία και να  δημιουργήσει ακόμα περισσότερους λόγους για αμφισβήτηση του αποτελέσματος.

Πάντως σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Πιλντς ακόμα και αν το επιτελείο του Τραμπ ελπίζει σε κάτι τέτοιο, είναι αμφίβολο ότι τα δικαστήρια θα επέμβουν.

«Οι πολιτείες θα αρχίσουν να πιστοποιούν το σύνολο των ψήφων σε λιγότερο από δέκα μέρες και δεν υπάρχει καμία βάση στους ισχυρισμούς που έχουν γίνει ώστε τα δικαστήρια να σταματήσουν την διαδικασία», αναφέρει.

Αν συμβεί το χειρότερο σενάριο και οι προσπάθειες των Ρεπουμπλικανών ευοδωθούν και παρακάμψουν την ψήφο του κόσμου σε αρκετές πολιτείες, υπάρχει κάποιο άλλο εμπόδιο για να σταματήσει τον Τραμπ;

Ναι υπάρχει, αναφέρει ο πολιτικός αναλυτής του Guardian, Σαμ Λεβίν. Το Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν, η Πενσιλβάνια και η Νεβάδα έχουν όλες Δημοκρατικούς κυβερνήτες, οι οποίοι θα αρνούνταν να δώσουν την τελική έγκριση, ως οφείλουν, σε ένα σώμα εκλεκτόρων υπέρ του Τραμπ την στιγμή που η λαϊκή ψήφος έδειξε ότι ο Μπάιντεν κέρδισε στις πολιτείες τους. Αντιθέτως, θα υπέβαλλαν ένα σώμα εκλεκτόρων υπέρ του Μπάιντεν ακολουθώντας την λαϊκή ψήφο.

Στη συνέχεια θα έπρεπε το Κογκρέσο, το οποίο έχει την ευθύνη για την καταμέτρηση των ψήφων από το Σώμα των Εκλεκτόρων, να αποφασίσει τι θα κάνει. Ο νόμος που καθορίζει την διαδικασία σχετικά με το πώς το Κογκρέσο πρέπει να διαχειριστεί μια αντιδικία σχετικά με τους εκλέκτορες είναι αρκετά μπερδεμένος, αλλά οι ειδικοί θεωρούν ότι το σώμα εκλεκτόρων που έχει οριστεί από τον κυβερνήτη μιας πολιτείας είναι αυτό που θεωρείται πιο νόμιμο. Υπάρχει ωστόσο μια αντίθετη θεωρία σύμφωνα με την οποία ο πρόεδρος της Γερουσίας (και Αντιπρόεδρος), Μάικ Πενς, θα έπρεπε να ελέγξει όλη την διαδικασία. Μια αντιδικία σχετικά με τους εκλέκτορες μεταξύ της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας είναι το χειρότερο σεμινάριο που θα μπορούσε να συμβεί και τότε θα έπρεπε να παρέμβει το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.

Ανεξάρτητα από το πόσο πολύ μπορεί να διαρκέσει η αντιδικία, το Σύνταγμα έχει μια τελική καταληκτική ημερομηνία. Ακόμα και αν η διαδικασία της καταμέτρησης συνεχίζεται, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγουν το μεσημέρι της 20ης Ιανουαρίου. Σε εκείνο το σημείο αν δεν υπάρχει ένα οριστικό αποτέλεσμα και η νομική διαμάχη συνεχίζεται, ο εκπρόσωπος της Βουλής των Αντιπροσώπων – στην συγκεκριμένη περίπτωση η Δημοκρατική Νάνσι Πελόσι- θα γίνει ο εν ενεργεία πρόεδρος.

«Είναι πιθανό ο Ντόναλντ Τραμπ να μην αναγνωρίσει ποτέ την ήττα του», εκτίμησε ο Μπέρντεν. «Εξακολουθεί να αμφισβητεί τα αποτελέσματα των εκλογών του 2016, αν και κέρδισε (σημ. ο Τραμπ υποστηρίζει ότι το 2016 κέρδισε και την λαϊκή ψήφο παρόλο που η Χίλαρι Κλίντον είχε λάβει περίπου 3 εκατ. ψήφους περισσότερες) οπότε σε αυτή την περίπτωση είναι πιθανό να τις αμφισβητεί την υπόλοιπη ζωή του».

Πάντως, όπως τονίζει ο Μπέρντεν αυτό δεν σημαίνει ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν θα ορκιστεί στις 20 Ιανουαρίου 2021, όμως θα τροφοδοτεί τις αμφισβητήσεις στην πλευρά των Ρεπουμπλικάνων και ενδέχεται να «απονομιμοποιήσει» τη νίκη του υποψήφιου των Δημοκρατικών, σημείωσε ο ειδικός. «Ίσως αυτός να είναι ο μόνος στόχος της προεκλογικής ομάδας του Τραμπ», εκτίμησε.

Ο Τζον Φόρτιερ, ειδικός σε θέμα εκλογών στο Bipartisan Policy Center, δήλωσε από την πλευρά του «απολύτως πεπεισμένος ότι θα υπάρξει ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας, ακόμη κι αν δεν είναι η πιο φιλική ή η πιο ομαλή».

«Θα ήταν καλύτερο να αναγνωρίσει την ήττα του, αλλά αν καθυστερήσει η μετάβαση, δεν θα είναι το τέλος του κόσμου», σημείωσε.