Ο σεισμός-μαμούθ που ανύψωσε την Κρήτη και δημιούργησε τσουνάμι 12 μέτρων


To 365 μ.Χ. η Κρήτη χτυπήθηκε από τον ισχυρότερο σεισμό στην ιστορία της Μεσογείου. Το τσουνάμι διέλυσε την Αλεξάνδρεια

Ο Αμμιανός Μαρκελλίνος μας δίνει μια περιγραφή η οποία θυμίζει τις συγκλονιστικές εικόνες που είδαμε στην Ινδονησία το 2004, μετά το φονικό σεισμό και το τσουνάμι που προκάλεσε.

«Λίγο μετά το πρώτο φως της αυγής, αφού προηγήθηκαν βροντές και αστραπές, ολόκληρη η γη συνταράχθηκε. Η θάλασσα αποσύρθηκε και τα νερά της τραβήχτηκαν σε τέτοια έκταση ώστε ο βυθός της αποκαλύφθηκε. Μπορούσε, έτσι, κανείς να δει χωμένα βαθιά στη λάσπη πολλά θαλάσσια όντα και πολλές οροσειρές και κοιλάδες που, ενώ ήταν πάντοτε σκεπασμένες με νερό, έγιναν ορατές, καθώς έπεφταν πάνω τους για πρώτη φορά οι ακτίνες του ήλιου. Πολλά πλοία εξώκειλαν και πολλοί άνθρωποι περιπλανιόνταν στα λίγα νερά που έμειναν μαζεύοντας ψάρια και άλλα θαλάσσια όντα, αλλά τα θαλάσσια κύματα επανήλθαν υπερυψωμένα και όρμησαν πάνω στα αβαθή νερά, στα νησιά και σε εκτεταμένες στεριές ισοπεδώνοντας πολλά κτίρια ή οτιδήποτε συναντούσαν στον δρόμο τους. Τεράστιες ποσότητες νερού φόνευσαν, κατά την επιστροφή τους, πολλές χιλιάδες ανθρώπων. Οταν η μανία των νερών κόπασε, φάνηκαν κατεστραμμένα πλοία και πτώματα ναυαγών. Μερικά μεγάλα πλοία είχαν εκσφενδονιστεί από το κύμα στις στέγες σπιτιών, όπως συνέβη στην Αλεξάνδρεια, και άλλα σε απόσταση μέχρι δύο μίλια μέσα στην ξηρά» γράφει ο Ρωμαίος ιστορικός αναφερόμενος στον σεισμό-μαμούθ που χτύπησε την περιοχή της Κρήτης το 365 μ.Χ. και το τεράστιο τσουνάμι που δημιούργησε.

Τσουνάμι έως και 12 μέτρα

Ο εγκέλαδος χτύπησε την υπό ρωμαϊκή κατοχή Κρήτη κατά την ανατολή του Ηλίου τις 21ης Ιουλίου 365 μ.Χ. Είχε επίκεντρο κοντά στις ακτές της δυτικής Κρήτης και υπολογίζεται ότι είχε μέγεθος μεγαλύτερο από 8 ρίχτερ στην κλίμακα Ρίχτερ (μεταξύ 8,3 και 8,7 ρίχτερ). Αυτό σημαίνει ότι είναι ο ισχυρότερος σεισμός που έχει καταγραφεί ποτέ στη Μεσόγειο.

Σχεδόν όλες οι πόλεις της Κρήτης ισοπεδώθηκαν ενώ προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές στην κεντρική και νότια Ελλάδα, στη Λιβύη, στη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο.

Ο σεισμός προκάλεσε την ανύψωση της δυτικής Κρήτης σε ύψος έως εννέα μέτρα. Δημιούργησε επίσης ένα τεράστιο τσουνάμι που εκτός από τις κρητικές ακτές έπληξε με σφοδρότητα την Αίγυπτο.

Στη νοτιοδυτική Κρήτη τα κύματα από το σεισμό υπολογίζεται ότι είχαν ύψος 12 μέτρων. Στην Αλεξάνδρεια υπολογίζεται ότι το ύψος των κυμάτων έφτασε τα 9 μέτρα. Οι αναφορές τονίζουν ότι βλέποντας τα νερά να υποχωρούν οι κάτοικοι της πόλης πήγαν να μαζέψουν ψάρια. Τα νερά επέστρεψαν με τόσο μεγάλη ορμή ώστε μετέφεραν μεγάλα πλοία στις οροφές σπιτιών, ενώ κάποια σκάφη βρέθηκαν σχεδόν τρία χιλιόμετρα στην ενδοχώρα. Ο Αμμιανός Μαρκελλίνος υπολόγισε πως περίπου 10.000 άνθρωποι πέθαναν μόνο στην Αλεξάνδρεια. Ήταν τόσο μεγάλη η καταστροφή στην πόλη ώστε η ημερομηνία του σεισμού αναφερόταν μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα ως η «ημέρα του τρόμου».

Αντίθετα με κάποιες αναφορές το τσουνάμι δεν κατέστρεψε στον Φάρο της Αλεξάνδρειας ο οποίος χτυπήθηκε από πολύ μεταγενέστερους σεισμούς.

Από που προήλθε ο σεισμός-μαμούθ

Η επικρατέστερη θεωρία αναφέρει ότι ο σεισμός προήλθε από το δυτικό τμήμα της «ελληνικής τάφρου», εκεί όπου η αφρικανική πλάκα βυθίζεται κάτω από την πλάκα του Αιγαίου. Αν ισχύει κάτι τέτοιο ο σεισμός οφείλεται σε ένα ρήγμα μήκους 160 χιλιομέτρων το οποίο ολίσθησε κατά μέσο όρο περίπου 9 μέτρα.

Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, το σεισμογόνο ρήγμα του σεισμού του 365 μ.Χ. είναι ένα ρήγμα μήκους 100 χιλιόμετρων ανάμεσα στην Ελληνική Τάφρο και τις ακτές της Κρήτης, το οποίο ολίσθησε περίπου 20 μέτρα σχεδόν σε όλο του το μήκος. Υπολογίζεται ότι στο συγκεκριμένο ρήγμα συσσωρεύεται αρκετή τάση για να δημιουργήσει ένα τέτοιο σεισμό περίπου κάθε 5.000 χρόνια, αν και κανένα άλλο γεγονός συγκρίσιμης σφοδρότητας δεν έλαβε χώρα στην ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία 14.000 χρόνια, υποδηλώνοντας πως ο συγκεκριμένος σεισμός ήταν ασυνήθιστα σφοδρός.

Η έρευνα του 2021

Μια μελέτη Ελβετών, Γερμανών και Αμερικανών επιστημόνων η οποία δημοσιεύθηκε το 2021 στο περιοδικό της Αμερικανικής Ένωσης Γεωφυσικής δίνει μια άλλη εκδοχή. Ο Χαράλαμπος Φασούλας, γεωλόγος στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και μοναδικός Έλληνας που συμμετείχε στη συγκεκριμένη επιστημονική ομάδα έχει τονίσει:

«Η επικρατούσα άποψη είναι ότι το επίκεντρο του σεισμού αυτού βρισκόταν δυτικά της Γαύδου, στο σημείο βύθισης της αφρικανικής πλάκας κάτω από το φλοιό του Αιγαίου. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανύψωση των νοτιοδυτικών ακτών της Κρήτης, από τα Φαλάσαρνα και τον Μπάλο έως και την Αγία Ρουμέλη και τον Πλακιά. Ομως υπάρχουν διάφορα σημεία που δεν συμφωνούν με αυτή την ερμηνεία για τη γένεση του σεισμού. Για παράδειγμα, στις γεωφυσικές μελέτες ή στις σεισμικές έρευνες που έγιναν τα τελευταία χρόνια στην περιοχή, δεν έχει χαρτογραφηθεί σε εκείνο το σημείο ένα τόσο μεγάλο ρήγμα, που να δικαιολογεί σεισμό άνω των 8 Ρίχτερ. Αντίθετα υπάρχει μια τεράστια ζώνη ενεργών ρηγμάτων, από το ρήγμα της Φαλάσαρνας έως τη ρηξιγενή ζώνη των Σφακίων, που θα μπορούσε να έχει δώσει τέτοια μεγέθη σεισμών».

Η έρευνα κατέληξε ότι ο σεισμός θα μπορούσε να έχει προέλθει από τα ενεργά ρήγματα Φαλάσαρνας – Σφακίων.

«Καταλήξαμε σε μια νέα υπόθεση. Κατ’ αρχήν, ότι ο σεισμός του 365 μ.Χ. δεν ήταν τόσο ισχυρός όσο θεωρείται, αλλά ότι δεν ξεπέρασε τα 8 Ρίχτερ. Επιπλέον, ότι η ανύψωση των εδαφών της Δυτικής Κρήτης δεν έγινε με μιας, με τον σεισμό του 365 μ.Χ., αλλά σταδιακά, με μια σειρά ισχυρών σεισμών που προηγήθηκαν τους προηγούμενους αιώνες. Οσο για το τσουνάμι, η γένεσή του από έναν σεισμό στη ζώνη των ενεργών ρηγμάτων Φαλάσαρνας – Σφακίων ταιριάζει καλύτερα με τις ιστορικές περιγραφές. Αν είχε προκληθεί από τη βύθιση της αφρικανικής πλάκας, στην Αλεξάνδρεια θα είχε γίνει μια πολύ μικρή απόσυρση της θάλασσας και μετά η επιστροφή της με πολύ μεγάλα κύματα, όπως είδαμε πριν από λίγα χρόνια με το τσουνάμι στην Ινδονησία. Αντίθετα ένα τσουνάμι από τα ρήγματα της περιοχής θα προκαλούσε πρώτα πολύ μεγάλη απόσυρση της θάλασσας και μετά διαδοχικά κύματα, όπως περιγράφει ο Αμμιανός Μαρκελλίνος ότι συνέβη» τόνισε ο κ.Φασούλας.

Όσο για τις πιθανότητες να χτυπήσει ξανά ένας τέτοιος σεισμός-μαμούθ τη συγκεκριμένη περιοχή οι επιστήμονες συμφωνούν, δεν είναι μηδενικές αλλά απειροελάχιστες.