Οι πρόσφυγες της Σρεμπρενίτσα



Είκοσι πέντε χρόνια μετά τη σφαγή εκατοντάδες οικογένειες ζουν ακόμα σε οικισμούς προσφύγων και αδυνατούν να ξεφύγουν από το τραύμα του πολέμου


Είκοσι πέντε περίπου χρόνια έχουν περάσει από τον Ιούλιο του 1995 όταν στη μικρή πόλη της Σρεμπρενίτσα στη Βοσνία στήθηκε το απόλυτο σκηνικό τρόμου. 8.732 άτομα εκτελέστηκαν στο όνομα της εθνοκάθαρσης.

Πολλοί απ' όσους επέζησαν από τη σφαγή μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα προσφύγων. Ο Μούγιο Χρουστάνοβιτς ήταν ένας από αυτούς. Η κυβέρνηση τον μετέφερε στον οικισμό προσφύγων του Γέζεβατς το 1997 και του είπε πως θα μείνει εκεί προσωρινά μέχρι να αποκατασταθεί το σπίτι του στη Σρεμπρενίτσα.

Ο Μούγιο ζει ακόμα στο Γέζεβατς. Είναι σήμερα 75 ετών και μένει σε ένα προκάτ σπιτάκι 30 τετραγωνικών μαζί με τη σύζυγο του, τον γιο του, τη νύφη του και τα δύο τους παιδιά. Το σπίτι τους είναι από τα δεκάδες που έχτισαν διεθνείς οργανισμοί κοντά στην πόλη της Τούζλα. Ήταν μια προσωρινή λύση αλλά τελικά έγινε μόνιμη για εκατοντάδες επιζώντες της σφαγής στη Σρεμπρενίτσα.

"Μας εγκατέλειψαν" λέει ο γιος του Μούγιο, Άντο. Στα 25 του σήμερα ήταν λίγων μηνών όταν οι γονείς του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Σρεμπρενίτσα. "Αυτοί οι άνθρωποι έζησαν όλη αυτή την φρίκη, τον πόνο και τι πήραν ως αντάλλαγμα; Ένα σαραβαλιασμένο σπίτι, ξεχασμένοι από όλα και όλους" τονίζει.

"Δεν υπήρξε ποτέ στρατηγική"

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το οποία δημοσιοποίησε ο ΟΗΕ το 2015, στη Βοσνία  98.324 άτομα παραμένουν μακριά από το σπίτι τους λόγω του πολέμου που κράτησε στη χώρα από το 1992 έως το 1995. Τουλάχιστον 7.000 άτομα ζουν ακόμα σε "προσωρινά" καταλύματα.

"Δεν υπήρξε ποτέ ξεκάθαρη στρατηγική για την επιστροφή των εσωτερικών προσφύγων της Βοσνίας στα χωριά και τις πόλεις που διέλυσε ο πόλεμος. Σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και αν τα σπίτια τους χτίστηκαν και πάλι ήταν δύσκολο να επιστρέψουν. Σχεδόν όλοι υποφέρουν από PTSD λόγω του πολέμου. Μιλάμε για σοβαρά, χρόνια τραύματα. Υπάρχουν γυναίκες που ακόμα και σήμερα ψάχνουν τα χαμένα μέλη της οικογένειας τους" αναφέρει η Μπράνκα Άντιτς-Στάουμπερ, διευθύντρια οργάνωσης που προσφέρει ψυχολογική υποστήριξη στους εσωτερικούς πρόσφυγες της Βοσνίας.

Στον προσφυγικό οικισμό του Μιχατοβίτσι περίπου οι μισοί κάτοικοι είναι πρόσφυγες από την Σρεμπρενίτσα. Η 45χρονη Μιρσάντα Μαλκότσεβιτς ζει με την ανήμπορη μητέρα της και δίνει μάχη με την ανεργία.

"Έφερα εδώ τη μητέρα μου γιατί χρειαζόταν βοήθεια. Ζούσε σε ένα άλλο καταφύγιο προσφύγων και ο φόβος μου είναι ότι τελικά θα πεθάνει χωρίς να καταφέρει να χαρεί μια αξιοπρεπή ζωή. Πλέον εγώ είμαι το μόνο που έχει. Οι Σέρβοι σκότωσαν τον άντρα της, τρία παιδιά και τρία αδέλφια" λέει η Μιρσάντα.

Η ιστορία της είναι πολύ κοινή στη Βοσνία. Για πολλούς μήνες ζούσε σε σκηνές και γυμναστήρια πριν τελικά μεταφερθεί σε οικισμό προσφύγων. Οι αρχές υποσχέθηκαν ότι θα της προσφέρουν ένα σπίτι και ό,τι κοντινότερο σε μια κανονική ζωή.

"Όταν έφτασα στο Μιχατοβίτσι σκέφτηκα ότι θα μας δώσουν ένα αληθινό σπίτι. Τελικά είμαστε εδώ ακόμα, 25 χρόνια μετά. Μια οικογένεια πέντε ατόμων που ζει από τη σύνταξη πολέμου της μητέρας μου που είναι περίπου 400 ευρώ το μήνα" τονίζει.


"Ο πόλεμος διέλυσε τα παιδιά και τα εγγόνια των επιζώντων"

Η Βοσνία είναι μια από τις φτωχότερες χώρες στην Ευρώπη και τα ποσοστά ανεργίας είναι πολύ υψηλά. Στο Μιχατοβίτσι μόνο 20 άτομα έχουν σταθερή εργασία. Ο Μουχάμεντ Μεχμέντοβιτς, 30 ετών, εργάζεται σε εργοστάσιο. "Κερδίζω 240 ευρώ το μήνα και θεωρώ τον εαυτό μου έναν από τους τυχερούς στο Μιχατοβίτσι. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μέλλον για τους νέους ανθρώπους σε αυτά τα χωριά. Ο πόλεμος δεν κατέστρεψε μόνο οικογένειες, διέλυσε παιδιά και εγγόνια που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε αυτούς τους προσφυγικούς οικισμούς, που παγιδεύτηκαν στο ίδιο τραύμα που ζουν οι γονείς τους" τονίζει.

Η Άντιτς-Στάουμπερ μιλάει για μια μεταφορά του τραύματος αυτού από γενιά σε γενιά: "Μεταφέρεται από τους επιζώντες στις επόμενες γενιές. Στα παιδιά τους. Στο Γέζεβατς και το Μιχατοβίτσι μένουν αυτή τη στιγμή άνθρωποι που γεννήθηκαν σε στρατόπεδο προσφύγων" τονίζει.

"Ζούμε μόνιμα σε μια προσωρινή κατάσταση"

Άνεργος είναι και ο Άβντο Χρουστάνοβιτς που τελείωσε πριν έναν χρόνο τη σχολή του. Περνάει τον χρόνο στο σπίτι με τα δύο παιδιά του και όλοι ζουν από τη σύνταξη πολέμου τους πατέρα του, Μούγιο.

"Κάθε Ιούλιο οι δημοσιογράφοι πάνε στη Σρεμπεντίτσα για την επέτειο της γενοκτονίας αλλά κανείς δεν έρχεται στο Γέζεβατς να δει πως ζουν τώρα οι επιζώντες" λέει.

"Τα πάντα γύρω από τη ζωή των Βόσνιων προσφύγων είναι προσωρινά. Παίρνουν κάθε δύο χρόνια νέα άδεια για να μένουμε στα σπίτια μας, σαν να ανανεώνουμε τα διαβατήρια μας. Ζούμε μόνιμα σε μια προσωρινή κατάσταση" τονίζει, από τη μεριά του, ο Μεχμέντοβιτς.

Η μητέρα του Αΐσα, που έζησε τον πόλεμο και την σφαγή, τονίζει πως σκέφτεται συχνά τους πρόσφυγες από τη Συρία και το Αφγανιστάν που βρίσκονται πλέον και στην Τούζλα. "Όταν ανάβω τη φωτιά τις νύχτες σκέφτομαι τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που κοιμούνται στο κρύο στους δρόμου της Τούζλα. Ξέρετε συνέβη το ίδιο και σε εμάς τους Βόσνιους και δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από αυτό" αναφέρει.

"Ο κόσμος και οι κυβερνήσεις πάντα τείνουν να ξεχνούν το παρελθόν. Όπως ακριβώς ξέχασαν και εμάς μετά τον πόλεμο" προσθέτει ο γιος της.

Διαβάστε εδώ τους παράγοντες που οδήγησαν στη σφαγή της Σρεμπρενίτσα