Ανθρώπινες ψυχές στο σφυρί


Για να πληρώσει τα χρέη του από τον τζόγο ο Πιρς Μίζι Μπάτλερ έβγαλε στο σφυρί 436 σκλάβους του. Αυτή είναι η συγκλονιστική ιστορία της μεγαλύτερης δημοπρασίας ανθρώπων στην ιστορία των ΗΠΑ

«Αν η σκλαβιά δεν είναι λάθος τότε τίποτα δεν είναι λάθος» είχε πει ο Αβραάμ Λίνκλον. Στον αμερικανικό Νότο όμως θεωρούσαν ότι η ιδιοκτησία ανθρώπινων ψυχών είναι όχι μόνο δικαίωμα του αλλά και λόγος να περηφανεύονται. Μόλις δύο χρόνια πριν ξεσπάσει ο Αμερικάνικός Εμφύλιος στην Σαβάνα της Τζόρτζια πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη δημοπρασία σκλάβων στην ιστορία της χώρας. Οι λεπτομέρειες συγκλονίζουν μέχρι σήμερα.

Η οικογένεια Μπατλερ

Ο πατριάρχης της οικογένειας, ο ήρωας της αμερικανικής επανάστασης και γερουσιαστής Πίρς Μπάτλερ διέθετε μια τεράστια περιουσία. Περίπου 10.000 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης κυρίως με βαμβάκι και ρύζι στην πολιτεία της Τζόρτζια και ακίνητα στην Φιλαδέλφεια της Πενσιλβάνια. Είχε όμως και πάνω από χίλιους σκλάβους. Θεωρούταν ένας από τους ισχυρότερους ιδιοκτήτες σκλάβων σε ολόκληρο των αμερικανικό Νότο.

Είχε διακόψει κάθε επαφή με τον γιό του και στα τέλη του 1820 αποφάσισε να αφήσει την περιουσία στα δύο εγγόνια του. Ο Πρις και ο Τζον Μίσι θα μοιράζονταν τον πλούτο του με την προϋπόθεση να αλλάξουν επίσημα το επώνυμο τους σε Μπάτλερ.

Ο Πιρς κληρονόμησε μέρος των εκτάσεων, ακίνητα και όλους τους σκλάβους. Το 1834 παντρεύτηκε τη διάσημη βρετανίδα ηθοποιό Φάνι Κέμπλ. Απέκτησαν δύο κόρες τη Σάρα και τη Φράνσις.

Αρχικά ζούσαν στη Φιλαδέλφεια αλλά στα τέλη του 1838 μετακόμισαν στις φυτείες στην Τζόρτζα. Η Κεμπλ έπαθε σοκ από τις συνθήκες διαβίωσης των σκλάβων και ζήτησε από τον σύζυγο της να λάβει μέτρα. Όταν αυτός αρνήθηκε ουσιαστικά ο γάμος τελείωσε. Το ζευγάρι χώρισε το 1845 με την τελευταία σταγόνα να είναι μια απιστία του Μπάτλερ για την οποία έμαθε η Κεμπλ. Τα κορίτσια έμειναν με τον πατέρα της.


Το 1863, με τον αμερικανικό εμφύλιο να μαίνεται, η Κεμπλ θα κυκλοφορούσε ένα βιβλίο για τα όσα έζησε τη φυτεία. Έδινε λεπτομέρειες για τη ζωή των σκλάβων και τη θηριώδη συμπεριφορά απέναντι τους και αποκάλυπτε πώς ο επιστάτης του άντρα της, Ρόσγουελ Κινγκ τζούνιορ εκμεταλλευόταν σεξουαλικά τις σκλάβες με τις οποίες μάλιστα είχε αρκετά παιδιά.

Μετά το διαζύγιο η ζωή του  Πιρς Μπάτλερ πήρε οριστικά την κατιούσα. Εθίστηκε στον τζόγο και τη... μεγάλη ζωή. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα συσσώρευσε τεράστια χρέη. Πούλησε αρχικά την έπαυλη στη Φιλαδέλφεια αλλά τα χρήματα δεν έφταναν. Αποφάσισε λοιπόν να βγάλει στο σφυρί τους μισό εργατικό δυναμικό των φυτειών του. Ανακοίνωσε ότι θα πουλήσει 436 σκλάβους στη μεγαλύτερη δημοπρασία που έγινε ποτέ στο έδαφος των ΗΠΑ. Έβαλε μόνο έναν όρο: Οι οικογένειες δεν θα χωρίζονταν και πωλούνταν μαζί και όχι ξεχωριστά.

Παροξυσμός στη Σαβάνα

Τη διοργάνωση της δημοπρασίας ανέλαβε ο έμπορος σκλάβων Τζόσεφ Μπράιαν. Θα πραγματοποιούταν το διήμερο 2-3 Μαρτίου 1859 σε έναν ιππόδρομο κοντά στην πόλη Σαβάνα της Τζόρτζια. Ο Μπράϊαν διαφήμιζε, για μέρες στον τοπικό Τύπο, τη δημοπρασία και προσέλκυσε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Τα ξενοδοχεία στη Σαβάνα κατακλύστηκαν από υποψήφιος αγοραστές οι οποίοι μάλιστα διοργάνωναν και πάρτι. Οι 436 σκλάβοι μεταφέρθηκαν από τις φυτείες σε ομάδες έως και τέσσερις μέρες πριν την έναρξη της δημοπρασίας. Είχαν μαζί τους μόνο ένα κουτί με ρούχα και προσωπικά αντικείμενα και έμειναν σε στάβλους. Κοιμούνταν στο χώμα και έτρωγαν ελάχιστα. Ο καιρός ήταν παγωμένος και δεν σταματούσε να βρέχει κάτι που έκανε τις συνθήκες ακόμα πιο τραγικές.

Οι υποψήφιοι αγοραστές είχαν το δικαίωμα να πάνε στον στάβλο και να δουν από κοντά τους στοιβαγμένους ανθρώπους. Να τους εξετάσουν όπως εξέταζαν τα ζώα ώστε να κρίνουν αν θα καταθέσουν προσφορά.

American Civilization Illustrated

Τις ημέρες πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας στη Σαβάνα βρέθηκε ο δημοσιογράφος της New York Daily Tribune, Μόρτιμερ Τόμπσον. Κατάφερε να διεισδύσει σε παρέες υποψηφίων αγοραστών και παρακολούθησε όλη τη διαδικασία. Στις 9 Μαρτίου 1859 δημοσίευσε στην εφημερίδα του ένα εκπληκτικό άρθρο 9.000 λέξεων με τον ειρωνικό τίτλο «American Civilization Illustrated» (Ο αμερικάνικός πολιτισμός αποτυπωμένος). Το κείμενο συγκλόνισε το κοινό στον Βορρά και δημοσιεύθηκε ξανά δύο μέρες μετά. Το αναδημοσίευσαν εφημερίδες στην Αγγλία και στη Νότια Αφρική και κυκλοφόρησε και ως φυλλάδιο από την «Αμερικανική Κοινότητα Κατά Της Σκλαβιάς». Στο κείμενο, πέρα από λεπτομέρειες για τα διαδικαστικά και τους αγοραστές παρουσιάζονται ιστορίες συγκεκριμένων πωλήσεων αλλά και στιχομυθίες μεταξύ των ιδιοκτητών σκλάβων. Το άρθρο του Τόμπσον ενέτεινε το μίσος και την οργή για τις τακτικές του Νότου με την κοινή γνώμη να έρχεται ακόμα πιο κοντά στη λύση της ένοπλης διαμάχης.

Η συγκλονιστική αφήγηση

Η ομάδα του janus.gr εντόπισε το αυθεντικό άρθρο του 1859 και σας παρουσιάζει μερικά συγκλονιστικά αποσπάσματα.

«Η μεγαλύτερη πώληση ανθρώπων-σκλάβων που έγινε ποτέ στην Αμερική πραγματοποιήθηκε κοντά στην πόλη της Σαβάνα, στην Τζόρτζια. Το ανθρώπινο εμπόρευμα αποτελούταν από 436 άντρες, γυναίκες και παιδιά. Το μισό δυναμικό της παλιάς φυτείας του ταγματάρχη Μπάτλερ που πέρασε στα χέρια ενός από τους δύο κληρονόμους του, μετά τον θάνατο του. Η περιουσία του υπολογιζόταν πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια. Οι σκλάβοι ήταν πλέον ιδιοκτησία του Πιρς Μπάτλερ και βγήκαν στο σφυρί για να πληρώσει τα χρέη του. Ο ίδιος ο κ.Μπάτλερ έδωσε το παρών στη διαδικασία.

Για πολλές μέρες πριν τη δημοπρασία τα ξενοδοχεία στη Σαβάνα γέμισαν με υποψήφιος αγοραστές σκλάβων από τη Βόρεια και τη Νότια Καρολίνα, την Βιρτζίνια, την Τζόρτζια, την Αλαμπάμα και τη Λουιζιάνα. Για μέρες το μόνο που άκουγες στα μπαρ και τα λόμπι των ξενοδοχείων ήταν οι συζητήσεις για τις υποθέσεις του κ.Μπάτλερ και τις τιμές των σκλάβων.

Το γραφείο του Τζόσεφ Μπράιαν, του δουλεμπόρου που είχε αναλάβει την οργάνωση της δημοπρασίας, κατακλυζόταν από ενδιαφερόμενους που ήθελαν να μάθουν πληροφορίες.

Οι σκλάβοι ήρθαν από δύο φυτείες. Οι περισσότεροι ήταν εργάτες σε καλλιέργειες ρυζιού και μπαμπακιού όμως υπήρχαν και ξυλουργοί, σιδηρουργοί και τσαγκάρηδες. Κανείς δεν ήταν ανοιχτόχρωμος, αν εξαιρέσεις ελάχιστους οι υπόλοιποι ήταν να είχαν βγει μόλις από τα βάθη του Κονγκό.

Είναι αλήθεια ότι πωλούνταν ανά οικογένεια. Οικογένεια όμως σήμαινε η μητέρα, ο πατέρας και τα παιδιά. Όχι και τα αδέλφια ή οι παππούδες. Και φυσικά κανείς δεν υπολόγιζε τα ζευγάρια που δεν είχαν παντρευτεί επίσημα. Πόσες καρδιές χωρίστηκαν από αυτή τη διαδικασία κανείς δεν μπορεί να πει.

Τους έφεραν στη Σαβάνα σε ομάδες και τους ανέλαβε ο Μπράιαντ. Τους έβαλαν να μείνουν στους στάβλους των αλόγων. Η κάθε οικογένεια είχε μαζί της ένα ή περισσότερα κουτιά. Εκεί κρατούσαν λίγα ρούχα και κάποια προσωπικά αντικείμενα, όπως τσίγκινα πιάτα και ποτήρια.

Κοιμόντουσαν και έτρωγαν στο έδαφος. Τους έδιναν ρύζι και φασόλια και κάποιες φορές ένα κομμάτι καλαμποκόψωμο ή λίγο μπέικον. Κάποιοι κάθονταν ακίνητοι και κοιτούσαν στο κενό, λίγοι έκλαιγαν. Ήταν ντυμένοι με κάθε είδος κουρελιού και κάθε είδος χρώματος. Οι γυναίκες φορούσαν τουρμπάνια. Τα παιδιά ήταν φανερά πιο προσεγμένα και καλύτερα ντυμένα. Το πιο μικρό ήταν μόλις 15 ημερών.

Κάποιοι από τους σκλάβους έμειναν πάνω από μια εβδομάδα στους στάβλους. Οι τελευταίοι που ήρθαν έμειναν τέσσερις μέρες. Τους έφεραν νωρίτερα για να τους ελέγξουν οι αγοραστές.

Τους εξέτασαν σαν να είναι ζώα. Τους άνοιγαν το στόμα για να δουν τα δόντια τους, τους τσιμπούσαν τους μυς και τους έβαζαν να περπατήσουν και να σκύψουν. Τους ζητούσαν να κάνουν διάφορες κινήσεις και κοιτούσαν προσεκτικά το σώμα τους για τυχόν τραυματισμούς. Πέραν όμως από αυτό τους έκαναν ένα σωρό ερωτήσεις για τις ικανότητες τους και το παρελθόν τους. Υπέμεναν όλη αυτήν την εξευτελιστική διαδικασία με στωικότητα και προσπαθούσαν να δείξουν ότι έχουν καλούς τρόπους.

Αν έβλεπαν κάποιον αγοραστή που συμπαθούσαν δεν απευθύνονταν στο συναίσθημα του. Του έλεγαν ότι τα λεφτά του θα πιάσουν τόπο αν αγοράσει την οικογένεια τους. «Κοίτα με αφέντη, είμαι ο καλύτερος εργάτης ρυζιού, δεν θα βρεις καλύτερο από εμένα. Η γυναίκα μου είναι το ίδιο καλή με εμένα, να δείτε τα χέρια της» έλεγαν. Εγκωμίαζαν τη δύναμη και την εξυπνάδα των παιδιών τονίζοντας πως ακόμα και όταν ήταν πολύ μικρά σύντομα θα ήταν είναι πολύ χρήσιμα.

Οι γυναίκες δεν μιλούσαν ποτέ στους λευκούς. Μόνο αν αυτοί τις ρωτούσαν κάτι. Ακόμα και όταν τις προσέβαλαν έδειχναν ευπρέπεια και αυτοσεβασμό. Ο παρακάτω διάλογος είναι χαρακτηριστικός και πολύ συχνός ανάμεσα στους αγοραστές:

-Έι σε βλέπω που την κοιτάς έντονα. Θα την αγοράσεις;

-Δεν νομίζω. Είναι δυνατή και μπορεί να βγάλει πολλή δουλειά αλλά δεν έχει κάνει παιδί εδώ και πέντε χρόνια. Τελείωσε με την αναπαραγωγή.

Στα διαλλείματα οι αγοραστές συζητούσαν για το δουλεμπόριο και υπήρχε η κοινή πεποίθηση ότι θα επιτραπεί και πάλι η μεταφορά σκλάβων. Χαρακτηριστικά ένας κοκκινοπρόσωπος είπε: «Θα φέρουμε όλους τους αράπηδες από την Αφρική εδώ μέσα σε τρία χρόνια. Δεν θα αφήσουμε αρκετούς ούτε για σπόρο».


Η δημοπρασία

Ο ιππόδρομος βρίσκεται περίπου τρία μίλια από τη Σαβάνα σε ένα όμορφο σημείο κοντά στο δάσος. Καθώς έβρεχε βίαια και τις δύο μέρες της δημοπρασίας οι αγοραστές έρχονταν μόνο με κλειστές άμαξες. Ήταν τόσο δύσκολη η πρόσβαση που η έναρξη της δημοπρασίας καθυστέρησε για περίπου δύο ώρες. Ήταν φανερό πως η διαμονή των νέγρων στον στάβλο τους είχε επηρεάσει. Κινούνταν αργά σαν να μην έχουν ενέργεια. Είχαν συγκεντρωθεί όλοι στη μεγάλη αίθουσα για να μπορούν οι αγοραστές να τους δουν. Είχαν μαζί τις αποσκευές τους και περίμεναν να φωνάξουν ότι είναι η σειρά τους. Ο Πιρς Μπάτλερ εμφανίστηκε και μίλησε μαζί τους. Σε κάποιους έδινε το γαντοφορεμένο χέρι του κάτι που έφερνε χαρά σε όλη την ομάδα.

Στις 11 όλοι πήραν τις θέσεις τους. Ο κ.Μπράιαν επόπτευε τη διαδικασία την οποία είχε αναλάβει να διεκπεραιώσει ο κ.Γουόλς. Δεν άφηνε να του ξεφύγει καμία προσφορά και έλεγε αστεία για να χαλαρώσει τους αγοραστές. Ανέβηκε στο βήμα και ανακοίνωσε τους όρους της πώλησης: Το 1/3 μετρητά και τα υπόλοιπα σε δύο δόσεις με τόκο.

Οι αγοραστές, περίπου 200, συγκεντρώθηκαν γύρω από την πλατφόρμα. Ο αέρας λυσσομανούσε έξω και έφερνε τη βροχή μέσα στην αίθουσα από ανοιχτά πλαϊνά. Ανακοινώθηκε ότι οι νέγροι θα πωληθούν σε οικογένειες. Τα ζευγάρι δεν θα χωριστούν, ούτε τα μικρά παιδιά από τους γονείς του. Μέχρι εκεί έφθανε η ανθρωπιά σε αυτή τη διαδικασία. Αυτό γινόταν κυρίως βέβαια για να πουληθούν κάποιοι ηλικιωμένοι ή ανίκανοι να εργαστούν.

Η πρώτη οικογένεια προς πώληση ανακοινώθηκε. Ένα άντρας 27 ετών, μια γυναίκα 26 και δύο αγοράκια, έξι και δύο ετών. Οι προσφορές ξεκινούσαν από τα 300 δολάρια και τελικά έφτασαν τα 600 το άτομο. Η συμφωνία έκλεισε στα 2.400. Λόγω όμως κάποιας παρανόησης η ίδια οικογένεια ξαναμπήκε σε δημοπρασία τη δεύτερη μέρα. Αυτή τη φορά πουλήθηκε για 2.480 δολ.

Οι αγοραστές ήταν άνθρωποι κάθε είδους. Κάποιοι καλοντυμένοι, κάποιοι βγαλμένοι από τις σελίδες βιβλίου. Θέλω να σας μεταφέρω έναν διάλογο ανάμεσα σε μια παρέα για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι απείθαρχοι νέγροι. Κάποιοι ήταν υπέρ του αυστηρού μαστιγώματος, κάποιοι υπέρ του καυτού σίδερου και άλλοι πρότειναν άλλες μορφές βασανισμού. Ένας τεράστιος άντρας, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν μιλούσε, είπε: «Μπορείς να κανονίσεις έναν αράπη με το μαστίγιο ή με το καυτό σίδερο αλλά αν ένας από αυτούς πραγματικά με αμφισβητήσει δεν έχω υπομονή. Απλά παίρνω το πιστόλι μου και τον ξαπλώνω κάτω. Είναι ο καλύτερος τρόπος».

Και αυτοί που έμοιαζαν με κύριοι γύρω από αυτό το ζώο τον παρακολουθούσαν με προσοχή και μάλιστα κάποιοι συμφώνησαν με το σχόλιο του.

Η διαδικασία από τον κ.Γουόλς συνεχιζόταν και η έκφραση κάθε νέγρου που ανέβαινε στην πλατφόρμα έδειχνε περισσότερη αγωνία από αυτή που μπορεί να περιγράψει η δύναμη της γλώσσας.

Το μωρό της Ντάφνε

Κάποια στιγμή ήρθε η σειρά της οικογένεια του Πρίμους. Αυτός ήταν ένας ξυλουργός και είχε μαζί του την σύζυγο του Ντάφνε, την τρίχρονη κόρη τους και το νεογέννητο μωρό τους. Η Ντάφνε ήταν σκεπασμένη με ένα μεγάλο σάλι για να προστατέψει το μωρό. Κάποιοι άρχισαν να φωνάζουν:

-Γιατί κρατάτε την αραπίνα σκεπασμένη; Βγάλτε την κουβέρτα!

-Τι γίνεται με τι γυναίκα, έχει κάποιοι πρόβλημα; Πετάξτε τα κουρέλια και αφήστε μας να τη δούμε!

-Ποιος νομίζεται ότι θα κάνει προσφορά για την αραπίνα αν την κρατάτε σκεπασμένη; Αφήστε μας να δούμε το πρόσωπο της.

Ο Γουόλς τους εξήγησε ότι δεν θέλουν να εξαπατήσουν κανέναν. Η γυναίκα είχε γεννήσει μόλις πριν από 15 μέρες και κρατούσε το σάλι έτσι για να ζεσταίνεται το μωρό. Η Ντάφνε είχε ταξιδέψει από τη φυτεία με ένα βρέφος και είχε μείνει στον στάβλο μαζί με τους υπόλοιπους. Τελικά η οικογένεια πουλήθηκε για 2.500 δολάρια.

Οι περιπτώσεις τον μωρών ήταν πολλές. Η Άμιτι πουλήθηκε με τα δίδυμα αγοράκια της ενός μόλις έτους. Συνολικά πουλήθηκαν περίπου 30 παιδιά.

Τζέφρι και Ντόρκας

Το νο. 319, ο Τσέφρι ανέβηκε προς πώληση. Ήταν 23 ετών και χαρακτηριζόταν ως «εξαιρετικός εργάτης μπαμπακιού». Ο ανταγωνισμός για την αγορά του ήταν έντονος. Η πρώτη προσφορά ήταν 1.000 δολάρια και τελικά πουλήθηκε 1.310. Ο Τζέφρι ήταν μόνος του, δεν είχε γονείς ούτε ήταν παντρεμένος. Εκτός από σλάβος όμως ήταν και άνθρωπος. Ερωτεύτηκε την Ντόρκας και αυτή με τη σειρά της του έδωσε την καρδιά της. Είχαν δώσει τους όρκους τους.

Όταν πουλήθηκε ο Τζέφρι πήγε με δάκρυα στα μάτια στο νέο του αφεντικό και του είπε την ιστορία του. Τον παρακάλεσα να αγοράσει και την αγαπημένη του. «Αγαπώ την Ντόρκας νεαρέ αφέντη. Την αγαπώ βαθιά και αληθινά. Λέει ότι με αγαπά κι αυτή και ξέρω ότι με αγαπάει. Ο Κύριος ξέρει ότι την αγαπώ όσο κανέναν άλλο στον κόσμο, ποτέ δεν μπορέσω να αγαπήσω έτσι άλλη γυναίκα. Σε παρακαλώ αφέντη, αγόρασε την Ντόρκας. Είναι εξαιρετική γυναίκα. Ψηλή με μεγάλα χέρια και μπορεί να βγάζει πολλή δουλειά κάθε μέρα Είναι μια από τις καλύτερες εργάτριες σε όλες τις φυτείες » του είπε.

Ο αγοραστής είπε στον Τζέφρι να του φέρει την Ντόρκας για να δει τη αξίζει. Ο Τζέφρι έτρεξε και την έφερε μπροστά του. Αφού την εξέτασε υποσχέθηκε στον Τζέφρι ότι θα την αγοράσει, αν η τιμή δεν ανέβει πολύ ψηλά.

Την επόμενη η μέρα ήρθα η ώρα της Ντόρκας να ανέβει στην πλατφόρμα. Ήταν η στιγμή που αποκαλύφθηκε η αναπάντεχη πτυχή του δράματος. Η Ντόρκας δεν πωλούταν μόνη της. Είχε μια οικογένεια ακόμα τεσσάρων ατόμων. Γεμάτος απογοήτευση ο Τζέφρι κοιτάζει τον αφέντη που κουνάει το κεφάλι του. Ήταν διατεθειμένος να αγοράσει τη Ντόρκας αλλά δεν χρειάζεται ολόκληρη την οικογένεια. Ο Τζέφρι διαβάζει την καταστροφή στο βλέμμα του αφέντη και τα μάτια του γεμίζουν δάκρυα. Η Ντόρκας και η οικογένεια τους πωλούνται και πλέον η ζωή τους θα είναι στη Νότια Καρολίνα

Ο Τζέφρι και η Ντόρκας λένε αντίο δακρυσμένοι και ο καθένας παίρνει τον δρόμο του. Μετά από μια ώρα περίπου την βλέπω να στέκεται παγωμένη με ένα σάλι στο κεφάλι. Ο Τζέφρι πλησιάζει τον αφέντη και του λέει: «Σου είμαι υπόχρεος αφέντη που προσπάθησες να με βοηθήσεις. Ξέρω ότι θα το έκανε αν μπορούσες. Σ' ευχαριστώ αλλά είναι τόσο δύσκολο». Απομακρύνεται κλαίγοντας σαν μικρό παιδί.

Ο γάμος

Όταν η οικογένεια Μίνγκο ανέβηκε στην πλατφόρμα ο υπεύθυνος ανακοίνωσε ότι ο ένας γιός, ο Ντέμπο είχε παντρευτεί το περασμένο βράδυ το νο. 404, μια κοπέλα με το όνομα Φράνσις. Έτσι θα πουλιόταν και αυτή μαζί τους. Το πλήθος άρχισε να ειρωνεύεται το ζευγάρι και να γελάει μαζί τους. Ένας αγοραστής ανέβηκε στην πλατφόρμα και άνοιξε το στόμα της Φράνσις για να δει τα δόντια της. Τέτοιες καταστάσεις είναι που κάνουν το αίμα των Βορείων να βράζει και τις γροθιές τους να σφίγγουν με ένα τεράστιο πάθος να χτυπήσουν κάποιον. Ήταν σχεδόν αδύνατο να βλέπεις όλους αυτούς τους αχρείους να σπρώχνουν τις γυναίκες και με τα βρώμικα τους χέρια να ανοίγουν τα στόματα των κοριτσιών την ώρα που οι σύζυγοι τους, οι γονείς τους και τα αδέλφια τους παρακολουθούσαν. Τελικά ο Ντέμπο και η Φράνσις πουλήθηκαν για 1.300 δολ. ο καθένας και θα κάνουν μήνα του μέλιτος σε μια φυτεία στην Αλαμπάμα.

Η περίπτωση της Μόλι

Στην πλατφόρμα ανέβηκε ο Τζόσουα, η Μόλι. Ο υπεύθυνος ανακοίνωσε ότι η Μόλι επιμένει πως έχει πρόβλημα στο αριστερό πόδι και κουτσαίνει. Είπε ότι ο ίδιος δεν το πιστεύει. Οι κύριοι ήθελαν να κρίνουν από μόνοι τους. Έβαλαν την Μόλι να περπατήσει, να τρέξει και να ανεβοκατέβει τα σκαλιά της πλατφόρμας. Της είπαν να κάνει συγκεκριμένες ασκήσεις με το αριστερό της πόδι. Τελικά πείστηκαν ότι έχει πρόβλημα και πουλήθηκε 695 δολάρια.

Ένα δολάριο και 25 σεντς

Η δημοπρασία κράτησε για δύο μέρες και πουλήθηκαν 429 άτομα. Άντρες, γυναίκες και παιδιά. Είχε ανακοινωθεί ότι θα πουληθούν συνολικά 436 αλλά κάποιοι δεν έκαναν το ταξίδι στη Σαβάνα λόγω ασθένειας. Συνολικά τα έσοδα ήταν 303,850 δολ. Η πιο «ακριβή» οικογένεια αγοράστηκε με 6,180 δολ. Ήταν η Σάλι Γουόκερ και τα πέντε παιδιά της. Ο πιο «ακριβός» άντρας ήταν ένας ξυλουργός επ ονόματι Γουίλιαμ που πουλήθηκε με 1.750 δολ. Όσον αφορά τις γυναίκες 1.250 δολ. δόθξκαν για την Τζέιν εργάτρια στο καλαμπόκι και υπηρέτρια. Την πιο χαμηλή τιμή έπιασαν ο Άνσον και η Βάιολετ, ένα ζευγάρι με γκρίζα μαλλιά που ήταν πάνω από πενήντα. Τους αγόρασαν με 250 δολ. τον καθέναν.

Ο Πρινς Μπάτλερ έδωσε σε κάθε νέγρο που πούλησε ένα δολάριο. Ένα ολόκληρο δολάριο για κάθε πληγωμένη καρδιά που ξεσπιτώθηκε. Αργότερα του έφεραν και δύο σακουλάκια με κέρματα των 25σεντς και τα μοίρασε κι αυτά γενναιόδωρα.

Όταν και η τελευταία οικογένεια κατέβηκε από την πλατφόρμα η βροχή σταμάτησε μετά από τέσσερις ολόκληρες μέρες. Οι δυστυχισμένοι σλάβοι έφευγαν με τα νέα αφεντικά τους. Το βράδυ τ' αστέρια έλαμψαν σαν όλα αυτά να μην είχαν συμβεί, το σκηνικό ήταν τόσο ήσυχο και ήρεμο λες και ο άνθρωπος δεν είχε διαφθείρει την ομορφιά της Γης με πράξης σκληρές και άδικες».


Μετά τη δημοπρασία

Αφού ολοκληρώθηκε η διαδικασία ο Πρινς Μπάτλερ, έχοντας ξεχρεώσει πλέον, έκανε διακοπές. Μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου το 1861 εγκαταστάθηκε με την κόρη του Φράνσις στην Τζόρτζια. Και οι δύο τους υποστήριζαν τους Νότιους ενώ η πρώην σύζυγος του και η άλλη κόρη τους Σάρα ήταν στο πλευρό των Βορείων. Το καλοκαίρι του 1861 ταξίδεψε στη Φιλαδέλφεια όπου και συνελήφθη με την κατηγορία της προδοσίας. Έμεινε στη φυλακή για δύο μήνες. Στο Νότο επέστρεψε μετά το τέλος του Εμφυλίου, το 1865. Γύρισε στη φυτεία του και προσπάθησε να την οργανώσει. Τον Αύγουστο του 1867 πέθανε από ελονοσία. 

Ο Μόρτιμερ Τόμπσον (φωτό) συνέχισε να ασχολείται με την υπόθεση και έγραψε ένα άρθρο για το τι συνέβη με πολλούς από τους σκλάβους που πουλήθηκαν στη συγκεκριμένη δημοπρασία. Αποκάλυψε πως πολλοί αγοραστές δεν τήρησαν τη συμφωνία να κρατήσουν μαζί τις οικογένειες. Μεγάλο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση του εμπόρου Τομ Πέιτ που αγόρασε έναν άντρα, τη σύζυγο του και τις δύο αδελφές του. Πούλησε τη μια αδελφές σε έναν συνάδελφο του, τον Πατ Σόμερς και την άλλη σε κάποιον στο Σετν Λούις.

Ο Σόμες έμαθε για τον όρο που υπήρχε στη δημοπρασία και ζήτησε πίσω τα χρήματα του από τον Πέιτ. Οι δύο άντρες λογομάχησαν και ο Πέιτ τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Στη συνέχεια ο ανιψιός του Σόμερς σκότωσε τον Πέιτ. Ακολούθησε μια βεντέτα ετών με αποτέλεσμα η οικογένεια Πέιτ να αφανιστεί.

Η μεγαλύτερη δημοπρασία σκλάβων στην ιστορία των ΗΠΑ έμεινε γνωστή και ως The Weeping Time. Πήρε το όνομα της από τη βροχή που έπεφτε συνέχεια κατά τη διάρκεια της και τα κλάματα των σκλάβων. Ο Αμερικάνικός Εμφύλιος επισήμως έβαλε τέλος στην σκλαβιά αλλά ο διαχωρισμός, η καταπίεση και οι διακρίσεις επιβίωσαν για περίπου έναν αιώνα ακόμα. Ο ρατσισμός αντέχει ακόμα.

«Κάθε φορά που ακούω κάποιον να μιλάει υπέρ της σκλαβιάς νιώθω μια έντονη παρόρμηση να τη δω να επιβάλλεται στον ίδιο προσωπικά» είχε πει ο Λίνκολν.