Ο άνθρωπος χωρίς όνομα που έπεσε από τον ουρανό

 


Απεγνωσμένοι άνθρωποι που προσπαθούν να βρουν μια καλύτερη ζωή κρύβονται στις ρόδες αεροπλάνων ωστόσο καταλήγουν νεκροί. Εκτός από κάποιους που επιζούν ως εκ θαύματος!

 

Ήταν Κυριακή 30 Ιουνίου 2019, ένα σχετικά ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα, και ο 31χρονος μηχανικός λογισμικού, Γουίλ, χαλάρωνε στην αυλή του σπιτιού του στο Κλάφαμ, στα νοτιοδυτικά του Λονδίνου. Από πάνω του περνούσαν τα αεροπλάνα που πηγαινοέρχονταν στο Χίθροου και μέσω μιας εφαρμογής του κινητού του τσέκαρε το μοντέλο και την διαδρομή των σκαφών. Δοκιμάζοντας την εφαρμογή σήκωσε το κινητό του ψηλά.

Τότε είδε κάτι να πέφτει από τον ουρανό. «Αρχικά νόμισα ότι ήταν τσάντα», λέει στην δημοσιογράφο του Guardian, Σίριν Κάλε. «Αλλά μετά από λίγα δευτερόλεπτα κατάλαβα ότι ήταν ένα μεγαλύτερο αντικείμενο και έπεφτε πολύ γρήγορα». Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να είναι κάποιο κομμάτι από τον μηχανισμό προσγείωσης του αεροπλάνου ή μια βαλίτσα από τον χώρο αποσκευών. Αλλά μετά θυμήθηκε ένα άρθρο που είχε διαβάσει πριν από χρόνια για ανθρώπους που κρύβονται στις ρόδες των αεροπλάνων προσπαθώντας να ταξιδέψουν κρυφά. Δεν ήθελε να το πιστέψει, αλλά όσο το αντικείμενο πλησίαζε γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρο. «Στα τελευταία δευτερόλεπτα είδα πόδια. Πλέον είχα βεβαιωθεί ότι ήταν ένα ανθρώπινο σώμα», λέει ο Γουίλ.

Χάρη στην εφαρμογή στο κινητό του, ο Γουίλ διαπίστωσε ότι το αεροπλάνο ήταν ένα Μπόινγκ 787-8 Dreamliner και εκτελούσε την πτήση KQ 100 την κενυατικών αερογραμμών Kenya Airways. Το αεροπλάνο είχε φύγει από το διεθνές αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα του Ναϊρόμπι πριν από οχτώ ώρες και έξι λεπτά. Ο Γουίλ πήρε αμέσως τη μηχανή του και βγήκε στο δρόμο προσευχόμενος να βρει μια τσάντα ή κάποιο παλτό πεσμένα στην άσφαλτο.

«Καθώς πήγαινα στον δρόμο, είδα ένα περιπολικό να έρχεται από την απέναντι κατεύθυνση πηγαίνοντας τόσο γρήγορα που σχεδόν ακούμπησε την μηχανή μου. Τότε σκέφτηκα ότι σίγουρα αυτό που είχε πέσει ήταν άνθρωπος», λέει ο Γουίλ. Αμέσως ακολούθησε το περιπολικό και έφτασαν στην οδό Όφερτον, 300 μέτρα μακριά από το σπίτι του. Ένας νεαρός άσπρος από τον φόβο του, καθόταν έξω από ένα σπίτι και έτρεμε. Ήταν ο Τζον Μπάλντοκ, επίσης μηχανικός λογισμικού.

Ο Γουίλ κοίταξε από το παράθυρο στην αυλή. Τα πάντα ήταν κατεστραμμένα. «Το πρώτο πράγμα που του είπα (σημ. στον Τζον Μπάλντοκ) ήταν  ‘είναι άνθρωπος έτσι;’, επειδή ακόμα δεν ήμουν 100% σίγουρος. Και αυτός δεν είπε τίποτα, μόνο με κοίταξε και κατένευσε. Και μετά η πληροφορία με χτύπησε σαν ένα τσουβάλι τούβλα να έπεσε πάνω μου», αναφέρει ο Γουίλ.

Ήταν όντως ένα ανθρώπινο σώμα. Αυτό – αυτός – είχε πέσει στο κενό από 1.000 μέτρα ύψος, μισοπαγωμένος και είχε χτυπήσει στο έδαφος στις 3.38μμ. Ήταν ο άνθρωπος που είχε πέσει από τον ουρανό.

Αναζητώντας ένα όνομα

Η συγκεκριμένη υπόθεση θα εντασσόταν κανονικά στις αρμοδιότητες του τμήματος εξαφανισμένων της Μητροπολιτικής αστυνομίας του Λονδίνου, όμως εκείνη την περίοδο το τμήμα ήταν πνιγμένο στη δουλειά. Έτσι, ο αστυνομικός ντεντέκτιβ Πολ Γκρέιβς από το ειδικό τμήμα εγκλημάτων προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει. «Θεώρησα ότι ήταν μια ενδιαφέρουσα υπόθεση», ανέφερε ο ίδιος στην δημοσιογράφο του Guardian.

Στην καριέρα του ως αστυνομικός επί τρεις δεκαετίες, ο Γκρέιβς έχει ασχοληθεί με μαχαιρώματα, πυροβολισμούς, απαγωγές και απόπειρες δολοφονίας. Αυτές ήταν όλες εντυπωσιακές υποθέσεις που συχνά τραβούσαν τα φώτα της δημοσιότητας με δημοσιογράφους, οικογένεια και φίλους να ζητούν απαντήσεις και μάρτυρες που αρνούνταν να συνεργαστούν. Ο Γκρέιβς σε αυτήν την υπόθεση ήλπιζε να μπορέσει να ταυτοποιήσει τον άντρα που είχε πέσει από τον ουρανό και να μπορέσει να τον επιστρέψει στην οικογένειά του. Ωστόσο, δεν ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξος.

Όταν η αστυνομία έφτασε στον τόπο που είχε πέσει ο άνθρωπος, μίλησαν με τον Γουίλ, τον Τζον και τους άλλους γείτονες. Η αστυνομία επικοινώνησε με το αεροδρόμιο του Χίθροου, το οποίο έστειλε προσωπικό για να ελέγξει το σύστημα των τροχών του συγκεκριμένου αεροσκάφους, την περιοχή όπου μπαίνουν οι τροχοί του αεροσκάφους μετά την απογείωση, ο οποίος δεν έχει πίεση. Στην περιοχή αυτή υπάρχει αρκετός χώρος ώστε να χωρέσει ένας άνθρωπος. Εκεί, το προσωπικό του αεροδρομίου εντόπισε έναν χακί σάκο με τα αρχικά MCA πάνω σε αυτόν.

Ο σάκος δεν περιείχε σημαντικά στοιχεία που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν την ταυτότητα του μυστηριώδη άντρα που έπεσε από τον ουρανό. Μόνο λίγο ψωμί, ένα μπουκάλι Fanta, ένα μπουκαλάκι νερό και ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια, ό,τι δηλαδή θα χρειαζόταν κάποιος για να επιβιώσει. Επίσης, βρέθηκαν λίγα κενυατικά χρήματα, ενώ αποκαλύφθηκε ότι η Fanta είχε αγοραστεί από ένα μαγαζί στην Κένυα, κάνοντας βέβαιο ότι ο άντρας είχε επιβιβαστεί στο αεροπλάνο στη χώρα αυτή. Η πτήση είχε ξεκινήσει αρχικά από το Γιοχάνεσμπουργκ της Νοτίου Αφρικής και είχε κάνει στάση στο Ναϊρόμπι πριν συνεχίσει για την Βρετανία, οπότε ήταν χρήσιμο που μπόρεσαν να αποκλείσουν την πιθανότητα ο άντρας να έχει επιβιβαστεί από το Γιοχάνεσμπουργκ.

Στο νεκροτομείο του Λάμπεθ, ο ιατροδικαστής πήρε δείγμα DNA από τον άντρα και τα δακτυλικά του αποτυπώματα, τα οποία και έστειλαν στις αρχές της Κένυας. Τα αποτελέσματα για το DNA ήρθαν γρήγορα πίσω: δεν υπήρχε καμία αντιστοίχιση. Ο Γκρέιβς ήλπιζε ότι θα είχε καλύτερη τύχη με τα δακτυλικά αποτυπώματα καθώς πολλές εταιρείες στην Κένυα απαιτούν από τους υποψήφιους εργαζόμενούς τους να δώσουν τα δακτυλικά τους αποτυπώματα. Ωστόσο, ούτε κι αυτά μπόρεσαν να ταυτοποιηθούν.

Καθώς ο Γκρέιβς συνέχιζε την δουλειά του, οι δημοσιογράφοι έφτασαν στην περιοχή που έπεσε ο άντρας παίρνοντας συνεντεύξεις από τους κατοίκους και φροντίζοντας να αναφέρουν προσεκτικά το ενοίκιο που πλήρωνε ο Τζον για το σπίτι του (2,3 εκατ. δολάρια) καθώς και την εκπαίδευσή του στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Γρήγορα, η υπόθεση έκανε πρωτοσέλιδα. Οι ιστορίες μεταναστών που ρίσκαραν τη ζωή τους για να περάσουν στην Ευρώπη δεν είναι σπάνιες. Εξίσου συχνές είναι και οι ιστορίες αυτών που χάνουν την ζωή τους στην προσπάθεια να περάσουν την Μεσόγειο με βάρκες που βουλιάζουν και ανθρώπους που χάνονται στα βάθη της θάλασσας. Οι ιστορίες αυτές είναι τόσο συχνές που οι περισσότεροι έχουν καταλήξει να τις ακούν με απάθεια. Ωστόσο, η υπόθεση ενός ανθρώπου που πέφτει από τον ουρανό είναι σίγουρα κάτι σπάνιο.

Εδώ υπήρχε ένας ανώνυμος άντρας που προερχόταν από μια χώρα, όπου οι άνθρωποι ζουν με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα και είχε πέσει στο κενό από ένα αεροσκάφος σε ένα  από τα πιο πλούσια προάστια του Λονδίνου. «Είναι πλέον μπροστά στα μάτια σου. Η συνάντηση δύο τελείως διαφορετικών κόσμων», αναφέρει ο Γκρέιβς.

Ταξίδι στον θάνατο

Το να επιχειρείς να ταξιδέψεις κρυμμένος στη ρόδα ενός αεροσκάφους είναι από μόνο του μια πράξη αυτοκτονίας. Σύμφωνα με την Εθνική Διοίκηση Αεροναυτικής των ΗΠΑ από το 1947 έως τον Φεβρουάριο του 2020, 128 άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν επιχειρήσει να περάσουν παράνομα σε μια χώρα με αυτόν τον τρόπο. Από αυτούς, το 75% έχει πεθάνει.

Φυσικά αυτό δεν είναι περίεργο. Κάθε στιγμή που ένας άνθρωπος βρίσκεται εκεί κινδυνεύει να πεθάνει. Το άτομο μπορεί να πέσει από το αεροπλάνο κατά την απογείωση, όπως συνέβη στον 14χρονο Κιθ Σάπσφορντ τον Φεβρουάριο του 1970 που έπεσε από ένα Douglas DC-8 ταξιδεύοντας από την Αυστραλία στο Τόκιο. Το απίστευτο είναι ότι ένας φωτογράφος είχε απαθανατίσει την στιγμή που ο νεαρός έπεφτε στο κενό (κεντρική ΦΩΤΟ).

Ακόμα και αν επιζήσει κάποιος από την απογείωση μπορεί να τον συνθλίψουν οι ρόδες, όταν αυτές μαζέψουν, όπως συνέβη με τον 23χρονο Κουβανό Άδονις Γκερέρο Μπάριος, ο οποίος πέθανε πάνω από την Αβάνα τον Ιούλιο του 2011 ενώ είχε μπει σε ένα Airbus A340 για την Μαδρίτη. Ακόμα κι αν επιβιώσει κι από αυτό, το πιθανότερο είναι ότι θα πεθάνει λίγο αργότερα. Μέσα σε 25 λεπτά, τα περισσότερα αεροσκάφη φτάνουν σε ύψος 35.000 ποδιών. Η θερμοκρασία είναι στους -54C αν και οι μηχανές του αεροσκάφους μπορούν να ανεβάσουν τη θερμοκρασία κατά 20 βαθμούς στο χώρο. Ακόμα και έτσι, οι 34 βαθμοί υπό του μηδενός είναι αρκετοί  για να πάθει κάποιος υποθερμία. Επίσης, η πίεση του αέρα είναι τέσσερις φορές μικρότερη απ’ ό,τι στο έδαφος κι έτσι το άτομο μπορεί να οδηγηθεί σε υποξία με το αίμα να αδυνατεί να παρέχει στο σώμα το κατάλληλο οξυγόνο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό.


Αν τελικά κάποιος επιζήσει απ’ όλη αυτή τη διαδρομή, πιθανότατα θα είναι αναίσθητος, όταν το αεροπλάνο αρχίσει την διαδικασία προσγείωσης. Έτσι, όταν οι ρόδες κατέβουν για την προσγείωση το άτομο πιθανότατα θα πέσει στο κενό αφού δεν θα μπορεί να κρατηθεί. Γι’ αυτό, πολύ συχνά άτομα που έχουν επιχειρήσει το ταξίδι βρίσκονται νεκρά λίγο χιλιόμετρα πριν το αεροδρόμιο του Χίθροου.

Οι επιζώντες

Ωστόσο, όσο απίθανο και αν είναι κάποιοι επιβιώνουν! Αυτό είναι κάτι που ακόμα και οι επιστήμονες δυσκολεύονται να εξηγήσουν τη στιγμή μάλιστα που δεν μπορούν να διεξάγουν πειράματα για να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει στο ανθρώπινο σώμα όταν βρίσκεται σε τέτοιες συνθήκες. «Κάτι συμβαίνει που δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε απόλυτα», αναφέρει ο Πάουλο Άλβες, της Ιατρικής Οργάνωσης Αεροπορίας (Aerospace Medical Association). Αυτό που θεωρούν ως πιο πιθανό για να εξηγήσουν το πώς καταφέρνουν κάποιοι να επιζήσουν είναι ότι πέφτουν σε λήθαργο.

Η θεωρία αυτή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1996  από τον Στέφεν Βερονέου, τον κορυφαίο ερευνητή τέτοιων υποθέσεων. «Η θερμοκρασία του σώματος του ατόμου μπορεί να πέσει στους 27 οC βαθμούς (από το 36,1 οC -37,2 οC που είναι το φυσιολογικό) ή και ακόμα χαμηλότερα. Όταν το αεροπλάνο προσγειώνεται το σώμα αρχίζει να θερμαίνεται ξανά σταδιακά, ενώ επαναοξυγονώνεται. Αν το άτομο είναι αρκετά τυχερό, για να έχει αποφύγει την εγκεφαλική βλάβη ή τον θάνατο από υποξία και υποθερμία, καρδιακή ανεπάρκεια ή ανακοπή ή τις επιπλοκές από την νευροαγγειακή αποσυμπίεση, αρχίζει να σημειώνεται μια σταδιακή ανάκτηση των αισθήσεών του».

Μελέτες που έχουν γίνει σε υποθέσεις ανθρώπων που έπεσαν σε παγωμένα νερά φαίνεται να στηρίζουν την υπόθεση του Βερονέου. Τον Φεβρουάριο του 2013, δύο καθηγητές και 12 μαθητές από τη Δανία βρίσκονταν σε μια βάρκα, η οποία αναποδογύρισε μέσα σε ένα παγωμένο φιορδ κατά τη διάρκεια εκδρομής. Ένας από τους καθηγητές και κάποιοι μαθητές κατάφεραν να κολυμπήσουν ως την ακτή και να καλέσουν βοήθεια. Μετά από 103 λεπτά έφτασαν στο σημείο οι διασώστες και βρήκαν τον έναν καθηγητή νεκρό και επτά μαθητές να επιπλέουν στο παγωμένο νερό που έφτανε τους -2 οC. Στις δύο ώρες που χρειάστηκαν για να τους απομακρύνουν από το φιορδ και να τους μεταφέρουν στο νοσοκομείο, η καρδιά τους σταμάτησε να χτυπά. Η εσωτερική θερμοκρασία του σώματός τους είχε φτάσει τους 18,4 οC. Θεωρούνταν ουσιαστικά κλινικά νεκροί πλέον, ανέφερε ο δρ Μίκαελ Τζάγκερ Βάνσερ που τους φρόντισε.

Στο νοσοκομείο Ριγκσοσπιταλέτ της Κοπεγχάγης, οι γιατροί άρχισαν να ζεσταίνουν το αίμα των εφήβων κατά 1 οC κάθε δέκα λεπτά μέχρι τους 36 οC χρησιμοποιώντας ένα μηχάνημα αιμοκάθαρσης, το οποίο αφαιρεί το αίμα από το σώμα, το οξυγονώνει και το επανεισάγει στις φλέβες. Η διαδικασία αυτή σημαίνει ότι το αίμα δεν περνά από την καρδιά και τους πνεύμονες, δίνοντάς τους χρόνο να επουλωθούν. Όταν οι έφηβοι επαναθερμάνθηκαν μεταφέρθηκαν στην εντατική, όπου τέθηκαν σε βαθιά καταστολή και διασωληνώθηκαν πριν αρχίσουν σταδιακά να τους βγάζουν από τα μηχανήματα. Και οι επτά άρχισαν να συνέρχονται και να ανακτούν τις αισθήσεις τους. Ένας από τους μαθητές υπέστη πολύ βαριά φυσική και νοητική βλάβη και πλέον ζει σε ειδικό κέντρο θεραπείας. Οι  υπόλοιποι έξι υπέστησαν μέτρια ως ήπια εγκεφαλική  βλάβη, ωστόσο μπόρεσαν να ζήσουν ξανά μια σχετικά αυτόνομη ζωή και τελικά να επιστρέψουν στο σχολείο τους.

«Γύρισαν στο σχολείο, μελέτησαν και έδωσαν εξετάσεις και πέτυχαν, ίσως όμως με λίγο χαμηλότερες επιδόσεις», αναφέρει ο Βάνσερ. «Δεν είναι ωστόσο ακριβώς ίδιοι όπως ήταν πριν το ατύχημα. Υπάρχει διαφορά. Το νιώθουν κι οι ίδιοι. Λένε ‘δεν λειτουργώ όπως συνήθιζα παλιότερα’», αναφέρει ο γιατρός τους.

Όταν το άτομο φτάνει σε τόσο χαμηλές θερμοκρασίες, το οξυγόνο και η ενέργειά τους ελαττώνεται και είναι πολύ πιθανό να υποστούν εγκεφαλική βλάβη εξαιτίας της υποξίας. Όταν το άτομο επαναθερμαίνεται σταδιακά, μοιάζει σαν να ξυπνάει από όνειρο. «Έχουμε πλέον μάθει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι αυτό είναι δυνατό. Κάποιοι από αυτούς που εντοπίζονται στα αεροπλάνα είναι καλυμμένοι με πάγο, κάτι που φανερώνει ότι έχουν υποστεί υποθερμία», αναφέρει ο Πάουλο Άλβες.

Το να παγώσεις μέχρι θανάτου και να επιστρέψεις στη ζωή είναι απίστευτο. Κι όμως φαίνεται ότι μπορεί να συμβεί.

Η αναζήτηση συνεχίζεται

Τον Σεπτέμβριο του 2019, τρεις μήνες αφού ο Γκρέιβς ανέλαβε την υπόθεση του άγνωστου άντρα, ταξίδεψε ως την Κένυα ελπίζοντας να ανακαλύψει οποιαδήποτε πληροφορία θα τον βοηθούσε να βρει την ταυτότητα του άντρα. Επισκέφτηκε παραγκουπόλεις γύρω από το αεροδρόμιο και νεκροτομεία, τα οποία ήταν γεμάτα με σορούς ανθρώπων που ήταν στα αζήτητα. Οι αρχές του έδωσαν πρόσβαση στις κάμερες ασφαλείας του αεροδρομίου. Όπως αποδείχθηκε, το αεροσκάφος αφού προσγειώθηκε από τη Νότιο Αφρική οδηγήθηκε στο σημείο πάρκινγκ 1 του αεροδρομίου, όπου έμεινε για πέντε ώρες πριν τελικά φτάσει ως την πύλη 17, όπου υποδέχτηκε τους επιβάτες για το Λονδίνο. Στις κάμερες δεν φαίνεται να ανεβαίνει κανένας στο αεροπλάνο ούτε στην πύλη όπου προσγειώθηκε ούτε όσο περίμενε στην πύλη για την απογείωση. Έτσι, είναι σχεδόν σίγουρο ότι ο άντρας ανέβηκε στο αεροσκάφος όταν αυτό βρισκόταν στο πάρκινγκ 1. Ωστόσο, εκεί οι κάμερες ασφαλείας δεν καλύπτουν τόσο καθαρά.

Από σωματικής άποψης δεν είναι δύσκολο κάποιος να «γλιστρήσει» στο σύστημα των τροχών του αεροσκάφους. Το δύσκολο κομμάτι είναι να αποφύγει τον αυστηρό έλεγχο που υπάρχει στο αεροδρόμιο και να φτάσει ως το αεροπλάνο.

Και στο αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα της Κένυας, ο έλεγχος ήταν αυστηρός: «Δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι υπήρξε κάποια παραβίαση ασφαλείας. Όλοι οι εργαζόμενοι χρησιμοποιούσαν τα πάσο τους για να περνούν από την μια πύλη στην άλλη», αναφέρει ο Γκρέιβς.

Φυσικά, ο Γκρέιβς σκέφτηκε ότι ένας άνθρωπος που θα εργαζόταν σε κάποιο πόστο του αεροδρομίου θα είχε πολύ εύκολα πρόσβαση στο αεροσκάφος, όταν για παράδειγμα αυτό καθαρίζεται και ετοιμάζεται για την επόμενη απογείωση. «Συνήθως αναζητάς κάποιο χαμηλόμισθο, χαμηλής μόρφωσης άτομο που έχει πρόσβαση στο πάρκιγνκ του αεροσκάφους», αναφέρει από την πλευρά του ο Ντέιβιντ Λίρμοντ, σύμβουλος έκδοσης της ιστοσελίδας FlightGlobal που ασχολείται με θέματα αεροναυπηγικής.

«Θα ήταν απίθανο να είναι κάποιος μηχανικός, γιατί θα ήξερε ότι το να μπεις στους τροχούς δεν είναι και πολύ καλή ιδέα για να ταξιδέψεις επειδή πιθανότατα δεν θα επιζήσεις», αναφέρει. Ωστόσο, οι αρχές του αεροδρομίου της Κένυας επέμεναν μιλώντας στον Γκρέιβς ότι όλοι οι εργαζόμενοί τους ήταν στα πόστα τους και ότι η έρευνα της αστυνομίας δεν βρήκε κανένα στοιχείο που να υποδηλώνει ότι κάποιο μέλος του προσωπικού βοήθησε το άτομο να μπει στο αεροσκάφος».

Μια άλλη πιθανότητα είναι το άτομο να έφτασε στο αεροσκάφος μπαίνοντας από την εξωτερική περίμετρο του χώρου προσγειώσεων-απογειώσεων. Αυτό είχε κάνει άλλωστε το 2015 ο Γιάχια Άμπντι, ο οποίος πηδώντας τον φράκτη του αεροδρομίου Σαν Χοσέ στην Καλιφόρνια μπήκε σε ένα αεροσκάφος και ταξίδεψε ως την Χαβάι. Ο Γιάχια τελικά επέζησε. Ωστόσο, οι αρχές διαβεβαίωσαν και πάλι τον Γκρέιβς ότι η περίμετρος δεν είχε παραβιαστεί σε κανένα σημείο. Πάντως, το αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα δεν δέχθηκε να σχολιάσει κάτι για το θέμα στην δημοσιογράφο του Guardian.

Ο Γκρέιβς είχε εντοπίσει όλη τη διαδρομή που ακολούθησε ο άντρας μέχρι να πέσει στην αυλή του σπιτιού του Τζον Μπάλντοκ στο Λονδίνο, ωστόσο δεν μπορούσε να βρει κανένα στοιχείο για να εντοπίσει ποιος ήταν.

Αν και ο Γκρέιβς έχει μεγάλη εμπειρία σε περίεργες υποθέσεις, η συγκεκριμένη τον επηρέασε έντονα. Στην πτήση για την Κένυα λέει ότι υπήρξε μια στιγμή αμέσως μετά την απογείωση όταν άκουσε τον θόρυβο από τις ρόδες που μαζεύονταν κάτω από το αεροπλάνο. Αμέσως γύρισε στον συνεργάτη του: «Απλώς κοιτάξαμε ο ένας τον άλλον», λέει. Ήταν φρικτό να σκέφτεται ότι κάποιος άνθρωπος βρισκόταν εκείνη τη στιγμή από κάτω, μόνος του, προσπαθώντας να χωρέσει δίπλα στους τροχούς. «Στην δουλειά μου βλέπεις πολλά άσχημα πράγματα: νεκρούς, ανθρώπους που τους έχουν ξυλοκοπήσει άγρια και πάντα επηρεάζεσαι ως άνθρωπος σε ένα βαθμό. Αλλά όταν άκουσα τον ήχο από τις ρόδες σκέφτηκα: ω Θεέ μου. Ένιωσα ότι ήταν μια τόσο απεγνωσμένη κίνηση που μπορεί να κάνει κάποιος», λέει.

Για τον Γκρέιβς η υπόθεση δεν έφτανε μόνο στο πώς μπήκε απλώς αυτός ο άντρας στο αεροπλάνο. Το ερώτημα ήταν: γιατί; «Είδαμε το αποτέλεσμα του να πέφτει κάποιος από το αεροπλάνο. Αλλά για μένα το ενδιαφέρον είναι το πού ξεκίνησε αυτή η ιστορία», λέει ο Γκρέιβς.

Από την πρώτη εποχή της αεροπλοΐας υπήρχαν πάντα άνθρωποι που προσπαθούσαν να κρυφτούν σε αεροπλάνα για να πετάξουν. Άνθρωποι από χώρες κυρίως όπως η Κούβα, η Νότια Αφρική, η Κένυα, η Νιγηρία, η Σενεγάλη, η Δομινικανική Δημοκρατία και η Κίνα κατάφεραν να μπουν κρυφά σε αεροπλάνα σε μια προσπάθεια να αφήσουν πίσω την παλιά τους ζωή. Συνήθως προσπαθούσαν να ξεφύγουν από διάφορα πράγματα: φτώχεια, δυστυχία, απόγνωση ή και… βαρεμάρα. Η 12χρονη Μπας Γιουέ το 1946 μπήκε σε ένα αεροπλάνο Douglas DC-3 από την Ινδονησία με προορισμό την Αυστραλία. Ήταν ένα ορφανό κορίτσι που δούλευε στις κουζίνες του αεροδρομίου Κουπάνγκ του Δυτικού Τιμόρ. Ο Άμπντι, το αγόρι που πέταξε από την Καλιφόρνια στην Χαβάι και επέζησε είπε ότι προσπαθούσε να πάει πίσω στη μητέρα του στη Σομαλία.

Οι περισσότεροι απ’ όσους προσπάθησαν να ταξιδέψουν κρυφά στις ρόδες των αεροσκαφών ήταν άντρες, ενώ το πιο νεαρό άτομο ήταν ένα αγόρι εννέα ετών. Ωστόσο οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν ενήλικες κάτω των 30. Επίσης πολύ λίγες είναι οι περιπτώσεις που τα άτομα έχουν επιλέξει εγχώριες πτήσεις.

Φεύγοντας από την Κούβα

Η Κούβα είναι η χώρα από την οποία προέρχονται συχνότερα τα άτομα που επιλέγουν αυτό το είδος… μεταφοράς. Από το 1947 εννέα άτομα από τη χώρα έχουν επιχειρήσει κάτι τέτοιο. Ο Αρμάντο Σοκάρας Ραμίρεζ ήταν ο πρώτος. Τον Ιούνιο του 1969, όταν ήταν 17 ετών, ο Ραμίρεζ κρύφτηκε στον δεξί τροχό ενός Douglas DC-8 που επρόκειτο να πετάξει από την Αβάνα στην Μαδρίτη. Μετά από μια πτήση οχτώ ωρών, ο πιλότος βρήκε τον Ραμίρεζ κάτω από το αεροπλάνο καλυμμένο με πάγο και χωρίς να αναπνέει.

«Οι γιατροί στην Ισπανία με αποκαλούσαν γρανίτα», λέει σήμερα ο Ραμίρεζ ο οποίος είναι 69 ετών και ζει στην Βιρτζίνια των ΗΠΑ, ενώ έχει τέσσερα παιδιά και 12 εγγόνια.

Από την ηλικία των 10 ετών, ο Ραμίρεζ ήθελε να φύγει από την Κούβα. Του μπήκε η ιδέα να δοκιμάσει αυτό το ταξίδι από τον φίλο του Χόρχε Πέρεζ Μπλάνκο. Μαζί κατασκόπευαν τα αεροπλάνα έξω από το αεροδρόμιο της Αβάνας. «Η μόνη αεροπορική εταιρεία που βόλευε ήταν η ισπανική Iberia επειδή οι άλλες πήγαιναν μόνο σε κομμουνιστικές χώρες. Αν πηγαίναμε σε κάποια τέτοια θα μας έστελναν αμέσως πίσω, ίσως και στην ίδια ρόδα!», λέει σήμερα ο Ραμίρεζ. Η πτήση της Iberia έφτανε στην Αβάνα κάθε Τρίτη πρωί, γέμιζε καύσιμα, έπαιρνε επιβάτες και έφευγε το απόγευμα της ίδιας μέρας.

Στις 3 Ιουνίου 1969, ο Ραμίρεζ και ο Πέρεζ περίμεναν έξω από τον φράχτη του αεροδρομίου. Ο Ραμίρεζ είχε μαζί του ένα σκοινί, έναν φακό και βαμβάκι για να βάλει στα αυτιά του. Όταν το αεροπλάνο ετοιμαζόταν για την απογείωση τα δύο αγόρια πήδηξαν τον φράκτη. Ο Πέρεζ άρχισε να το σκέφτεται ξανά και ο Ραμίρεζ σχεδόν τον έσυρε ως το αεροπλάνο. Οι μηχανές έκαναν ένα εκκωφαντικό θόρυβο και οι δύο πλησίασαν. Ο Πέρεζ μπήκε στην αριστερή ρόδα και ο Ραμίρεζ στην δεξιά. Το αεροπλάνο απογειώθηκε.

«Όταν το αεροπλάνο βρέθηκε στον αέρα το σύστημα άρχισε να ανοίγει για να μπουν ξανά μέσα οι ρόδες. Κρεμιόμουν με τα δάκτυλά μου στην άκρη του τμήματος αυτού και ο άνεμος με πήγαινε πέρα δώθε», θυμάται. Το μεσαίο του δάκτυλο στη συνέχεια έγινε μαύρο από το ψύχος και την προσπάθεια να κρατηθεί. Ο Πέρεζ έπεσε σχεδόν αμέσως από το αεροπλάνο και βρέθηκε ζωντανός στο διάδρομο απογείωσης. Στη συνέχεια φυλακίστηκε.

Όταν οι ρόδες ανέβηκαν, ο Ραμίρεζ μπόρεσε να βάλει τα πόδια του έτσι ώστε να μην πέσει από το αεροπλάνο, αλλά τώρα είχε ένα νέο πρόβλημα. Ο μηχανισμός των τροχών σχεδόν τον έλιωνε. Καθώς διηγούνταν την ιστορία του στη δημοσιογράφο του Guardian άρχισε να ανασαίνει πολύ γρήγορα μόνο στην ανάμνηση όσων είχε ζήσει και χρειάστηκε να διακόψουν για λίγο. Όταν ήταν πάλι έτοιμος ανέφερε: «Με πίεζε τόσο πολύ και εγώ προσπαθούσα να το σπρώξω μακριά, αλλά αυτό με πίεζε περισσότερο», αναφέρει. Ευτυχώς, οι ρόδες κουνήθηκαν ξανά για λίγο κι αυτό του έδωσε χρόνο ώστε να προσαρμόσει τη θέση του πριν το όλο σύστημα κλείσει οριστικά μέχρι την προσγείωση.


Μέσα στο χώρο ήταν όλα μαύρα και εκκωφαντικά. «Γίνεσαι ένα με τον θόρυβο. Με έκανε να τρέμω. Έβαλα λίγο βαμβάκι στα αυτιά μου, αλλά δεν έκανε τίποτα. Το να γίνεσαι ένα με τον θόρυβο είναι πέρα από αυτό που μπορεί να καταλάβει κανείς». Ωστόσο, την ίδια στιγμή κουλουριασμένος μέσα στο χώρο των τροχών ένιωθε χαρούμενος. «Ήμουν ευτυχισμένος, γιατί τα είχα καταφέρει», λέει.

Ακούμπησε πάνω στα λάστιχα, τα οποία αρχικά ήταν καυτά αλλά σύντομα πάγωσαν καθώς η θερμοκρασία στο χώρο έπεσε κατακόρυφα. «Ήταν πολύ, πολύ παγωμένα και εγώ έτρεμα», αναφέρει. Στη συνέχεια λιποθύμησε και το επόμενο που θυμάται είναι να ξυπνάει κάτω από το αεροπλάνο στο διάδρομο της Μαδρίτης πριν λιποθυμήσει ξανά. Αμέσως στο σημείο έφτασαν οι γιατροί. Το προσωπικό τον μετέφερε ως το κτίριο του αεροδρομίου και τον άφησαν κάτω καθώς νόμιζαν ότι είναι νεκρός. Στη συνέχεια ο Ραμίρεζ συνήλθε ξανά. «Είδα ανθρώπους γύρω μου και το δωμάτιο κουνιόταν, ζαλιζόμουν. Τα πάντα κουνιούνταν, οι τοίχοι, τα φώτα, όλα πήγαιναν γύρω γύρω», λέει.

Ο Ραμίρεζ χρειάστηκε να μείνει 52 μέρες στο νοσοκομείο. Είχε γίνει πρωτοσέλιδο παγκοσμίως και τον επισκέφτηκαν δημοσιογράφοι από τους New York Times και το Readers Digest. Πίσω στην Κούβα, οι αρχές ήταν οργισμένες. «Ο Κάστρο μίλησε στον πατέρα μου», ισχυρίζεται ο Ραμίρεζ. «Του είπε: ‘δεν έχω κανένα θέμα με εσάς. Αυτός που θέλω είναι ο γιος σας’. Επειδή τους ντρόπιασα», λέει ο ίδιος.

Στην αρχή, ο Ραμίρεζ δεν μπορούσε να ακούσει τίποτα και το νοσηλευτικό προσωπικό έπρεπε να επικοινωνεί μαζί του γράφοντας σε έναν μαυροπίνακα. Όμως έναν μήνα μετά, η ακοή του επέστρεψε. Το πιο απίστευτο είναι ότι δεν υπέστη καμία μόνιμη βλάβη. «Η πίεσή μου είναι κανονική, ο καρδιακός μου παλμός φυσιολογικός», αναφέρει. Για 11 χρόνια μάλιστα δούλεψε ως πυροσβέστης.

Ο ίδιος είναι πιστός Χριστιανός και θεωρεί ότι η ζωή του σώθηκε χάρη σε κάποια θεία παρέμβαση. Μόνο για ένα πράγμα μετανιώνει. «Δυστυχώς, μετά από μένα στην Κούβα αρκετοί νέοι προσπάθησαν να κάνουν το ίδιο και οι περισσότεροι από αυτούς πέθαναν», λέει.

Πίσω στην Κένυα

Ο Γκρέιβς βρισκόταν σε απόγνωση. Το μόνο που μπορούσε να κάνει είναι να δώσει το θέμα στον τύπο σε μια ελπίδα να προσελκύσει ξανά το ενδιαφέρον του κόσμου και να κάνει κάποιον να θυμηθεί. «Οι άνθρωποι πιθανόν πιστεύουν ότι η αστυνομία βγαίνει έξω και ψάχνει στοιχεία. Αλλά βασιζόμαστε σε ένα μεγάλο μέρος και στον κόσμο, στους μάρτυρες που βλέπουν πράγματα και μας τα λένε», αναφέρει.

Ωστόσο, η ιδέα του αυτή δεν άρεσε και πολύ στις αρχές στην Κένυα. Για τους ανθρώπους των αεροδρομίων, οι λαθρεπιβάτες των τροχών είναι κάτι που προκαλεί ντροπή, ενώ συχνά κοστίζει ακριβά. Μετά το περιστατικό στο αεροδρόμιο του Σαν Χοσέ στην Καλιφόρνια, το αεροδρόμιο πλήρωσε 15,4 εκατ. δολάρια ώστε να δημιουργήσει έναν ακόμα πιο ψηλό φράκτη. Την ίδια στιγμή, οι κυβερνήσεις δεν χαίρονται με τέτοια περιστατικά καθώς δίνουν την εντύπωση στον κόσμο ότι οι πολίτες τους θέλουν απελπισμένα να φύγουν από τη χώρα.

Τον Ιούλιο του 2013, ο 32χρονος άντρας Χικμέτ Κομούρ προσπάθησε να κρυφτεί στη ρόδα ενός αεροσκάφους της British Airways που ταξίδευε από την Κωνσταντινούπολη στο Λονδίνο και πέθανε. Τις επόμενες μέρες, η αστυνομία επισκέφτηκε την οικογένειά του και της  ζήτησε να μην κυνηγήσει περισσότερες πληροφορίες. «Είπαν στον άλλον μου θείο να μην κυνηγήσει την υπόθεση. Τους είπαν να την αφήσουν», λέει ο ανιψιός του Κομούρ, Φάτος, ο οποίος σπουδάζει στο Λονδίνο.

Ωστόσο, ο Γκρέιβς κατάφερε να πείσει την κενυατική αστυνομία να κυκλοφορήσει τις πληροφορίες για το περιστατικό μεταξύ των αστυνομικών τμημάτων της χώρας. Τον Οκτώβριο επέστρεψε στην Βρετανία κι έδωσε στη δημοσιότητα μια ψηφιακή αναπαράσταση του προσώπου του άντρα, τη οποία είχαν δημιουργήσει ειδικοί μια μέρα μετά το περιστατικό, μαζί με μια φωτογραφία των υπαρχόντων του. Το δελτίο τύπου έκανε αναφορά και στα αρχικά που ήταν γραμμένα στον σάκο: MCA.

Οι δημοσιογράφοι αναφέρθηκαν στη νέα αυτή πληροφορία και στις 12 Νοεμβρίου το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο Sky News δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα μια δικής του έρευνας στην οποία υποστήριζαν ότι είχαν ταυτοποιήσει τον άντρα ως τον Πολ Μανγιάσι, ο οποίος ήταν 29 ετών και δούλευε ως καθαριστής στο αεροδρόμιο. Η κοπέλα του Μανγιάσι, η οποία έδωσε το ψευδώνυμο Ιρέν, είπε στο Sky ότι τα αρχικά στον σάκο αναφέρονταν στο «member of county assembly» (μέλος του δημοτικού συμβουλίου), καθώς όπως είπε αυτό ήταν το παρατσούκλι του νεαρού. Η μητέρα του επίσης ισχυρίστηκε ότι αναγνώρισε τα εσώρουχά του.

Ο δημοσιογράφος του κενυατικού δικτύου KTN News, Γουίλι Λουσίτζ, είχε εντυπωσιαστεί. Όπως οι περισσότεροι Κενυάτες δημοσιογράφοι, είχε παρακολουθήσει το θέμα στενά και είχε προσπαθήσει να βρει κι αυτός την ταυτότητα του άντρα, ωστόσο δεν είχε καταφέρει να συνεργαστεί με τις αρχές του αεροδρομίου ή την αστυνομία. Ωστόσο, δυσκολεύτηκε να πιστέψει ότι η υπόθεση είχε λυθεί.

Το ίδιο σκέφτηκε και ο δημοσιογράφος Χίλαρι Ορίντε του δικτύου France-Presse. «Η μητέρα του είπε ότι δεν του είχε μιλήσει για κάποια χρόνια, αλλά τώρα μπόρεσε να αναγνωρίσει τα εσώρουχά του;», λέει.

Οι δύο άντρες άρχισαν να ερευνούν το ρεπορτάζ του Sky. Όταν ο Λουσίτζ βρήκε την οικογένεια του άντρα που το Sky είχε ταυτοποιήσει ως Πολ Μανγιάσι, ήξερε πια ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. «Περίμενα ότι επειδή είχαν πει στην οικογένεια ότι ο συγγενής τους ήταν νεκρός θα ήταν μια καταθλιπτική συνάντηση. Όμως όταν πήγα εκεί τα πάντα ήταν φυσιολογικά». Ο πατέρας είπε στον Λουσίτζ ότι κάποιοι λευκοί άνθρωποι επισκέφτηκαν την οικογένεια και τους έδωσαν 200 δολάρια. «Τα λεφτά άλλαξαν χέρια και έτσι ένας αναλφάβητος πατέρας πείστηκε να βγει επίσημα και να πει ότι ο γιος του είχε ανέβει στο αεροπλάνο», λέει ο Λουσίτζ.

Το ρεπορτάζ του καναλιού Sky σύντομα αποδομήθηκε. Δεν υπήρχε κανένας Πολ Μανγιάσι στο αρχείο των εργαζόμενων του αεροδρομίου. Ούτε και οι γονείς με τους οποίους είχε μιλήσει το δίκτυο είχαν κάποιον γιο που τον έλεγαν Πολ Μανγιάσι. Ο γιος του ονομαζόταν Κέντρικ Σιβόντζιε Ισαάκ. Κανείς δεν ξέρει πώς προέκυψε το όνομα Πολ Μανγιάσι. Επίσης υπήρχε η άβολη για το ρεπορτάζ αλλά καθόλου αμελητέα πιθανότητα, ο Ισαάκ να μην ήταν νεκρός αλλά φυλακισμένος σε μια φυλακή του Ναϊρόμπι.

«Όταν ξένοι δημοσιογράφοι έρχονται και κάνουν κάποια ιστορία στην Κένυα, οι άνθρωποι ανοίγονται γιατί πιστεύουν ότι οι άνθρωποι γύρω τους δεν θα το μάθουν. Δεν φαντάζονται ότι κάποιος θα πάει πίσω και θα ελέγξει αν το ρεπορτάζ είναι σωστό», αναφέρει ο Ορίντε. Στις 22 Νοεμβρίου τελικά το Sky απέσυρε το ρεπορτάζ και δημοσίευσε μια απολογία.

Ο Ορίντε πάντως λέει ότι είναι μπερδεμένος με την υπόθεση: «Η Κένυα δεν έχει τέτοια κουλτούρα ανθρώπων που να προσπαθούν με κάθε τρόπο να φύγουν στη δύση». Η Κένυα είχε σχετικά εύπορη χώρα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες γύρω της και είναι η έκτη πιο εύπορη χώρα της Αφρικής. Ωστόσο, πιο έντονη ανησυχία, λέει ο Ορίντε, προκαλούν οι μετανάστες εργάτες, οι οποίοι πάνε στα κράτη του Κόλπου για να εργαστούν και κακοποιούνται τελικά από τους εργοδότες τους.

Στα τέλη του 2019, οι αρχές της Κένυας ολοκλήρωσαν την έρευνά τους και ανέφεραν ότι δεν είχε βρεθεί κανένα κενό ασφαλείας στο αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα. Μετά κάτι παράξενο συνέβη. Στις 4 Φεβρουαρίου 2021 ένα αεροπλάνο των Turkish Airlines προσγειώθηκε στο Μάαστριχτ. Πάνω στο σύστημα προσγείωσης βρισκόταν ένα 16χρονο αγόρι από την Κένυα. Το αεροπλάνο είχε ξεκινήσει από το αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα στις 3 Φεβρουαρίου και είχε κάνει στάσεις στην Κωνσταντινούπολη και το Λονδίνο πριν τελικά προσγειωθεί στην Ολλανδία. Ως εκ θαύματος, το αγόρι ήταν ζωντανό και αρκετά καλά στην υγεία του. Βγήκε από το νοσοκομείο μία μέρα μετά.

Μιλώντας αργότερα στους Δανούς ερευνητές, ο έφηβος ανέφερε ότι μπήκε στις ρόδες του αεροπλάνου και αποκοιμήθηκε. Όπως είπε το έκανε αυτό γιατί ήθελε να φύγει από την Κένυα, ώστε να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή. Τώρα έχει καταθέσει αίτημα για την χορήγηση ασύλου στην Ολλανδία. Οι αρχές του αεροδρομίου Γιόμο Κενιάτα δεν έχουν αναγνωρίσει το γεγονός ούτε έχουν εξηγήσει πώς μπόρεσε ένα άτομο να παραβιάσει ξανά την περίμετρο και τα πρωτόκολλα ασφαλείας τους.

Η ιστορία του άγνωστου άντρα από την Κένυα τον Ιούλιο του 2019 που έπεσε από το αεροπλάνο έκανε πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες όμως καθημερινά άνθρωποι που προσπαθούν για μια καλύτερη ζωή αντιμετωπίζουν τον θάνατο: πεθαίνουν από ασφυξία κλεισμένοι σε φορτηγά ή πέφτοντας από τρένα ή από βάρκες που βουλιάζουν στη Μεσόγειο. Πεθαίνουν από τις σφαίρες συνοριοφυλάκων ή ξυλοκοπούνται μέχρι θανάτου από ρατσιστικές ομάδες. Μερικές φορές αφαιρούν οι ίδιοι την ζωή τους από απόγνωση. Από το 2014 έχουν πεθάνει 10.134 άνθρωποι στις διάφορες μεταναστευτικές διαδρομές, σύμφωνα με την οργάνωση Missing Migrants. Ο αριθμός αυτός είναι μόνο μια ελάχιστη καταγραφή της πραγματικότητας.

Ο άντρας που έπεσε από τον ουρανό στις 30 Ιουνίου 2019 ακόμα δεν έχει αποκτήσει όνομα. Θάφτηκε το κρύο πρωινό της 26ης Φεβρουαρίου του 2020 στο νεκροταφείο του Λάμπεθ στο Λονδίνο. Παρόντες ήταν μόνο η δημοσιογράφος του Guardian και τέσσερις εργάτες από του δήμου.

Οι εργάτες περίμεναν για λίγο μήπως εμφανιστεί κάποιος συγγενής πριν αρχίσουν να σκάβουν το χώμα και σχολίαζαν μεταξύ τους τον θάνατο του άγνωστου άντρα. «Αν σκεφτείς ότι έπεσε από τόσο ψηλά είναι σε αρκετά καλή κατάσταση!», ανέφεραν. Καθώς ετοιμάζονταν να κατεβάσουν τη σορό στον τάφο εμφανίστηκε ένα άτομο. Ήταν ένας εκπρόσωπος από την κενυατική πρεσβεία του Λονδίνου ντυμένος στα μαύρα, ο οποίος έφτασε μόνος του κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή.

Οι εργάτες κατέβασαν την σορό στο έδαφος και έσκυψαν τα κεφάλια τους για λίγα δευτερόλεπτα. Στο φέρετρο μια μεταλλική πλάκα έγραφε: «Άγνωστος (άντρας). Πέθανε στις 30 Ιουνίου 2019. Ετών 30».