Κωνσταντίνος Μπρουμίδης: Ο Ελληνοϊταλός ζωγράφος του Καπιτωλίου


Ο γιός του μετανάστη από τα Φιλιατρά που θεωρείται ο «Μιχαήλ Άγγελος των ΗΠΑ». Έργα του κοσμούν το Καπιτώλιο και τον Λευκό Οίκο

Η εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο, πέραν όλων των άλλων, έφερε και το κτίριο  στα φώτα της δημοσιότητας. Η πλειονότητα είδε για πρώτη φορά το εσωτερικό του συμβόλου της αμερικάνικης δημοκρατίας και τις εντυπωσιακές τοιχογραφίες που το διακοσμούν. Περίοπτη θέση στη συλλογή του Καπιτωλίου κατέχει η τοιχογραφία «Η αποθέωση του Τζορτζ Ουάσιγκτον» που κοσμεί τον επιβλητικό θόλο του κτιρίου. Είναι ένα από τα έργα που φιλοτέχνησε στο εσωτερικό του κτιρίου ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Μπρουμίδης, ο γιος του μετανάστη από τα Φιλιατρά που έφτασε να αποκαλείται «Μιχαήλ Άγγελος των ΗΠΑ».

Από τη Ρώμη στη Νέα Υόρκη

Ο Κωνσταντίνος Μπρουμίδης γεννήθηκε το 1806 στη Ρώμη. Ήταν γιος του Σταύρου Μπρουμίδη από τα Φιλιατρά, ο οποίος έφυγε για την Ιταλία λίγο πριν ή λίγο μετά τα Ορλωφικά (1770), για να αποφύγει τους διωγμούς των Τούρκων, και της Ιταλίδας 'Αννα Μπιανκίνι.

Ο Κωνσταντίνος σε πολύ μικρή ηλικία έδειξε το σπάνιο ταλέντο του. Σε ηλικία 13 ετών γράφτηκε στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά της Ρώμης. Αργότερα μαθήτευσε δίπλα στον σπουδαίο Αντόνιο Κανόβα και τον Μπερτέλ Τόρβαλντσεν. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα τέχνης σε διάφορα μουσεία και μαθήτευσε δίπλα σε διακεκριμένους ζωγράφους, που δημιουργούσαν  τοιχογραφίες. Έτσι, μαζί με άλλους ζωγράφους, ανέλαβε την αποκατάσταση των τοιχογραφιών του Ραφαήλ στο Βατικανό. Την ίδια εποχή φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του Πάπα Πίου Θ’. Η γαλλική εισβολή και η κατάληψη της Ρώμης από γαλλικές δυνάμεις το 1849 οδήγησαν τον Μπρουμίδη να περάσει τον Ατλαντικό και να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Το 1852 απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα.

Εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και αρχικά βιοποριζόταν ζωγραφίζοντας πορτραίτα πλουσίων. Στα επόμενα χρόνια όμως ασχολήθηκε με τοιχογραφίες κτιρίων και ναών. Το 1854 ταξίδεψε στο Μεξικό για να φιλοτεχνήσει μια αλληγορική παρουσίαση της Αγίας Τριάδας στον κεντρικό Καθεδρικό της πρωτεύουσας της χώρας. Ακολούθησαν έργα του σε ναούς στη Νέα Υόρκη και τη Βαλτιμόρη.

Το έργο του στο Καπιτώλιο

Στα μέσα του 1850 επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Καπιτώλιο και γνωρίστηκε με τον στρατηγό Μοντογκόμερ Μέιγκς ο οποίος επέβλεπε την ολοκλήρωση του θόλου και της ροτόντας του κτιρίου. Του πρότεινε να συμμετάσχει στη διακόσμηση των εσωτερικών χώρων και δέχθηκε.

Ξεκίνησε να ζωγραφίζει ένα μικρό δωμάτιο συσκέψεων στο τμήμα Γεωργίας. Έπαιρνε οκτώ δολάρια την ημέρα τα οποία με την παρέμβαση του τότε υπουργού πολέμου των ΗΠΑ, Τζέφερσον Ντέιβις αυξήθηκαν σε δέκα. Το έργο του εντυπωσίασε και σταδιακά του ανατέθηκαν μεγαλύτεροι χώροι. Τελικά έφτασε στη θέση του επίσημου κυβερνητικού ζωγράφου.

Το κεντρικό του έργο ήταν η διακόσμηση του θόλου στη ροτόντα του Καπιτωλίου. Εκεί φιλοτέχνησε την «Αποθέωση του Τζορτζ Ουάσινγκτον» και την «Τοιχογραφία της Αμερικανικής Ιστορίας». Το πρώτο έργο θεωρείται και το σημαντικότερο του. Ο Μπρουμίδης το ξεκίνησε το 1864, λίγο πριν τέλος του Αμερικανικού Εμφυλίου. Για να το ολοκληρώσει εργάστηκε επί έντεκα μήνες πάνω σε σκαλωσιές  και πληρώθηκε με το ποσό των 40.000 δολαρίων.


Ο Ουάσιγκτον απεικονίζεται σαν θεός στον ουρανό, ντυμένος με μωβ ένδυμα. Δεξιά και αριστερά του στέκονται οι θεές της Νίκης και της Ελευθερίας, ενώ περιτριγυρίζεται από φιγούρες όπως η Θεά Αθηνά, που συμβολίζει τη σοφία και ο Θεός Ήφαιστος, που εκπροσωπούσε την ακμάζουσα βιομηχανική παραγωγή. Επίσης δούλεψε σε άλλα μέρη του κτιρίου με πιο χαρακτηριστικό τους διαδρόμους της Γερουσίας όπου πλέον είναι γνωστοί ως «Διάδρομοι Μπρουμίδη». Εργάστηκε στο Καπιτώλιο για 25 ολόκληρα χρόνια και συνολικά, τοιχογράφησε περισσότερα από 1.500 τ.μ. του κτιρίου.

Οι αναγεννησιακές του επιρροές (Μιχαήλ Άγγελος, Ραφαήλ), σε συνδυασμό με τις ρομαντικές τάσεις της εποχής του, είναι φανερές στα έργα του Μπρουμίδη, και για αυτό οι κριτικοί τέχνης τον αποκάλεσαν «Μιχαήλ Άγγελο των ΗΠΑ».

Ζωγράφισε επίσης τη μορφή της Ελευθερίας στον Λευκό Οίκο, τον Χριστόφορο Κολόμβο με την Ινδιάνα, το πορτραίτο του Τόμας Τζέφερσον και το δωμάτιο του προέδρου. Πέθανε το 1880 και μέχρι το τέλος της ζωής του εργαζόταν στο Καπιτώλιο. Ο τάφος του ήταν άγνωστος για 72 ολόκληρα χρόνια, ώσπου βρέθηκε το 1952 στο νεκροταφείο Γκλένγουντ της Ουάσιγκτον. Στην επιτύμβια στήλη αναφερόταν ως Ιταλός πρόσφυγας. Τον τάφο εντόπισε η Μάιτλ Τσένι Μέρντοκ, ξεναγός του Καπιτωλίου που αναζήτησε στοιχεία για τη ζωή του ζωγράφου και έγραψε τη βιογραφία του.

«Πέθανε φτωχός αλλά πόσο πλούσια κληρονομιά μας άφησε;»

Στις 24 Φεβρουαρίου 1880, ο Γερουσιαστής Βόρχες είχε πει για εκείνον σε ομιλία του: «Θα μου επιτρέψετε να κάνω μικρή μνεία της θαυμαστής ιδιοφυΐας, που επί τόσο πολύ χρόνο, τόσο ευγενικά και τόσο ωραία είναι συνυφασμένη με το Καπιτώλιο. Πέθανε φτωχός, χωρίς να έχει αρκετά χρήματα ούτε για να ταφεί το εξασθενημένο κορμί του και εν τούτοις πόσο πλούσια κληρονομιά άφησε στην παρούσα και στις μέλλουσες γενεές. Σχεδόν περισσότερο του ενός τετάρτου του αιώνα πέρασε ανάμεσα σ΄ αυτούς τους τοίχους, από το υπόγειο μέχρι τον θόλο, αφήνοντας δημιουργίες αθάνατης ομορφιάς, οπουδήποτε ακούμπαγε το χέρι του. Οπουδήποτε στάθηκε μπροστά σε ένα πανό ή σ΄ οποιοδήποτε μέρος του ταβανιού αιωρείτο, εκεί αναπηδούσαν οι λαμπερές δημιουργικές μορφές του γόνιμου και γιομάτου μόρφωση εγκεφάλου του. Ο Μπρουμίδης κατά τις ημέρες του θανάτου του ασχολείτο με εκείνο που θεωρούσε το μεγαλύτερο έργο της ζωής του. Με τη μαγική δύναμη της μεγαλοφυΐας του ζωγράφιζε στο θόλο του Καπιτωλίου τις πολύ πολύχρωμες σελίδες της Ιστορίας».

Τον Απρίλιο του 2007, η Αμερικάνικη κυβέρνηση διοργάνωσε τελετή για να τιμήσει τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από την ημέρα της γεννήσεώς του. Την επόμενη χρονιά το Κογκρέσο απένειμε το τιμητικό χρυσό μετάλλιο στον Μπρουμίδη το οποίο πλέον έχει τοποθετηθεί ως έκθεμα στην πτέρυγα των επισκεπτών.

Το 2019 της ελληνικής και της ιταλικής διασποράς συγκεντρώθηκαν στην Ανάπολις του Μέριλαντ για να γιορτάσουν τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του μεγάλου Ελληνοϊταλού ζωγράφου.